Όλος ο κόσμος της Σύρου μ' αγαπούσε πολύ, διότι κι εγώ ήμουν Συριανός και το είχαν καμάρι οι Συριανοί.
Κάθε καλοκαιράκι με περίμεναν να πάω στη Σύρο να παίξω και να γλεντήσει όλη η Σύρα μαζί μου. Τ
ο 1937 πήρα μαζί μου τον Μπάτη, τον αδελφό μου τον μικρό και τον πιανίστα Ραβερτάκη και πήγα για πρώτη φορά στη Σύρο, είκοσι χρόνια αφ΄ότου έφυγα από το νησί. Το λέω και στο τραγούδι:
Σε είκοσι χρόνια δυο φορές
ήρθα να σ'αντικρίσω
και με το μπουζούκι μου
γλυκά να τραγουδήσω.
Πρωτόπαιξα, λοιπόν, σ' ένα μαγαζί στην παραλία, μαζεύτηκε όλος ο κόσμος.
Κάθε βράδυ γέμιζε ο κόσμος το μαγαζί κι έκατσα περίπου δύο μήνες. Εγώ, όταν έπαιζα και τραγουδούσα κοίταζα πάνω κάτω, αδύνατο να κοιτάξω τον κόσμο, τα έχανα.
Εκεί όμως που έπαιζα, σηκώνω μια στιγμή το κεφάλι και βλέπω μια ωραία κοπέλα. Τ
α μάτια της ήταν μαύρα. Δεν ξανασήκωσα το κεφάλι, όλο το βράδυ την σκεφτόμουν, την σκεφτόμουν... Πήρα, λοιπόν, μολύβι κι έγραψα πρόχειρα.
Μια φούντωση, μια φλόγα έχω μέσα στη καρδιά.
Λες και μου'χεις κάνει μάγια. φραγκοσύριανη γλυκιά...
Ούτε και ξέρω πως την λέγανε, ούτε και κείνη ξέρει πως γι'αυτή μιλάει το τραγούδι.
Όταν γύρισα στον Πειραιά, έγραψα την "Φραγκοσυριανή"
Από την αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη. Εκδόσεις Παπαζήση 1978.
aneiromai.blogspot.com