Μόλις η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους, κάποιος Θεόδωρος Καρράς έφτιαξε μια συμμορία κακοποιών, που ρήμαζαν τα σπίτια και τα μαγαζιά. Η αστυνομία τους κυνηγούσε να τους πιάσει, μα ποτέ δνε το κατόρθωνε. Ο Καρράς είχε γίνει αληθινό φόβητρο των κατοίκων.
Την εποχή εκείνη στην Κολοκυνθού των Αθηνών κατοικούσε ο παπά-Μελέτης, που έλεγαν ότι είχε φλουριά με το τσουβάλι. Αν και περασμένης ηλικίας, η καταπληκτική του δύναμη έκανε εντύπωση σε όλους. Το σπιτάκι που έμενε, ήταν τρυγυρισμένο με περιβόλι από πράσα.
Μια νύχτα ο παπάς πετάχτηκε από τον ύπνο του. Του φάνηκε ότι είδε στο περιβόλι του κάποια σκιά, που κινιόταν ύποπτα μέσα στα πράσα.
Αφοβος καθώς ήταν, πήγε προς τα κει με μ' ένα πήδημα γράπωσε από το σβέρκο -ποιόν άλλον;- τον περίφημο Καρρά, που τον παρέδωσε στην αστυνομία.
Ο κακοποιός ομολόγησε γρήγορα τους συνεργάτες του , που πιάστηκαν κι αυτοί. Ετσι οι παλαιοί, όσο και οι σημερινοί Αθηναίοι, όταν συμβαίνει κάτι παρόμοιο, λένε συνήθως ότι "τον έπιασαν στα πράσα".