τελείωμα. Η κοιλιά έχει χρώμα σχεδόν άσπρο και το περιθώριο των επικαλυμμάτων είναι μαύρο. Μπορεί να φθάσει και να ξεπεράσει το ένα μέτρο μήκος. Παρά την ειρηνική του εμφάνιση τόσο διαφορετική από εκείνη άλλων επιθετικών ψαριών το μυλοκόπι είναι γρήγορο ψάρι που δεν έχει καμία δυσκολία να κυνηγήσει μια σαρδέλα ή ένα σκουμπρί. Το συναντάμε συχνά σε πυθμένες λασπώδεις ή αμμώδεις κι ακόμα στις εκβολές ποταμών ιδιαίτερα αν κοντά υπάρχουν βράχια σκόπελοι ή βλάστηση για να κρυφτεί σε περίπτωση κινδύνου. Το μυλοκόπι επαγγελματικά ψαρεύεται με τράτες. Ερασιτεχνικά είναι αρκετά εύκολο το ψάρεμα με πετονιά δολώνοντας τα αγκίστρια που δρουν σε βάθος με μικρές φέτες ή κομμάτια σκουμπριού ή ακόμα με ψαχνό μυδιού. Το μυλοκόπι τσιμπά το δόλωμα βαθιά ιδιαίτερα τη νύχτα και γι’ αυτό οι καλύτερες μέθοδοι για το ψάρεμα του με πετονιά , είναι όσες βασίζονται σε δολώματα που μένουν στο βάθος, σχεδόν αγγίζοντας τον βυθό. Αν και αυτό το ψάρι μπορεί να βρεθεί σε βάθη διαφορετικά τη νύχτα το ψάρεμα είναι καλύτερο σε ρηχά νερά, κοντά σε ποταμόκολπους καλύτερα με ένα μικρό αγκυροβολημένο σκάφος. Είναι ψάρι αρκετά δειλό που τρέπεται σε φυγή με την παραμικρή ένδειξη κινδύνου ακόμα κι αν το δόλωμα που θα του παρουσιαστεί, είναι πολύ ορεκτικό. Γι’ αυτό το λόγο είναι αναγκαίο να αποφεύγονται οι θόρυβοι οι αντανακλάσεις του φωτός στο νερό το χτύπημα των κουπιών και ο θόρυβος του σκάφους ιδιαίτερα αν το ψάρεμα γίνεται σε νερά που δεν είναι βαθιά. Σε μερικές περιοχές συνηθίζουν να πιάνουν τα μυλοκόπια με δίχτυα καλάθια μέσα στα οποία βάζουν τροφή. Πολλοί ψαράδες θεωρούν απαραίτητο να αφήσουν αυτά τα καλάθια για πολλές νύχτες χωρίς να τα μαζέψουν επειδή πιστεύουν ότι το μυλοκόπι επειδή είναι ένα ψάρι υπερβολικά προσεχτικό δεν πρόκειται να πέσει στην παγίδα αν δεν συνηθίσει στην παρουσία τους. Η δειλία αυτού του ψαριού το σώζει τις περισσότερες φορές από τις παγίδες. Το μυλοκόπι είναι ένα σαρκοφάγο ψάρι που τρέφεται με μικρά ψάρια. Καταδιώκει τα κοπάδια σκουμπριών, με ανέλπιστη ταχύτητα. Προτιμά τους λασπώδεις βυθούς και το βρίσκουμε κατά προτίμηση στις εκβολές των ποταμών ή μόλις λίγο πιο ανοιχτά.
Δεν είναι σπάνιο να το συναντήσουμε και ανάμεσα σε βράχια ή σε περιοχές με φύκια. Ψαρεύεται με πετονιές βυθού με καθετή και πεταχτάρι δολωμένα με κομμάτια ψαριών ή τεχνικές φούντες .Στις ίδιες περιοχές που αναφέραμε για το μυλοκόπι, βρίσκεται κι ένα άλλο παρόμοιο σαρκοφάγο, που μοιάζει μ’ αυτό. Είναι ο σικυός ή σκιός που είναι περισσότερο αδηφάγος. Είναι κοινός σ’ όλη την νότια Μεσόγειο και ψαρεύεται με πετονιά βυθού δολωμένη με σαρδέλα ή και με πεταχτάρι.
Λιγότερο κοινό στις θάλασσες μας, είναι ένα άλλο ψάρι, που το ονομάζουν πάλι σκιό ή σικυό. Έχει περίπου τις ίδιες συνήθειες .Ένα άλλο ψάρι που μοιάζει με τα προηγούμενα είναι και ο κρανιάς που μπορεί να φτάσει το μήκος του ενός μέτρου και περισσότερο. Ψαρεύεται συνήθως με χοντρά παραγάδια και με συρτή με ζωντανό δόλωμα. Έχει το χαρακτηριστικό να βγάζει μια ψιλή φωνή .Η πιο ευνοϊκή περίοδος για το ψάρεμα αυτών των περιζήτητων ψαριών, είναι κύρια το καλοκαίρι, και ακριβέστερα οι μήνες Ιούλιος και Αύγουστος, ενώ το χειμώνα, ακόμα κι αν τα φτάσουμε με την πετονιά , δεν δείχνουν κανένα ενδιαφέρον για τα δολώματα.
Κοινή γνώμη των ειδικών είναι πως ο άνεμος έχει μεγάλη επίδραση στην συμπεριφορά των ψαριών. Ιδιαίτερα οι νότιοι κι οι βόρειοι άνεμοι φαίνεται να τα απομακρύνουν απ’ την ακτή. Αυτή είναι η γνώμη μερικών, ενώ πιο διαδομένη φαίνεται η γνώμη, που θεωρεί ευνοϊκό τον άνεμο απ’ την ξηρά, και ισοπεδώνει τη θάλασσα κοντά στην ακτή. Μ” άλλα λόγια αυτό τα ψάρια χρειάζονται ήρεμη επιφάνεια και όχι το βίαιο σπάσιμο των κυμάτων. Χωρίς αμφιβολία οι παλίρροιες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία του ψαρέματος: αυτά τα ψάρια μπορούν να πιαστούν μόνο με πλημμυρίδα. Επίσης οι πιο ευνοϊκές ώρες είναι οι νυχτερινές και, όπως υποστηρίζουν μερικοί, οι ώρες του δειλινού και της αυγής. Πρέπει να ψάχνουμε τα ψάρια, προπάντων εκεί που η ακρογιαλιά βαθαίνει απότομα και ο βυθός είναι αμμώδης.
Τις βραδυνές ώρες κι ακόμα περισσότερο τη νύχτα, μπορούν να πιαστούν μυλοκόπια σε ελάχιστη απόσταση απ’ την ακτή, οπωσδήποτε σε απόσταση που μπορούμε να φτάσουμε με ένα καλάμι. Τα μεγάλα απ’ αυτά τα ψάρια τα πιάνουν όμως με τη βάρκα, σε απόσταση 100-200 μέτρα απ’ την ακτή. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε καλάμι αλλά είναι το ίδιο κι ίσως καλύτερα να κρατάμε την πετονιά με το χέρι.
Η πετονιά πρέπει να έχει βαρύ μολύβι για να φτάσει στο βυθό και πρέπει να είναι σχετικά γερή, με ένα μόνο αγκίστρι. Το δόλωμα είναι μικρά καλαμάρια ή θράψαλα, τα οποία αγαπά ιδιαίτερα ο σικιός. Συνήθως το ψάρι επιτίθεται στο δόλωμα με μεγάλη αποφασιστικότητα, και αγκιστρώνεται από μόνο του. Η αντίσταση του είναι αρκετά ισχυρή, σε σχέση με τις διαστάσεις του. Στη νότια και δυτική μεσόγειο το ψάρεμα αυτών των περιζήτητων ψαριών της θάλασσας, είναι αυτό που γίνεται πιο συχνά. Ψαρεύονται μεγάλοι σικιοί με πετονιές φουνταρισμένες στο βυθό από την ακτή, χρησιμοποιώντας για δόλωμα μια σαρδέλα ολόκληρη, πάνω σε ένα μεγάλο αγκίστρι με το κεφάλι προς τα κάτω στην καμπύλη του αγκιστριού. Πολλοί συνηθίζουν επίσης να κόβουν το κεφάλι της σαρδέλας.
Όπου οι ακτές είναι χωρίς εμπόδια, μπορούμε να ψαρέψουμε μυλοκόπια και σικιούς τη νύχτα όπως και την ημέρα, με γερά καλάμια για σαρφ-κάστινγκ, επαναφέροντας το δόλωμα ή αφήνοντας το φουνταρισμένο στο βυθό, με επίπεδες μολυβήθρες που εφαρμόζουν εντελώς στον αμμώδη βυθό. Το κάρφωμα πρέπει να είναι γρήγορο και γερό, μόλις αντιληφθούμε το τσίμπημα του ψαριού που από μόνο του είναι βίαιο.Σε μερικά μέρη της Ευρώπης, ορισμένοι ερασιτέχνες ψαράδες συνηθίζουν τις ώρες που προηγούνται του δειλινού ή την αυγή να ψαρεύουν με εξακοντισμό χρησιμοποιώντας για δόλωμα κυματιστά επασημωμένα κουταλάκια πολύ βαριά, που αφήνονται στις περιοχές που αφρίζει η θάλασσα. Αυτή η μέθοδος ψαρέματος, επιτρέπει να πιάνουμε ψάρια ιδιαίτερα σημαντικά, ειδικό κοντό στις εκβολές των ποταμών. Στις ίδιες αυτές τοποθεσίες ένα αξεπέραστο και αποτελεσματικό δόλωμα είναι το ζωντανό χέλι, που αγκιστρώνεται απ’ τη ράχη και το παρουσιάζουμε στο βυθό ή και στα μισά νερά. με ή χωρίς τη βοήθεια φελλού με μολύβι. Αυτό το δόλωμα επιτρέπει το πιάσιμο και λαυρακιών που συχνά βρίσκονται στις ίδιες περιοχές. Τα ψαρέματα με εξακοντισμό ή με ζωντανό ή ψόφιο ψαροδόλι, γίνονται τόσο απ’ την ακτή όσο και στη θάλασσα. Από την ακτή με καλάμια εξακοντισμού που μπορούν να χρησιμεύσουν ιδανικά και για ψάρεμα βυθού με φουνταρισμένη πετονιά. Στη θάλασσα, δηλαδή από μια ελαφριά βάρκα αφήνεται ελεύθερη όταν η θάλασσα είναι ήρεμη με ένα κοντό καλάμι εξακοντισμού ή και με το χέρι όπως γίνεται πιο κοινά στη χώρα μας. Και οι δυο μέθοδοι δουλεύουν εκεί που σκάει το κύμα Απ’ τη βάρκα το ψάρεμα είναι πιο εύκολο επειδή τα δολώματα, στα μισά νερά ή στο βυθό καθώς και τα κουταλάκια δουλεύουν με την κίνηση του σκασίματος των κυμάτων.
http://www.psarema.info