Φίλοι μου,
Πριν λίγες μέρες είχα την χαρά με μερικούς φίλους να ξεφυλλίσουμε ένα άλμπουμ με παλιές και πρόσφατες φωτογραφίες τις Σαντορίνης. Μιλήσαμε πολύ ώρα για αυτά που μας θύμιζαν οι πιο πρόσφατες απ αυτές τις φωτογραφίες τα παιδικά μας χρόνια.
Η συζήτηση επικεντρώθηκε σε δυο σημεία.
Το πρώτο, ότι αυτές οι φωτογραφίες (καρτ ποστάλ εποχής)
έδειχναν το πραγματικό κάλλος του νησιού μας με τα ασπρισμένα σοκάκια και την ηρεμία που έβγαινε μέσα απ αυτές τις εικόνες, τα μισάνοικτα και μισογκρεμισμένα σπίτια από τον πρόσφατο σεισμό, το ηφαίστειο να καπνίζει, ο γαΐδαράκος φορτωμένος στις καμάρες των Φηρών, το λίχνισμα στα αλώνια κ.α.
Το δεύτερο που συζητήθηκε και περισσότερο, ήταν ότι όλα τα σπίτια, δρόμοι, σοκάκια, αυλές σπιτιών σε όλες σχεδόν τις φωτογραφίες ήταν κάτασπρα. Αυτό μονοπώλησε τελικά και την κουβέντα μας.
Όλοι μας έχουμε δει και έχουμε θαυμάσει τα κάτασπρα κυκλαδίτικα σπίτια, λίγοι όμως ξέρουμε ότι τα άσπριζαν μόνο με ασβέστη.
Ο ασβέστης είναι ένα από τα παλαιότερα γνωστά υλικά, το ίδιο παλιό όσο και η πέτρα.
Είναι ένα υλικό με πολλές εφαρμογές από τον καθαρισμό των ρύπων την απολύμανση του πόσιμου νερού αλλά και την απολύμανση των διαφόρων χώρων μέσα και έξω από το σπίτι.
Αυτό λοιπόν, δηλαδή τα κάτασπρα σπιτάκια σε συνδυασμό με το απέραντο γαλάζιο, το μοναδικό κακοτράχαλο τοπίο και η μοναδική αρχιτεκτονική του τόπου μας, ήταν η βάση για το ξεκίνημα των πρώτων ξένων κατ΄ αρχή επισκεπτών μας που σήμερα ονομάζουμε “βαριά τουριστική βιομηχανία”.
Αυτή την “βαριά τουριστική βιομηχανία” εγώ προσωπικά την γνώρισα στο καφενείο του συγχωρεμένου του πατέρα μου την δεκαετία του 60-70 όπου δειλά-δειλά ξεκίνησαν να έρχονται οι πρώτοι τουρίστες συνήθως Γερμανοί και Άγγλοι. Θυμάμαι λοιπόν τότε, εκτός των άλλων (δεν εννοώ τίποτα περισσότερο από την απλότητα που διέκρινε εκείνη την εποχή), ότι κάθε Παρασκευή ή Σάββατο έπρεπε να ασπρίσουμε την πρόσοψη του μαγαζιού και το πεζοδρόμιο , το ίδιο βέβαια έκαναν όλοι όσοι είχαν κατάστημα.
Όμως το ίδιο ίσχυε και για τα σπίτια, οι νοικοκυρές είχαν πάντα ένα δοχείο ασβέστη και φρόντιζαν να είναι βαμμένο το πεζοδρόμιο και η πρόσοψη του σπιτιού. Δεν ξεχνώ την μυρωδιά του ασβέστη που είναι στην μνήμη μου συνδυασμένη με εκείνη την εποχή και την καθαριότητα γενικά.
Σήμερα βέβαια ο άσβεστης έχει περιοριστεί σε άλλες χρήσεις και την θέση του χρωματικά τουλάχιστον έχουν άλλα υλικά. Αυτό δεν αλλάζει το χρωματικό αποτέλεσμα που δεν είναι άλλο από το λευκό κυκλαδίτικο.
Απόδειξη όλων των παραπάνω (δηλ. ότι το λευκό χρώμα χαρακτηρίζει τα νησιά μας) είναι ότι και σήμερα ακόμα όλες οι τουριστικές μονάδες προβάλλονται στα φυλλάδια τους η σε site στο διαδίκτυο με λευκό χρώμα και μπλε φόντο τον ουρανό ή την θάλασσα.
Άραγε είναι τυχαίο; νομίζω όχι. Πολύ απλά έχουν καταλάβει ότι το λευκό χρώμα είναι αυτό που έχει συνδυάσει ο ξένος τουρίστας αλλά και ο Έλληνας που επισκέπτεται τα νησιά μας, με την καθαριότητα και το τοπίο.
Βέβαια τα παλιά αρχοντικά είχαν και άλλα χρώματα, αλλά μόνον αυτά κατά παράδοση.
Σίγουρα εγώ δεν είμαι αυτός που θα επιβάλλει την άποψη του για το χρώμα που θα θελε ο κάθε ένας να βάψει την επιχείρηση του ή το σπίτι του.
Νομίζω όμως ότι όλοι αγαπάμε αυτόν τον τόπο, άλλωστε για αυτό ζούμε εδώ, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, θα πρέπει να γνωρίζουμε κάποια πράγματα που μπορεί ενώ τα ξέρουμε τα χουμε αφήσει λίγο να περάσουν χωρίς να δώσουμε την ανάλογη προσοχή.
Σημασία έχει να έχουμε την δύναμη να επανορθώσουμε και αν πράγματι υπάρχει κάποιο όφελος (όχι απαραίτητα οικονομικό) γιατί να μην το κάνουμε.
Πάντα μετρά το αποτέλεσμα.
Όσο άφορα το σημερινό θέμα νομίζω ότι μπορούμε σε ένα τόσο όμορφο νησί , όπως όλοι το χαρακτηρίζουν να υπάρχει ένα ομοιόμορφο αποτέλεσμα.
Τέλος, είμαι σίγουρος ότι όλοι θέλουμε το καλό αυτού του νησιού και θα συνεχίσουμε την μάχη για την βελτίωση του τόπου και της κοινωνίας μας.
Με εκτίμηση
Μάρκος Ζώρζος