γνωστό σε όλη την ελληνική επικράτεια για τη χρήση τους σε σαλάτες. Οι ζοχοί όμως είναι και ένα εκπληκτικό φάρμακο…
Το γένος Sonchus ανήκει στην οικογένεια των αστεριδών ή συνθέτων, μαζί με τις μαργαρίτες, τις γκαζάνιες, τους ηλίανθους, τα γαϊδουράγκαθα και άλλα παρόμοια φυτά, στη φυλή των κιχορίων, μαζί με παρόμοιας μορφολογίας και οικολογίας φυτά όπως το μαρούλι, το ραδίκι και το αντίδι.
Ήταν γνωστός στους αρχαίους Έλληνες για τις φαρμακευτικές ιδιότητές του και αναφέρεται ως σόγχος σε συγγράμματα του μεγάλου αρχαίου βοτανολόγου Θεόφραστου.
Όπως αναφέρει ο Γεννάδιος στο Φυτολογικόν Λεξικόν: “είναι κοσμοπολίτης, απαντά πανταχού συμβιβαζόμενος και συμμορφούμενος με το έδαφος και το κλίμα πάσης γωνίας της Γής ομοιάζει δ.δ. προς τους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι δεν έχουσι πατρίδα, δεν πονούσι διά την γενέτειρα αυτών γήν δουλεύουσι πάν Σύστημα και εις πάσαν χώραν· αρκεί να παχύνωνται, να φυτοβιώσι κάπου”.
Το φυτό είναι ποώδες και μονοετές, ύψους περίπου ενός μέτρου κατά την ωριμότητα. Όλο το φυτό είναι λείο και δροσερό στην υφή, με βλαστό σχεδόν πενταγωνικό με άνιση απόσταση μεταξύ των ακμών, κοίλο και χυμώδη, που κοκκινίζει κοντά στη βάση σε μεγάλα φυτά (κοινό χαρακτηριστικό παρόμοιων ποωδών φυτών, πιθανόν η χλωροφύλλη μειώνεται από εκείνες τις περιοχές κι εμφανίζονται οι ανθοκυανίνες, είτε για προστατευτικούς κατά του ήλιου ή κατά των εχθρών σκοπούς είτε επειδή η φωτοσύνθεση δεν γίνεται τόσο πολύ έτσι κι αλλιώς σ’εκείνα τα μέρη).
Τα φύλλα του φυτού μοιάζουν πολύ μ’αυτά χόρτων της ίδιας οικογένειας, μακρόστενα, λεία, οδοντωτά, σχισμένα εναλλάξ σε λοβούς πτεροειδώς και με πλατύ, χυμώδη μίσχο που στη βάση πλαταίνει υπερβολικά σχεδόν αγκαλιάζοντας το βλαστό, και φέρει πλευρικά μεμβρανώδεις προεκτάσεις, χαρακτηριστικό πολλών ποωδών φυτών, μάλλον για την αύξηση της φωτοσυνθετικής επιφάνειας.
Καλύτερα για βρώση είναι τα νεαρά φυτά ή τα νεαρά φύλλα και οι κορυφές, ακόμα και οι ανώριμοι καρποί, ως τα λιγότερο πικρά μέρη. Ωμό τρώγεται σαν μαρούλι, αλλά είναι πιο πικρό, ενώ με το βράσιμο η πικράδα φεύγει. Εξαιτίας της, στα κινέζικα λέγεται «κουτσάι», δηλαδή πικρό λαχανικό. Θρεπτικά είναι παρόμοιο μ’άλλα χόρτα, πλούσιο σε βιταμίνες και μέταλλα και χαμηλό αρκετά σε υδατάνθρακες, πρωτεΐνες και λίπη. Είναι μια τροφή δηλαδή που δε θα συντηρήσει ενεργειακά τον ανθρώπινο παμφάγο οργανισμό στις συνήθεις ποσότητες, αλλά θα δώσει απαραίτητες ποσότητες των απαιτούμενων βιταμινών και ιχνοστοιχείων.
Η θρεπτική του ανάλυση είναι για 100 γραμμάρια νωπό πλην της υγρασίας που ξεπερνά το 90%: 1,2% πρωτεΐνη, 0,3% λίπος, και 2,4% υδατάνθρακες, ενώ για ξηρή μάζα του ίδιου βάρους: 45% υδατάνθρακες, 28% πρωτεΐνη, 22% τέφρα (διάφορα μέταλλα κι άλατα), 5,9% φυτικές ίνες, 4,5% λίπος. Ποσοστά μετάλλων και βιταμινών στο ίδιο βάρος: 1500 mg ασβέστιο, 500 mg φώσφορος, 45,6 mg σίδηρος, μαγνήσιο, κάλιο, νάτριο και ψευδάργυρος σε ιχνώδεις ποσότητες, κι από βιταμίνες a 35 mg, b1 (θιαμίνη) 1,5 mg, b2 (ριβοφλαβίνη) 5 mg, b3 (νιασίνη) 5 mg, βιταμίνη c 60 mg.
Εάν έχετε στη περιοχή σας ζοχούς αλλά ο αριθμός τους είναι μικρός και θέλετε να συγκομίζετε για τη δική σας κατανάλωση ή για κάποιο ζώο, δε χρειάζεται να ξεριζώσετε τα φυτά, απλώς κόψτε τα χαμηλά, αρκεί να μείνουν κόμποι ή λίγα βασικά φύλλα στο φυτό, απ’όπου θ’αναπτυχθούν νέοι βλαστοί, περισσότεροι αλλά λεπτότεροι και κοντότεροι από τον αρχικό, τους οποίους μπορείτε να ξανακόψετε αργότερα. Το φυτό αυτό συχνότερα γίνεται ζιζάνιο παρά καλλιεργείται, αλλά εάν χρειαστεί να καλλιεργηθεί, οι βασικές του ανάγκες είναι ηλιόλουστη θέση και υγρό και πλούσιο έδαφος.
Όπως και κάθε φυτό ή χόρτο που γνώρισε ο άνθρωπος, ο ζοχός έχει χρησιμοποιηθεί φαρμακευτικά. Όλοι οι πολιτισμοί έψαχναν φαρμακευτικές ιδιότητες στα φυτά γύρω τους, επειδή μάλλον κάποτε θα είχαν παρατηρήσει κάποιες θετικές αντιδράσεις σε ασθενείς από συγκεκριμένα βότανα. Ο ζοχός χάρη στα μέταλλα, τις βιταμίνες και φυτικές ίνες που περιέχει καθίσταται μια πολύ υγιεινή τροφή. Χρησιμοποιήθηκε όπως και το ραδίκι ως διουρητικό, για την ενδυνάμωση του ήπατος και κατά των μολύνσεων.
Το κύριο συστατικό του χυμού του, το λακτουκάριο έχει ως ενεργό συστατικό τη λακτουκίνη από την οποία προέρχεται η λακτουκοπικρίνη, ουσίες (των ραδικιών) στις οποίες οφείλεται η πικρή τους γεύση.
Η λακτουκοπικρίνη έχει χρησιμοποιηθεί στην ιατρική για τις ιδιότητές της. Η ουσία αυτή «γλυκαίνει» τον πόνο και δρα ως αντισπασμωδικό, χωνευτικό, διουρητικό, υπνωτικό, ναρκωτικό και καταπραϋντικό.
Όπως όλα τα χόρτα ενδείκνυται για τη δυσκοιλιότητα, επίσης για ασθένειες του ήπατος. Είναι συστατικό της μεσογειακής διατροφής και μας προφυλάσσει από καρδιαγγειακές παθήσεις και παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος.
Μειώνει τους πόνους στους μυς και τις αρθρώσεις αλλά δεν συνιστά θεραπεία των αιτίων που τους προκαλεί, είναι ωφέλιμο σε βλεννόρροια, παθήσεις των ματιών και χρόνιες πληγές. Είναι διουρητικό και καθαρτικό. Το έλαιο των σπόρων του φυτού, έχει αντιπυρετικές ιδιότητες.
Πηγή: via
Συμβουλεύεστε πάντα το γιατρό σας. Η χρήση όσων αναφέρονται είναι αποκλειστικά και μόνον δική σας ευθύνη.
https://www.destora.com