Της ΝΤΙΝΑΣ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Μπορεί βέβαια οι εμπλεκόμενοι φορείς να θεωρούν ότι όλα βαίνουν καλώς, ωστόσο πρόσφατη μελέτη του Πολυτεχνείου Κρήτης για τις επιπτώσεις του ναυαγίου κάθε άλλο παρά καθησυχαστική είναι.
Ο επιστημονικός υπεύθυνος της μελέτης καθηγητής Ευγ. Γιδαράκος επισημαίνει πως «η επιβάρυνση που έχει επιφέρει στην περιοχή το ναυάγιο του "Sea Diamond" είναι σαφής. Ο μοναδικός τρόπος αποτροπής της συνέχισής της είναι η απομάκρυνσή του. Κάθε άλλη καθυστέρηση ή ενέργεια θα έχει ως αποτέλεσμα την οικολογική και όχι μόνον καταστροφή της Καλντέρας». Στη μελέτη επισημαίνεται ότι:
1Η διάβρωση ξεκίνησε ήδη και θα συνεχιστεί με σταθερό ρυθμό. Στην περίπτωση αυτή θα λάβουν χώρα έντονες και ανεξέλεγκτες διαρροές πετρελαιοειδών, βαρέων ελαίων, χημικών, βαρέων μετάλλων και άλλων επικίνδυνων ουσιών στο θαλάσσιο περιβάλλον της Καλντέρας.
2Σε περίπτωση ολίσθησης του ναυαγίου σε μεγαλύτερα βάθη, κάθε εγχείρημα ανέλκυσης ή απάντλησης θα καταστεί δυσκολότερο έως αδύνατο. Ταυτόχρονα θα πληγεί ανεπανόρθωτα το ευαίσθητο οικοσύστημα της Καλντέρας και όχι μόνο.
3Η οικολογική καταστροφή που μπορεί να επέλθει στον κόλπο της Καλντέρας έχει μια μοναδικότητα: ποτέ μέχρι τώρα δεν βυθίστηκε σε έναν κλειστό κόλπο και σε μικρό σχετικά βάθος ένα κρουαζιερόπλοιο με ένα τόσο πολύπλοκο μείγμα επικίνδυνων ουσιών όπως το «Sea Diamond».
Ο καθηγητής τονίζει επίσης τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του ναυαγίου στα ιζήματα και στους θαλάσσιους οργανισμούς:
«Τα ιζήματα σε δειγματοληπτικά σημεία πλησίον του ναυαγίου καθώς και κατά τι μακρύτερα αυτού παρουσιάζουν υψηλή επιβάρυνση σε τοξικούς ρύπους όπως μόλυβδο και κάδμιο.
Οι θέσεις αυτές στον κόλπο της Καλντέρας κατατάσσονται αυτή τη στιγμή ως "μέτρια ρυπασμένες". Και η αθροιστική πιθανότητα τοξικών επιδράσεων των ιζημάτων ανέρχεται σε 25%. Σε θαλάσσιους οργανισμούς στον κλειστό κόλπο της Καλντέρας παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές υδραργύρου και μάλιστα σε ιστούς ψαριών με σχεδόν 30% των δειγμάτων να ξεπερνάει την επιτρεπόμενη τιμή, καθώς και σχεδόν το 100% των στρειδιών για το κάδμιο».
Προς το παρόν όμως, εκείνοι που υψώνουν τη φωνή τους για την ανέλκυση του κρουαζιερόπλοιου, είναι η Συντονιστική Επιτροπή Θηραίων Πολιτών και η περιβαλλοντική Οργάνωση «Αρχιπέλαγος». Την προηγούμενη εβδομάδα κατέθεσαν από κοινού προσφυγή στο ΣτΕ για την ανέλκυση του πλοίου.
«Από την ημέρα του ναυαγίου μέχρι σήμερα πέρασαν από τη Σαντορίνη τρεις υπουργοί Ναυτιλίας, μαζί με υψηλόβαθμους αξιωματούχους του Λιμενικού Σώματος και τον τέως επίτροπο Περιβάλλοντος στην Ε.Ε. Στ. Δήμα. Απ' όλους πήραμε την υπόσχεση ότι η πολιτεία θα κάνει την απάντληση των καυσίμων και στη συνέχεια θα προχωρήσει στην ανέλκυσή του. Μάταια όμως. Η απάντληση των καυσίμων, τον Μάιο του 2009, αποδείχθηκε ένα προεκλογικό φιάσκο, ενώ κάθε διαδικασία για την ανέλκυση έχει παγώσει από τους πρώτους κιόλας μήνες μετά το ναυάγιο», λένε τα μέλη της επιτροπής πολιτών.
Τι έχει συμβεί μέχρι τώρα; Σύμφωνα με την πλοιοκτήτρια εταιρεία (όμιλος Louis) με την οποία μίλησε η «Κ.Ε.», η «επιχείρηση απάντλησης διήρκεσε περίπου 4 εβδομάδες, το κόστος της ξεπέρασε τα 6 εκατ. δολάρια και το αποτέλεσμα ήταν η απάντληση 929 κυβικών μέτρων μείγματος θαλασσινού νερού και ρυπογόνων ουσιών. Απ' αυτά τα 155 κυβικά μέτρα είναι πετρελαιοειδή, ενώ δεν διαπιστώθηκε ύπαρξη άλλων ρυπογόνων ουσιών σε άλλα σημεία του πλοίου».
Το δείγμα όμως από τα 155 κυβικά μέτρα πετρελαιοειδών που έστειλε το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας για ανάλυση στο Γενικό Χημείο του Κράτους, έδειξε ότι «είναι κατά κύριο λόγο θαλασσινό νερό (99% περίπου), με διάφορα είδη πετρελαιοειδών (1% περίπου)».
Σήμερα η πλοιοκτήτρια εταιρεία θεωρεί ότι «το αίτημα ανέλκυσης στερείται κάθε επιστημονικής προσέγγισης» Και συμπληρώνει: «Η σύμβαση του Ναϊρόμπι που ισχύει παγκοσμίως για τη ναυτιλία ορίζει ότι ένα ναυάγιο πρέπει να ανελκύεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως όταν αποτελεί κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα και το περιβάλλον.
Με τα μέχρι στιγμής στοιχεία δεν φαίνεται να συντρέχει κάποιος τέτοιος λόγος για το "Sea Diamond". Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στον ελληνικό βυθό βρίσκονται πέραν των 3.000 ναυαγίων και ποτέ μέχρι σήμερα δεν έχει τεθεί θέμα ανέλκυσής τους. Ως παραδείγματα αναφέρουμε το "Jupiter", που βρίσκεται βυθισμένο στο λιμάνι του Πειραιά και μάλιστα εμποδίζει την πορεία των πλοίων στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, ή το "Express Samina", λίγο έξω από το λιμάνι της Πάρου».
Κι αφού η εταιρεία δεν θέλει να σηκώσει το ναυαγισμένο κουφάρι, τι κάνει η πολιτεία, ιδίως όταν πρόκειται για ένα πλωτό ξενοδοχείο, που περιέχει εκατοντάδες τόνους χημικών και τοξικών ουσιών;
Σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο (2881/2201), εφόσον συντρέχουν λόγοι κωλύματος ναυσιπλοΐας ή επιβάρυνσης του περιβάλλοντος, πρέπει να γίνει άμεση ανέλκυση του πλοίου από την πλοιοκτήτρια εταιρεία (κύριος του ναυαγίου). Παράλληλα όμως προβλέπει ότι στην περίπτωση που η εταιρεία αρνείται ή καθυστερεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, το ελληνικό Δημόσιο και ειδικότερα ο αρμόδιος κατά περίπτωση Οργανισμός, είναι υποχρεωμένος να προχωρήσει τη διαδικασία ανέλκυσης, καταλογίζοντας στη συνέχεια το κόστος στους υπευθύνους.
Το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Θήρας προχώρησε πριν από τρία χρόνια σε ανοιχτή πρόσκληση ενδιαφέροντος προς ναυπηγικούς μελετητικούς οίκους, προκειμένου να συντάξουν μελέτες κόστους ανελκύσεως ή απομακρύνσεως. Στην πρόσκληση εκδήλωσαν ενδιαφέρον οκτώ εταιρείες. Αλλά έκτοτε τίποτα δεν προχώρησε.
Ο νέος πρόεδρός του Γεώργιος Μητροπίας τονίζει ότι άμεσα θα ανακοινωθεί νέα πρόσκληση. Εξηγεί ότι η «η υπηρεσία του είναι υποχρεωμένη να λάβει υπόψιν τη χειρότερη δυνατή εκδοχή και να προχωρήσει στις διαδικασίες της ανέλκυσης». Κι αυτό γιατί, στον αντίποδα της μελέτης του Πολυτεχνείου Κρήτης, βρίσκονται οι μετρήσεις του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), οι οποίες είναι απόλυτα καθησυχαστικές: Στην τελευταία έκθεσή του αναφέρεται, ως γενικό συμπέρασμα, ότι «οι επιπτώσεις από το ναυάγιο στο θαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής είναι σε γενικές γραμμές αμελητέες».
Οσο όμως κι αν το κράτος φρενάρει τις διαδικασίες, κάποιοι τις επισπεύδουν. Επειτα από πολύμηνη προεργασία και στο πλαίσιο της συνεργασίας του «Αρχιπελάγους» σε θέματα περιβαλλοντικού δικαίου με τη αμερικανική νομική σχολή του Γέιλ, ομάδα ερευνητών από το Environmental Protection Clinic του πανεπιστημίου βρίσκεται αυτές τις μέρες στην Ελλάδα. Πραγματοποιεί σειρά επαφών προκειμένου να ολοκληρωθεί ο φάκελος της υπόθεσης.
Η ομάδα του Γέιλ, η νομική σχολή του οποίου αποτελεί μία από τις κορυφαίες στον κόσμο, θα καταθέσει σύντομα συγκεκριμένες προτάσεις που θα κατοχυρώνουν πλήρως την αναγκαιότητα της ανέλκυσης βάσει του ελληνικού, ευρωπαϊκού και διεθνούς δικαίου.