Πίσω από τη βάση της γλώσσας υπάρχει κάτι σαν πώμα, που ονομάζεται επιγλωττίδα. Κάθε φορά που καταπίνουμε, η επιγλωττίδα πέφτει και κλείνει το λάρυγγα, ώστε το φαγητό που έχουμε μασήσει να κατέβει στο φάρυγγα και όχι στο λάρυγγα. Αυτό γίνεται αντανακλαστικά, χωρίς να χρειάζεται η συνδρομή του νου.
Παρ’ όλα αυτά, κάτι μπορεί να πάει στραβά, όταν για παράδειγμα μιλάμε την ώρα που τρώμε, ή σε περίπτωση που πάσχουμε από κάποια νόσο που επηρεάζει τα νεύρα που ελέγχουν τους μυς του λαιμού. Τότε...
μπορεί η επιγλωττίδα να μην προλάβει να κλείσει, κι έτσι μια μπουκιά να βρεθεί κατά λάθος στο λάρυγγα αντί του φάρυγγα – αυτό συμβαίνει όταν στραβοκαταπίνουμε.
Το θύμα και οι τυχόν παρευρισκόμενοι δεν έχουν καμιά αμφιβολία ότι κάτι δυσάρεστο συμβαίνει. Οι βλεννογόνοι αδένες του λάρυγγα επηρεάζονται και προκαλείται αμέσως βήχας, προκειμένου να βγει το παρείσακτο αντικείμενο από τον αεραγωγό. Το θύμα δυσκολεύεται να αναπνεύσει και το πρόσωπό του γίνεται κατακόκκινο από την προσπάθεια.
Κατά κανόνα, ο λάρυγγας απελευθερώνεται σχετικά γρήγορα, κι έτσι μπορούμε να συνεχίσουμε το φαγητό μας· αλλά, αν προσπαθήσουμε να καταπιούμε μια μπουκιά χωρίς να είναι καλά μασημένη, ή αν οι μυς του λαιμού έχουν χαλαρώσει από υπερβολική χρήση αλκοόλ, ενδέχεται να φράξει η αναπνευστική οδός. Τότε, υπάρχει κίνδυνος ασφυξίας. Κάθε χρόνο, καταγράφονται αρκετά τέτοια θανατηφόρα περιστατικά. Στην αρχή, δίνεται η εντύπωση ότι πρόκειται για έμφραγμα, καθώς δεν υπάρχουν ορατές ενδείξεις ότι έχει φράξει ο λάρυγγας. Αλλά, κατά τη νεκροψία, υπολείμματα τροφής εντοπίζονται στην αναπνευστική οδό. Πιστεύεται ότι η ισχυρή υπερδιέγερση της περιοχής μπορεί να επιδράσει ώστε να προκληθεί καρδιακή ανακοπή.
http://www.scienceillustrated.gr/