Δηλαδή είναι το ίδιο συστατικό που χρησιμοποιείται στα προφυλακτικά, στις σβήστρες, κτλ! Μερικές φορές αντί αυτού, χρησιμοποιείται κάποια άλλη υποκατάστατη χημική ουσία.
To φυσικό λατέξ που χρησιμοποιείται στην τσίχλα, παράγεται από το καουτσουκόδεντρο. Ο τρόπος είναι απλός: χαράζουν τον κορμό με χαραμάδες σχήματος Χ. Έτσι με αυτόν τον τρόπο, αρχίζει και κυλάει το λατέξ μέσα από τις χαραμάδες σχήματος Χ, καταλήγοντας στο σημείο συγκομιδής (πχ ένας κουβάς).
Από κει και πέρα, τοποθετείται το υγρό αυτό σε μία φόρμα και το αφήνουνε να στεγνώσει-πήξει για 1-2 μέρες, βομβαρδίζοντάς το παράλληλα με ζεστό αέρα.
Στη συνέχεια, βράζουνε αυτό το πηγμένο πλεόν υγρό σε μεγάλα καζάνια και το ανακατεύουνε μέχρι η υφή του να γίνει κάπως σαν παχύρευστο σιρόπι.
Παράλληλα, προσθέτουν άχνη ζάχαρη και συρόπι καλαμποκιού και τέλος, μετά την προσθήκη αυτών, βάζουν διάφορες γευστικές και αρωματικές ουσίες.
Έπειτα, βγάζουν αυτή τη μάζα πλέον (που δεν είναι ούτε υγρή αλλά ούτε στερεή) από τα καζάνια. Την ψύχουν με κρύο αέρα για να γίνει πιο στερεή. Την τοποθετούν σε ένα μηχάνημα ας το πούμε απλά, με πλάστες, ώστε να την κάνουν λεπτή.
Οι πλάστες αυτοί, την περνάνε και την ξαναπερνάνε συνέχεια, για ώρες. Την πατάνε απαλά, ώστε οι επιφάνειες της να γίνουν απόλυτα λείες και στο σωστό πάχος.
Παράλληλα, βομβαρδίζεται ελαφρώς από σκόνη ζάχαρης, η οποία κάθεται ελαφρά πάνω στις επιφάνειές της.
Έτσι, μετά κόβονται με ακρίβεια οι τσίχλες από αυτή τη μάζα και συσκευάζονται.
Να σημειώσουμε πως αυτή είναι η βασική μέθοδος παραγωγής της τσίχλας.
Από κει και πέρα, υπάρχουν πολλές παραλλαγές (ή και προσθήκες) της ίδιας όμως μεθόδου, όπου πχ γύρω από την τσίχλα υπάρχει ένα ένα σκληρό "τσόφλι" με έντονη γεύση και στην αρχή σκληρό.