Επειδή η ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ έρχεται πολύ συχνά αντιμέτωπη με ερωτήματα σχετικά με την καλλιέργεια και τη φυτοπαθολογία του φυτού της τομάτας κρίναμε ότι καλό θα ήταν να παρουσιάσουμε σχετικά κείμενα. Ήδη μπορεί κάποιος να διαβάσει στον ιστότοπό μας για την καρπόδεση της τομάτας και στο άμεσο μέλλον όταν ολοκληρώσουμε την ιδιόκτητη συλλογή μας από κατάλληλες φωτογραφίες θα δημοσιεύσουμε άρθρα για τα συνηθέστερα προβλήματα που αντιμετωπίζει.
Έτσι λοιπόν πρέπει να διευκρινίσουμε ότι λόγω καταγωγής η τομάτα χρειάζεται ζεστά κλίματα. Στην Ελλάδα βεβαίως μπορεί να καλλιεργηθεί υπαίθρια καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους με εξαίρεση τον χειμώνα, ενώ σε θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις με κατάλληλο εξοπλισμό επιβιώνει και αυτήν την εποχή. Είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και συνηθισμένα φυτά που μπορούμε να καλλιεργήσουμε στον κήπο μας. Σε αρκετά παλαιότερες εποχές υπήρχε μεροληψία εις βάρος της τομάτας επειδή εσφαλμένα εθεωρείτο ότι περιείχε επιβλαβές δηλητήριο για τον άνθρωπο. Όμως, αυτή η προκατάληψη εξαφανίσθηκε και καλλιεργείται στη χώρα μας για πάρα πολλές δεκαετίες με σκοπό αναλόγως της ποικιλίας να μας προμηθεύει καρπούς για σαλάτα ή για βιομηχανική χρήση (πολτός, τοματάκια κλπ.).
Μάλιστα, ο καρπός της τομάτας είναι εξαιρετική τροφή διότι: α΄) Χαρακτηρίζεται από λίγες θερμίδες, β΄) Δεν είναι παχυντικός, γ΄) Βρίθει πολύτιμων βιταμινών και θρεπτικών στοιχείων για τον ανθρώπινο οργανισμό (πχ Α, Β1, Β2, C, D, ασβέστιο, ιώδιο, κάλιο, μαγνήσιο, νάτριο, φώσφορος κλπ), δ΄) Είναι άριστο αντιοξειδωτικό, ε΄) Υποβοηθάει την πέψη οπότε είναι άριστο επικουρικό μέσο για την αφομοίωση τροφών, ς΄) Δεν περιέχει ουρικό οξύ, και ζ΄) Επειδή έχει ενταχθεί πάρα πολύ καιρό πλήρως στην παραδοσιακή υγιεινή ελληνομεσογειακή διατροφή εκτιμάται και μελετάται η ενδεχόμενη ευεργετική επίδρασή της στην αντιμετώπιση κακοηθειών (καρκίνος του προστάτου).
Υπάρχουν ποικιλίες οι οποίες αναπτύσσονται διαρκώς καθ’ ύψος, αλλά και άλλες οι οποίες έχουν την ιδιότητα να αυτοκορυφολογούν τους πλάγιους και κεντρικούς βλαστούς τους (αυτοκλάδευτες). Αυτές οι αυτοκλάδευτες είναι ιδανικές για την υπαίθρια καλλιέργεια, ενώ οι πρώτες μπορούν να χρησιμοποιηθούν υπαίθρια ή θερμοκηπιακά υπό την προϋπόθεση ότι θα υποστηρίζεται ο κεντρικός βλαστός τους ο οποίος μπορεί άνετα να ξεπεράσει σε ύψος τα πέντε μέτρα. Όταν αφεθεί αστήρικτος αυτός ο βλαστός τελικά θα είναι αδύνατο να παραμείνει όρθιος, θα καμφθεί και θα αρχίσει να έρπει καθιστώντας ιδιαιτέρως δυσχερή την καλλιέργεια του φυτού στον κήπο. Από την άλλη μεριά τα άνθη της τομάτας είναι ερμαφρόδιτα και αυτογονιμοποιούμενα εκτός εάν οι καιρικές συνθήκες γίνουν αντίξοες ειδικά όταν επικρατεί πολλή ζέστη ή αρκετό κρύο, οπότε χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν κατάλληλες καρποδετικές φυσικές ορμόνες ή επιλεγμένα έντομα επικονιαστές όταν ο χώρος που βρίσκονται τα φυτά είναι περίκλειστος.
Σαν φυτό η τομάτα έχει την ικανότητα να προσαρμόζεται σε διάφορα εδάφη από βαριά έως ελαφρά. Όμως, αναπτύσσεται και παράγει καλύτερα όταν το έδαφος είναι βαθύ, γόνιμο, με καλή αποστράγγιση αλλά και αερισμό, αρκετά ζεστό (πάνω από δεκαέξι βαθμούς Κελσίου), με pH από έξι έως επτά μονάδες και φυσικά απαλλαγμένο από επιβλαβή χημικά στοιχεία προηγούμενων καλλιεργειών ή λιπάνσεων.
Απαιτεί το νερό της αρδεύσεως να μην είναι πολύ ζεστό ή πολύ κρύο (ιδανικά περίπου δεκαοκτώ βαθμούς Κελσίου), να είναι καλής ποιότητος, να μην είναι σκληρό ή αλατούχο, να έχει αγωγιμότητα κάτω των 1000 μmhos/cm και οξύτητα από έξι έως εξίμισι μονάδες (βλ. τα σχετικά άρθρα μας για το Έδαφος, pH, αλατότητα και το νερό ποτίσματος).
Επιπροσθέτως, προκειμένου να εξασφαλίσουμε τη βέλτιστη ικανότητα παραγωγής πρέπει να διατηρούμε τα φυτά την ημέρα σε θερμοκρασία περιβάλλοντος μεταξύ είκοσι και εικοσιοκτώ βαθμών Κελσίου, ενώ τη νύκτα από δεκατρείς έως δεκαοκτώ βαθμούς Κελσίου. Οι μεταβολές της θερμοκρασίας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διεξαγωγή της ομαλής λειτουργίας του φυτού της τομάτας και υποχρεωτικώς πρέπει να παρακολουθούνται διαρκώς. Όταν για λίγες μόνον ώρες η θερμοκρασία μειωθεί κάτω από τους δύο έως μηδέν βαθμούς Κελσίου ή όταν υπερβεί υπό σκιάν τους σαράντα οκτώ έως πενήντα βαθμούς Κελσίου τότε η τομάτα βλάπτεται σοβαρά ή καταστρέφεται.
Σε θερμοκρασίες υπό σκιάν άνω των περίπου τριάντα πέντε βαθμών Κελσίου η τομάτα αδρανοποιεί την ανάπτυξή της, αποβάλλει τα άνθη της, γηράσκει πρόωρα και οι καρποί κακοχρωματίζονται ή δεν θρέφονται σωστά ή υφίστανται εγκαύματα. Ομοίως το φυτό αρχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα όταν η θερμοκρασία μειωθεί κάτω από οκτώ βαθμούς Κελσίου. Όσον αφορά στο φως πρέπει να τονίσουμε ότι η τομάτα ευνοείται από αυτό, αρκεί να μην είναι πολύ έντονο. Όταν η ηλιακή ακτινοβολία είναι τέτοια που καθιστά το φώς πολύ έντονα διαπεραστικό καλύτερα να προστατεύουμε τα φυτά στον κήπο μας με κάποιο ειδικό δίκτυ ή με άλλο μέσο. Αλλά και η σχετικά υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία από εξήντα έως εβδομήντα τοις εκατό είναι ιδανική.
Επειδή η τομάτα είναι ένα ιδιαιτέρως απαιτητικό φυτό σε θρεπτικά στοιχεία πρέπει να φροντίζουμε νωρίς ώστε το έδαφος του κήπου μας να είναι διαμορφωμένο κατάλληλα για να υποδεχθεί τα φυτά. Χρειάζεται να είναι ψιλοχωματισμένο και αφράτο οπότε καλό θα ήταν να οργώνεται ή να σκάβεται το φθινόπωρο και μέχρι την ανοιξιάτικη φύτευση να έχει υποστεί άλλα δύο με τρία φρεζαρίσματα.
Στα τελευταία φρεζαρίσματα πριν τη φύτευση εμπλουτίζουμε και παραχώνουμε στο εδαφικό υπόστρωμα ένα μέρος των λιπαντικών θρεπτικών στοιχείων που χρειάζεται το φυτό και κατόπιν της φυτεύσεως οι υπόλοιπες ποσότητες διασκορπίζονται σε δόσεις στην επιφάνεια προσέχοντας να μη διατηρείται λίπασμα κοντά στο βλαστό, τα φύλλα ή τους σωλήνες και σταλλάκτες αρδεύσεως. Το πώς θα γίνει ο καταμερισμός της αναλογίας χορηγήσεως των λιπασμάτων είναι αδύνατο να προσδιοριστεί επακριβώς διότι αυτό εξαρτάται από τον χώρο που θα καλλιεργήσουμε τα φυτά μας. Σαν μέτρο συγκρίσεως για τις συνολικές ανάγκες στα σημαντικότερα θρεπτικά στοιχεία που απαιτούνται έως τη συγκομιδή μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη λίπανση σε επιφάνεια ενός στρέμματος. Συγκεκριμένα για ένα στρέμμα καλλιέργειας φυτών τομάτας από το οποίο προσδοκούμε να συλλέξουμε περίπου πέντε τόνους καρπούς χρειαζόμαστε κατά εκτίμηση από δεκαπέντε έως είκοσι κιλά άζωτο, πέντε έως έξι κιλά φώσφορο σε πεντοξείδιο του φωσφόρου, είκοσι έως είκοσι πέντε κιλά κάλιο σε οξείδιο του καλίου και τρία έως πέντε κιλά μαγνήσιο σε οξείδιο του μαγνησίου (βλ. σχετικά στον ιστότοπο της ΑΝΘΑΝΑΣΣΑ το άρθρο μας για την αναγνώριση των χημικών λιπασμάτων). Καλό θα ήταν να χορηγηθούν επιπρόσθετα χίλια πεντακόσια έως δύο χιλιάδες κιλά χωνεμένης και απολυμασμένης κατάλληλης κοπριάς (συνήθως αγελαδινής). Θεωρητικά μόνο θα μπορούσαμε να προτείνουμε πριν τη φύτευση να ενσωματωθεί στο έδαφος με βάση τα προαναφερθέντα το δέκα έως δεκαπέντε τοις εκατό του αζώτου, το ογδόντα έως εκατό τοις εκατό του φωσφόρου, το δέκα έως δεκαπέντε τοις εκατό του καλίου, το τριάντα έως σαράντα τοις εκατό του μαγνησίου και όλη η κοπριά.
Τα φυτά που θα χρησιμοποιηθούν για φύτευση πρέπει να είναι υγιή, καλά αναπτυγμένα (ψημένα και κοντόχονδρα) και όχι με πολλά και άχρηστα διάσπαρτα βλαστάρια (βλαστομανισμένα). Μπορούμε, είτε να τα αγοράσουμε έτοιμα από το εμπόριο ή να τα δημιουργήσουμε μόνοι μας από σπόρο. Η φύτευση γίνεται στον υπαίθριο χώρο των κήπων μας στα μέσα της ανοίξεως κατά τις απογευματινές ώρες όταν δούμε ότι τα φυτάριά μας αρχίζουν να εμφανίζουν την πρώτη ταξιανθία τους και πριν το άνοιγμα των ανθέων από όπου θεωρητικά θα δέσουν οι πρώτοι καρποί στο μέλλον.
Προσέχουμε πάντοτε να μην βλάψουμε τις ευαίσθητες ρίζες. Στις ιδιαίτερες καλλιεργητικές συνθήκες του κήπου αμέσως μετά τη φύτευση πρέπει να ποτίσουμε (πχ με ένα ποτιστήρι) διαλύοντας στο νερό κατάλληλο υδατοδιαλυτό ισορροπημένο λίπασμα, ενώ την επόμενη ημέρα καλό θα ήταν να ριζοποτίσουμε με μυκητοκτόνο. Αυτό το ριζοπότισμα μόνο με λίπασμα το επαναλαμβάνουμε μετά από δέκα ημέρες περίπου. Η φύτευση στους κήπους συνήθως γίνεται με δύο τρόπους: α΄) Σε παράλληλους μονούς στίχους ώστε η απόσταση του ενός φυτού από το άλλο επί του ίδιου στίχου να είναι περίπου μισό μέτρο, ενώ ο κάθε στίχος απέχει από τον εκατέρωθεν παράλληλό του ένα μέτρο, και β΄)
Σε παράλληλους διπλούς στίχους (διπλογραμμές), δηλαδή δύο στίχοι είναι πλησιέστερα μεταξύ τους σε απόσταση περίπου εβδομήντα εκατοστών απέχοντας από τους εκατέρωθεν πλαϊνούς παράλληλους στίχους περίπου ένα μέτρο και είκοσι εκατοστά, ενώ η απόσταση του ενός φυτού από το άλλο επί του ίδιου στίχου είναι περίπου μισό μέτρο. Συνιστάται η μέθοδος των διπλογραμμών διότι κατά τους θερινούς μήνες με την έντονη ζέστη οι καρποί χρειάζονται προστασία από το πυκνότερο φύλλωμα.
Όσον αφορά στο πότισμα αυτό πρέπει να γίνεται αυτόματα με σταλλάκτες μικροπαροχής ύδατος κατά τις πρωινές ή απογευματινές ώρες. Πρέπει να φροντίζουμε να μην ξηραίνεται το χώμα όπου αναπτύσσεται η ρίζα του κάθε φυτού, αλλά να είναι νοτισμένο. Όταν αναπτυχθεί πλήρως και δέσει καρπούς κάθε φυτό τομάτας απαιτεί τον θερμότερο καλοκαιρινό μήνα (συνήθως τον Ιούλιο) χορήγηση ύδατος σε αναλογία δύο έως τρία λίτρα ανά ημέρα. Πριν και μετά από αυτό το διάστημα οι ανάγκες είναι μικρότερες συναρτήσει πάντοτε της ζέστης που επικρατεί στο περιβάλλον του κήπου μας, αλλά και της διάρκειας που έχει η ημέρα ή των εξειδικευμένων αναγκών των φυτών τομάτας που διαθέτουμε. Προτείνεται, όμως, να ρυθμιστεί η παροχή ύδατος κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αρδεύονται πάντοτε καθημερινά τα φυτά ή τουλάχιστον κάθε δεύτερη ημέρα με σωληνώσεις οι οποίες να βρίσκονται και να αρδεύουν στο εσωτερικό των διπλογραμμών.
Θα ήταν ιδανικό οι σωληνώσεις αρδεύσεως να είναι συνδεδεμένες με εγκατάσταση υδρολιπάνσεως (βλ. το σχετικό άρθρο μας για τη διαφυλλική λίπανση και υδρολίπανση). Εάν είμαστε τυχεροί και διαθέτουμε τη δυνατότητα υδρολιπάνσεως τότε πρέπει στα αρχικά στάδια αναπτύξεως των φυτών να χρησιμοποιούμε υδατοδιαλυτά λιπάσματα πλούσια σε κάλιο και σταδιακά θα αυξάνουμε τη δοσολογία του αζώτου μέχρι οι χορηγούμενες ποσότητες των δύο αυτών στοιχείων να εξισωθούν όταν τα φυτά αναπτυχθούν πλήρως. Διευκρινίζουμε, όμως, ότι στην περίπτωση κατά την οποίαν το νερό της υδρολιπάνσεως πρέπει να αυξηθεί λόγω αρδευτικών αναγκών τότε η ποσότητα του λιπάσματος πρέπει υποχρεωτικώς να αναπροσαρμοστεί κατάλληλα κατά κανόνα σε μικρότερες αναλογίες προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα τοξικότητος.
Αξίζει να τονίσουμε ότι κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου πρέπει να προβαίνουμε σε ελαφρά σκαλίσματα του χώματος πέριξ του κεντρικού βλαστού ώστε να μην συμπιέζεται το έδαφος, να αερίζεται καλύτερα, να καταστρέφονται τα επιβλαβή ζιζάνια κλπ. Επιπλέον, οι περισσότερες μη αυτοκλάδευτες ποικιλίες τομάτας συμπεριφέρονται με μία αναρριχητική διάθεση και για αυτό χρειάζονται στήριξη με υποστυλώματα. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πασσάλους ή ανθεκτικά ελαστικά κορδόνια. Με αυτόν τον τρόπο βοηθάμε το κάθε φυτό τομάτας να αερίζεται καλύτερα, η περιποίηση και παρατήρηση για φυτασθένειες είναι πιο αποδοτική, ενώ οι καρποί διατηρούνται καθαροί και προστατευμένοι από την καλύτερη οριζόντια διάταξη του φυλλώματος.
Τέλος, εάν χρειασθεί να κλαδέψουμε μία τομάτα πρέπει να αφαιρέσουμε λίγο φύλλωμα ώστε να μην την απογυμνώσουμε. Το κλάδεμα διενεργείται μόνο όταν πρέπει να περιορίσουμε την υπερβολική βλάστηση. Ομοίως, μπορούμε να περιορίσουμε τον μεγάλο αριθμό των καρπών με σκοπό να παραλάβουμε τελικά αριθμητικά λιγότερους, αλλά ποιοτικά πολύ ανώτερους καρπούς. Εάν από λάθος αποφυλλωθεί υπερβολικά ένα φυτό τότε οφείλουμε να αναπροσαρμόσουμε τη λίπανσή του δίδοντας έμφαση στη χορήγηση του αζώτου και να κορυφολογούμε κατάλληλα για να αναπτυχθούν νέα βλαστάρια.