Φίλοι μου,
Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω όλους εσάς που στο διάστημα των τελευταίων μηνών καταγράφοντας τις σκέψεις μου προκειμένου να τις μοιραστώ μαζί σας είσαστε κοντά μου. Τα σχόλια σας, τα μηνύματα σας και οι παρατηρήσεις σας μου έδωσαν την δύναμη και το κουράγιο να συνεχίζω. Μοιράστηκα μαζί σας και θα ήθελα να μου δώσετε την ευκαιρία να συνεχίσω να
μοιράζομαι στιγμές από το παρελθόν, αλλά και σκέψεις για το μέλλον.
Θέλω να ευχηθώ σε όλους και όλες να έχουμε υγεία, δύναμη για να περνάμε καλλίτερα τις μέρες που ζούμε. Αυτές οι γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ας είναι οι πρώτες καλλίτερες για το μέλλον όλων μας.
Θα θελα τέλος να διαβάσετε αυτό το παραμυθάκι στα παιδιά σας μια από αυτές τις κρύες νύχτες του χειμώνα.
Η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, ο Πλούτος, η Αλαζονεία, η Αγάπη
Mιά φορά κι ένα καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, ο Πλούτος, η Αλαζονεία, η Αγάπη… Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν. Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπρή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει : «Πλούτε μπορείς να με πάρεις μαζί σου;» «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία. Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτήν βοήθεια. «Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου» «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη. Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.
Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή. «Αγάπη, έλα προς εδώ. Θα σε πάρω εγώ μαζί μου». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του. Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε τη Γνώση: «Γνώση, ποιός με βοήθησε;» «Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση. «Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;» Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».
Με εκτίμηση
Μάρκος Ζώρζος