Γράφει η Θάλεια Καραμολέγκου
“Ξυπνήστε, ξυπνήστε”. Η μητέρα πάνω από τα κεφάλια 2 μικρών παιδιών
σκουντούσε τους ώμους τους να σηκωθούν, ήταν ειδική μέρα, ήταν γιορτινή
μέρα, ήταν μέρα Χριστουγέννων. Ίσα που πρόλαβε το ένα να τραβήξει την
κουβέρτα να ξανασκεπαστεί όταν το δεύτερο του την ξαναέβγαλε από πάνω
του. “Δεν ακούς τι είπε η μαμά; Κουφό είσαι; Είναι ειδική μέλα, είναι
μέλα Χιστουγέννων. Σήκω!” Αυτό ήδη σηκωμένο, που ήταν και το μικρότερο,
με το ένα μπατζάκι
φορεμένο το καλό παντελόνι και με το άλλο μπατζάκι
του να φοράει την πιτζάμα έσπρωχνε τον μεγάλο αδερφό του να ξυπνήσει, ο
οποίος αντιστεκόταν σθεναρά στο πολύ πρωινό ξύπνημα. “Σε 20 λεπτά πρέπει
να 'μαστε έξω από το σπίτι, για να βλέπω τα αγόρια μου να
ετοιμάζονται!” επενέβη η μαμά, ενώ δεχόταν μια μεγάλη αγκαλιά από το
ημίγυμνο μικρό αγοράκι της. “Αυτά είναι βλακείες” συμπλήρωσε το μεγάλο
και συνέχισε “Αφήστε με να κοιμηθώ και γυρίστε τον κόσμο δε με νοιάζει”.
Η μαμά του σούφρωσε τα χείλη της, το πλησίασε και του έπιασε το χέρι,
που ίσα ίσα ξεπρόβαλε από την κουβέρτα. “Η εκκλησία παιδί μου δεν είναι
όλος ο κόσμος, είναι ένας τόπος προσευχής για τον Χριστούλη μας, που
σήμερα γεννάται και όλα τα παιδάκια πάνε να χαρούν τα γενέθλιά του. Εσύ
δε θες να τα χαρείς;”
“-Δε θέλω!” απάντησε το μεγάλο αγόρι και γύρισε πλευρό στη μητέρα του
“θα τα χαρώ από δω κι εξάλλου εκείνος ήρθε στα δικά μου; Εσύ μου' πες
πως ήμασταν οι 2 μας στα δεύτερα γενέθλιά μου”
“- Ναι αλλά θυμάσαι τι σου' πα; Σου 'πα ότι ήμασταν οι 2 μας, αλλά ότι ο
μπαμπάς σου ήταν εκεί παρών, μα απλά δεν μπορούσαμε να τον δούμε.”
“-Ναι γιατί ο μπαμπάς μου είναι ο καλύτερος μπαμπάς, ο καλύτερος φύλακας
και μένει μακριά από δω, αλλά τα βράδια έρχεται και με βλέπει και το
νιώθω εγώ μαμά αυτό”
Η μητέρα σκούπισε για λίγο τα παρολίγον υγρά μάτια της να μη φανούν
“Παιδί μου, μερικούς ανθρώπους δεν μπορούμε να τους διακρίνουμε γύρω
μας, δε φαίνονται με αυτά τα μάτια...” και ακούμπησε τα ματάκια του
αγοριού “...αλλά με αυτά τα μάτια”, τα χέρια της κατευθύνθηκαν νότια και
ακούμπησαν ακριβώς το σημείο που βρίσκεται η καρδούλα του.
“Δηλαδή μαμά, ο Χριστός μένει μαζί με τον μπαμπά μου;”
“Ναι παιδί μου μένουν μαζί, αλλά όχι για να συντηρούν την ύπαρξή τους,
αλλά για να φροντίζουν εμάς, να μας φυλάνε από κάθε κακό. Θυμάσαι εκείνο
το παιδικό, που ένας ήρωας γινόταν αόρατος και έσωζε τα παιδάκια το
βράδυ από το κακό;”
“Ναι μαμά, είναι και ο μπαμπάς και ο Χριστός τέτοιοι ήρωες;”
“Είναι παιδί μου, για αυτό πάμε στην εκκλησία, που είναι το σπιτάκι του
να του πούμε χρόνια πολλά και να του πούμε και ευχαριστώ παιδί μου, μην
το ξεχνάς αυτό, να του πούμε ευχαριστώ! Ευχαριστώ που μας φυλάει, που
μας νοιάζεται και μας έχει καλά και μακριά από το κακό, γιατί σα σήμερα
γεννήθηκε και είναι τα γενέθλιά του”
“Και στον μπαμπά, όμως μαμά, και στον μπαμπά να πούμε ευχαριστώ γιατί κι εκείνος δεν είναι ήρωας μας;”
“Είναι παιδί μου, είναι ο μεγαλύτερος, που είχα γνωρίσει και έχω
γνωρίσει στη ζωή μου, για αυτό σήκω γρήγορα να πάμε να του πούμε
ευχαριστώ, χρόνια πολλά και να τραγουδήσουμε, που γεννήθηκε ένας ήρωας, ο
ήρωας μας”.
Το παιδί τράβηξε την κουβέρτα του και σηκώθηκε, καθώς έβλεπε τον μικρό
του αδερφό να παλεύει να περάσει τα μανίκια από το μικρό στενό πουκάμισό
του. “Χρήστο έλα εδώ, έλα εδώ χαζό θα πέσεις και θα' χουμε δράματα” και
τον τράβηξε κοντά του να τον ντύσει, ενώ εκείνο δεν περίμενε στιγμή για
να πει απάντηση “Γήγοα, γήγοα η μαμά λέει θα αγήσουμε και θα τελειώσει
και μετά ζε θα μποούμε να του πούμε ευχαιστώ”
Ο μεγάλος του αδερφός χαμογέλασε γλυκά και πλησίασε το αυτί του μικρού:
“Θες να σου πω ένα μυστικό;' όταν ο μικρός έγνεψε καταφατικά συνέχισε
“Πάντα θα μπορείς να λες ευχαριστώ και στον Χριστούλη και στον μπαμπά
μας, πάντα, κάθε στιγμή, μην το ξεχνάς αυτό, μην το ξεχνάς ποτέ σου”.
Τα κουμπιά του πουκαμίσου κουμπώθηκαν σωστά και μετά από λίγη ώρα τα δύο
αγόρια ήταν έτοιμα, έτοιμα για μια καινούρια μέρα, αλλά όχι για μια
οποιαδήποτε, για αυτή τη γιορτινή μέρα, για τη μέρα Χριστουγέννων ή
μάλλον καλύτερα, με την αφέλεια, που όλοι γλυκά αναπολούμε “μέλα
Χιστουγέννων”. Η μητέρα ήταν περήφανη που είχε αυτά τα 2 παιδιά, μα τα
παιδιά ήταν ακόμη πιο περήφανα από κείνη, που είχαν εκείνη, αλλά και 2
ήρωες, 2 άγγελους πάντα κοντά τους να μην πάθουν κακό, να μην πληγωθούν,
να μη νιώθουν μόνα, ναι μόνα.
Πολλές φορές στη ζωή μας ό,τι δεν βλέπουμε υποθέτουμε πως δεν υπάρχει ή
ειδικότερα πως είναι ψέμα των άλλων για να μας παραπλανήσουν, μα εκείνη
τη στιγμή που το νομίζουμε αυτό, μια είναι η λύση, να δούμε με ποια
μάτια ψάχνουμε να το βρούμε. Γιατί μπορεί οι κόρες μας να μην το
διακρίνουν, μα αν ρωτήσουμε τα μάτια της καρδιάς θα πάρουμε άλλη
απάντηση. Κι ας αφήσουμε τη γέννηση του Χριστού να είναι αναγέννηση,
αναγέννηση όχι του οπτικού μας πεδίου, μα του ψυχικού μας κόσμου, γιατί
κανείς ποτέ δεν απέρριψε ότι η πίστη της καρδιάς κάνει θαύματα. Για να
σκεφτούμε τελικά είναι πράγματι εκείνα που βλέπουμε με τα μάτια τα
υπαρκτά σημαντικά, ή εκείνα που διακρίνουμε με την καρδιά μας; Μεγάλη
αναπτέρωση καρδιάς και ποιος ξέρει τι καινούριο θα μας φανερώσουν οι της
καρδιάς οφθαλμοί από σήμερα; Καλά Χριστούγεννα!