
Σε κάτι σκοτεινές γούρνες σύναζαν το καυτό νερό, που πήγαζε από τα έγκατα της γης και δίπλα σε σκοτεινά υπόσκαφα (για λόγους σεμνότητας των λουομένων) ήταν οι πέτρινες μπανιέρες, όπου σε ανάμειξη με θαλασσινό νερό μούλιαζαν για λόγους ιαματικούς όσοι έπασχαν από μια ετερόκλητη ποικιλία ασθενειών, συχνά χωρίς γνωμάτευση γιατρού και κάποιες φορές για προληπτικούς λόγους.
Για να λειτουργήσει η θεραπευτική αγωγή υπήρχε αριθμός μπάνιων, που απαιτούσε θρησκευτική ευλάβεια και για να τηρηθεί οι ασθενείς έμεναν συνήθως οικογενειακά σε φτωχικά δωμάτια (κελιά) δίπλα στη θάλασσα, κάτω απ’ τη σκέπη της εκκλησιάς της Παναγιάς στην οποία προσέτρεχαν για την ίαση και την οποία αντάμειβαν, ανάβοντάς της τα καντήλια.