Tο κλάδεμα είναι ίσως η σπουδαιότερη σε σχέση με όλες τις άλλες ελαιοκαλλιεργιτικές εργασίες. Απ’ αυτό εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό η καρποφορία και η μακροζωία των ελαιοδέντρων.
Γι αυτό το λόγο ο κλαδευτής, ότι κι αν είναι, επιστήμονας, τεχνίτης ή γεωργός, πρέπει να γνωρίζει καλά την φυσιολογία της ελιάς για να αφαιρεί με το κλάδεμα αυτό που πρέπει κι όχι αυτό που βολεύει.
Βασικός σκοπός του κλαδέματος, πράγματι, είναι να εξασφαλίσει και να διατηρήσει το ισοζύγισμα ανάμεσα στο ριζικό σύστημα και στην κόμη (εννοώντας σαν κόμη το σύνολο των μπράτσων, των κλάδων, μικρών και μεγάλων, και του φυλλώματος).
Το κόστος του κλαδέματος, αν βάλλουμε μέσα και την λειψή παραγωγή που προκύπτει από τα λαθεμένα κλαδέματα, μπορεί να φράσει το κόστος της συλλογής.
Επειδή όμως για να αντιμετωπιστεί σωστά το θέμα χρειάζεται πολύς χώρος θα περιοριστούμε στην έκθεση μερικών γενικών αρχών που θα πρέπει να έχει υπόψη του ένας καλός κλαδευτής κι ένας επαγγελματίας ελαιοπαραγωγός.
Και σαν πρώτη αρχή θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ένας σύγχρονος ελαιοπαραγωγός θα ’κανε το μεγαλύτερο οικονομικό λάθος κόβοντας το κόστος της τεχνικής συμπαράστασης στο χωράφι και σε σεμινάρια που αφορούν το κλάδεμα. Τεχνική συμπαράσταση για την κατάρτιση του. Η οποία χρειάζεται χρόνο.
Η φυσιολογία της θρέψης
Η κατασκευή του κορμού.
Σε μια τομή κάθετη στον άξονα του κορμού διακρίνουμε από τα έξω προς τα μέσα τον φλοιό που είναι κολλημένος σ΄ ένα στρώμα (ο οποίο λέγεται κάμβιο)που είναι πιο σκληρό και σχηματίζεται από δεσμίδες (ζώνες), τις λεγόμενες· ηθμώδεις δεσμίδες. Ο δεσμίδες αυτές προχωρώντας προς το κέντρο του κορμού γίνονται ξυλώδεις σχηματίζοντας το κεντρικό στρώμα του κορμού.
Οι δεσμίδες και του κάμβιου και του ξυλώδους στρώματος , πάντα κατά πολύ απλουστευμένο τρόπο, δεν είναι τίποτε άλλο από ένα πλέγμα τριχοειδών σωλήνων που συνδέουν το φύλλωμα με το ριζικό σύστημα. Λειτουργούν δηλαδή σαν σφουγγάρια.
Το ριζικό σύστημα
Από το κάτω μέρος του κορμού, κάτω απ’ τον λαιμό, ξεκινάει το ριζικό σύστημα, με ρίζες που το πάχος τους μικραίνει καθώς απομακρύνονται απ’ τον κορμό. Μέχρι που καταλήγουν να γίνονται λεπτότατες σαν τρίχες (ριζικά τριχίδια) που μοιάζουν τούφες μαλλιών.
Το ριζικό σύστημα χρησιμεύει για να αγκυρώνει το δέντρο στο έδαφος και για να απορροφά με τα τριχίδια τα ανόργανα θρεπτικά συστατικά του εδάφους: άζωτο, κάλι, φώσφορο και τα ιχνοστοιχεία (βόριο, μαγγάνιο, κ.ά.).
Η απορρόφηση των θρεπτικών στοιχείων
Τα θρεπτικά συστατικά του εδάφους ( που φυσικά βρίσκονται στο έδαφος ή που έχουν προστεθεί με την λίπανση) για να απορροφηθούν πρέπει να διαλυθούν στο νερό. Και η διάλυση δεν πρέπει να είναι πυκνή, για να είναι δυνατή η απορρόφηση. Είναι κι ο λόγος για τον οποίο πολλά λιπάσματα σε ξερικό έδαφος μπορούν να κάψουν τα ριζίδια. Και γι αυτό λίπανση και υγρασία του εδάφους (από βροχοπτώσεις ή από πότισμα) είναι στενά δεμένες.
Το κυκλοφορικό αύστημα
Η διάλυση των θρεπτικών ουσιών που απορροφάται απο το ριζικό σύστημα, μέσω του κεντρικού στρώματος με τις ξυλώδεις δεσμίδες- που όπως είπαμε διαπερνώνται από τα μικροσκοπικά σωληνάκια- παίρνει το δρόμο για την κόμη του δέντρου και φτάνει στον τελικό προορισμό της: τα φύλλα.
Τα φύλλα αποτελούν μαζί το πεπτικό, το αναπνευστικό και το μεταβολικό σύστημα του δέντρου.
Στα φύλλα με την βοήθεια της ηλιακής ενέργειας μπαίνει σε ενέργεια η χλωροφύλλη ( η πράσινη ουσία που δίνει το χρώμα τα φύλλα) η οποία ενώνει το νερό με το διοξείδιο του άνθρακα της ατμόσφαιρας (φωτοσύνθεση) και παράγονται οι υδατάνθρακες (ζάχαρα). Τα ζάχαρα με την σειρά τους διαλύονται στο διάλυμα των αλάτων όπου και αναπτύσσονται βιοχημικές διεργασίες οι οποίες παράγουν πλήθος άλλων απαραιτήτων ουσιών για την ζωή του δέντρου (πρωτεΐνες, λιπαρές ουσίες, οξέα, κ.ά.).
Το τελικό προϊόν σε μορφή διαλύματος είναι ο θρεπτικός χυμός.
Ο θρεπτικός χυμός ακολουθώντας τον αντίθετο δρόμο από κείνο του διαλύματος των αλάτων δια μέσου του κάμβιου κατεβαίνει προς τους κλάδους και τις ρίζες διαθέτοντας τις τελικές θρεπτικές ουσίες σ’ όλο δέντρο.
Πόσα φύλλα/πόσες ρίζες και πόσα φύλλα/πόσο ξύλο
Από την απλουστευμένη αυτή περιγραφή της φυσιολογίας του δέντρου δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στην έκταση του ριζικού συστήματος και της κόμης. Η σχέση φύλλα/ρίζες πρέπει να είναι μεγάλη, δηλ πολύ περισσότερες ρίζες σε σχέση με τα φύλλα.
Ο θρεπτικός χυμός δεν χρησιμεύει μόνο για την ανάπτυξη των φύλλων και του καρπού αλλά και για το ξύλο του δέντρου (κορμός, κλάδοι κλαδίσκοι ) και του ριζικού συστήματος. Γι αυτό πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία και ανάμεσα στον αριθμό των φύλλων και τού όγκου του ξύλου. Όσο λιγότερο είναι το ξύλο τόσο λιγότερες ουσίες καταναλώνει και το αντίθετο.
Αν η συνολική επιφάνεια των φύλλων είναι μεγαλύτερη από κείνη που μπορεί να εξυπηρετηθεί από το υπάρχον ριζικό σύστημα τότε οι θρεπτικές ουσίες δεν επαρκούν και η πρώτη αντίδραση του δέντρου είναι να παράγει λιγότερους καρπούς ή και καθόλου. Γιατί έχει κι αυτό μια ’’λογική’’: πρώτα να ζήσει και μετά να κάνει απογόνους. Σε μια τέτοια κατάσταση την λύση την δίνει το κλάδεμα-
Ο μοναδικός σκοπός του κλαδέματος λοιπόν είναι η αποκατάσταση αυτής της ισορροπίας που πρέπει να βρίσκονται το φύλλωμα με το ριζικό σύστημα ή τα φύλλα με το ξύλο του δέντρου.
Η αποκατάσταση των δυο αυτών ισορροπιών είναι δύσκολη δουλειά και σαν επέμβαση πολύ λεπτή.
Ο κλαδευτής πρέπει να έχει ενδιαφέρον και να δουλεύει με εξυπνάδα, διορατικότητα και εμπειρία για να βρει την σωστή λύση για το κάθε δέντρο, μη ξεχνώντας ποτέ ότι το δέντρο μετά από αυστηρό κλάδεμα απαντά πάντα με την ακαρπία. Γιατί προσπαθεί να αποκαταστήσει την ισορροπία ανάμεσα στις ρίζες και στο λίγο φύλλωμα αναπτύσσοντας περισσότερη βλάστηση.
Η φυσιολογία της κόμης
Δεδομένου ότι η σύνθεση των θρεπτικών ουσιών γίνεται στα φύλλα κάτω από την επίδραση του ηλιακού φωτός η ελιά τείνει να αναπτύξει μια σφαιρική κόμη. Και φυσικά καρποφορεί στην περιφέρεια της κόμης μέχρι ένα ορισμένο βάθος το οποίο εξαρτάται μεταξύ των άλλων και από την πυκνότητα της φυτείας.
Για να το επιτύχει αυτό το δέντρο βγάζει κλάδους προς όλες τις κατευθύνσεις: κάθετους, πλάγιους, οριζόντιους και κρεμαστούς (ποδιές).
Με βάση την αρχή ότι η ζωηρή βλάστηση ανταγωνίζεται την καρποφορία πρέπει να θυμόμαστε ότι στα περιποιημένα δέντρα η ζωηρότητα της βλάστησης κατεβαίνοντας λίγο-λίγο από τους κάθετους κλάδους προς τις ποδιές και το αντίθετο η καρποφορία είναι περισσότερη στις ποδιές και λιγοστεύει ανεβαίνοντας προς την κορυφή της κόμης.
Τα μέρη της κόμης που δέχονται περισσότερο φως τείνουν να κάνουν πιο χοντρές ελιές και με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε λάδι. Και είναι ευνόητο ότι οι δυο αυτές ιδιότητες εξασθενίζονται κατεβαίνοντας από τα ψηλά προς τα κάτω και προς το εσωτερικό της κόμης. Γι αυτό το λόγο είναι προτιμότερο να μην είναι σφαιρική η κόμη αλλά να ’χει προεξοχές εδώ κι εκεί και κενά μεταξύ του, αφήνοντας κλάδους προς όλες τις κατευθύνσεις ώστε να παίρνει περισσότερο ήλιο.
Οι ποδιές ,καρποφορώντας περισσότερο, εξαντλούνται ενωρίτερα και για υτό είναι αυτές που πετούν τον μεγαλύτερο αριθμό λαίμαργων βλαστών.
Οι λαίμαργοι βλαστοί
Οι κατακόρυφοι και ζωηροί αυτοί βλαστοί, μη καρποφόροι, όταν πετάνε στο λαιμό του δέντρου είναι οι παραφυάδες όμως πετάνε και στον κορμό του δέντρου, στα μπράτσα και στα σημεία καμπής το. Στα ηλικιωμένα δέντρα αποτελούν το σημάδι του γεράσματος του δέντρου. Όταν έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται προβλήματα στην κυκλοφορία των χυμών προς τα επάνω και προς τα κάτω. Είναι το κουδούνι που ειδοποιεί να αρχίσει λίγο-λίγο το κλάδεμα ανανέωσης.
Σχήματα εξαναγκασμού της κόμης
Ενώ τα πρώτα 4-5 χρόνια το δέντρο πρέπει να αφήνεται να σχηματίζει κόμη σε σχήμα μπάλας το σχήμα αυτό όμως δεν είναι κατάλληλο για τα δέντρα που έχουν μπει στην παραγωγή. Όσο απλωμένα και οριζόντια είναι τα μπράτσα τους άλλο τόσο είναι μεγαλύτερη η έκθεση στον ήλιο. Τα δέντρα τότε αναγκάζονται να πετάνε λαίμαργους βλαστούς για να προστατευτούν από τον ήλιο. Έτσι γίνεται μεγάλη σπατάλη σε χυμό σε βάρος του καρπού. Γι αυτό στα νέα δέντρα συμβουλεύεται τα μπράτσα να κατευθύνονται προς τα επάνω , κατακόρυφα, για να μην πετάνε λαίμαργους βλαστούς. Στα γέρικα τουναντίον τα μπράτσα πρέπει να έχουν οριζόντια ή κεκλιμένη κατεύθυνση.
Το γιατί του κλαδέματος
Το κλάδεμα αποσκοπεί να :
1.-Να φέρει την ισορροπία ανάμεσα στην βλάστηση και στην καρποφορία-
2.-Να ελαχιστοποιήσει την μη παραγωγική περίοδο.
3.-Να παρατείνει την περίοδο της σταθερής απόδοσης καρπού-
4.- Να αποφύγει την πρόωρη παρακμή του δέντρου.
5.-Να αυξήσει τα οικονομικά οφέλη.
6.-Να αποφύγει την σπατάλη υγρασίας στα ξερικά χωράφια.
Πότε γίνεται το κλάδεμα
Το κλάδεμα μπορεί να γίνει κατά την συγκομιδή ή ν’ αρχίσει μετά την συγκομιδή ή και σε όλη την περίοδο του φθινοπώρου μέχρι τους πρώτους ανοιξιάτικους μήνες.
Πρέπει να αποφεύγεται την εποχή που έχουν αρχίσει να κινούνται οι χυμοί γιατί οι πληγές επουλώνονται δύσκολα καθώς πρέπει να αποφεύγεται πριν τους χειμωνιάτικους μήνες στις περιοχές που πέφτουν εύκολα πάγοι.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί να γίνει και χλωρό κλάδεμα σε περίπτωση υπερφόρτωσης με σκοπό την μείωση της παρενιαυτοφορίας και την αύξηση του μεγέθους του καρπού κατά τους μήνες Ιούνιο και Ιούλιο. Καθώς και όταν το δέντρο έχει βαριά προσβληθεί από το βακτηρίδιο Pseudomonas savastanoi που προξενεί τα γνωστά καρκινώματα των βλαστών. Κι αυτό γιατί κατά τους ξηρούς μήνες περιορίζεται η μόλυνση των πληγών .
Οι διάφοροι τύποι κλαδέματος
Οι στόχοι του κλαδέματος είναι διαφορετικοί ανάλογα με την ηλικία των δέντρων- Στην νεανική ηλικία αποσκοπεί στη διαμόρφωση της κόμης του δέντρου. Στα ενήλικα δέντρα αποσκοπεί να δημιουργήσει μια ισορροπία μεταξύ βλαστήσεως και καρποφορίας ενώ στα γέρικα το κλάδεμα αποσκοπεί στην ανανέωση του δέντρου.
Μ’ αυτή την λογική μπορούμε να διακρίνουμε τους εξής τύπους κλαδέματος:
-Κλάδεμα για την διαμόρφωση της κόμης
-Κλάδεμα καρποφορίας
-Κλάδεμα ανανέωσης
-Κλάδεμα για τα παγόπληκτα
-Θερινά κλαδέματα.
-Κλάδεμα προσαρμογής στην μηχανική συλλογή
http://www.elies-ladikalamatiano.gr/olive/agronomy/tokladema.html