Το νερό των λαχανικών
Σε τόπους δροσερούς ή ολίγον υγρούς, μπορούν, πολλά από τα λαχανικά να καλλιεργηθούν και ξερικά. Ωστόσο όμως τα περισσότερα είδη δεν επιτυγχάνουν παρά με τα αναγκαία ποτίσματα. Ο κάθε καλλιεργητής, επομένως, εκτός από το έδαφος, πρέπει να εξασφαλίζει απαραιτήτως και το νερό, από το οποίο, κυρίως, θα κανονίζει την έκταση και τα είδη των λαχανικών που πρόκειται να καλλιεργήσει.
Το απαιτούμενο νερό, για ένα λαχανόκηπο, δεν είναι εύκολο να υπολογιστεί, γιατί εξαρτάται, από το κλίμα, την σύσταση του εδάφους, το είδος των φυτών και ακόμη, τον τρόπο του ποτίσματος. Ως τόσο όμως, για μέτρια ελαφρά χώματα, θεωρούν ως αναγκαίο ποσό νερού, 40—50 κυβ. μ. κατά στρέμμα και με συνήθη λαχανικά.
Ο κηπουρός, συνεπώς, με αυτή τη βάση μπορεί να γνωρίζει περίπου τι νερό χρειάζεται για ορισμένη έκταση, λαμβάνοντας υπόψη και όλους τούς άλλους όρους του κτήματός του, καθώς και τα είδη των λαχανικών που πρόκειται να καλλιεργήσει.
Η ποιότητα του νερού
Όλα τα πόσιμα νερά είναι καλά για ποτίσματα. Μεταξύ όμως αυτών, καλύτερα θεωρούνται τα τρεχούμενα, των ποταμών, των πηγών, και των λιμνών και κατά δεύτερο λόγο, των πηγαδιών, των αρτεσιανών και τελμάτων. Κατώτερα είναι τα θειούχα, τα γλυφά, τα αλμυρά και τα πολύ ασβεστούχα, τα όποια πάντοτε σχηματίζουν κρούστα.
Στο ζήτημα των ποτισμάτων των λαχανικών, πολύ μεγάλη σημασία έχει, επίσης, και η θερμοκρασία του νερού, κατά την χρησιμοποίηση του. Όταν αυτό, κατά τα ποτίσματα, είναι ψυχρό η βλάστηση καθυστερεί, τα φυτά υποφέρουν και αν τυχόν βρίσκονται στην άνθηση, δεν δένουν και χάνουν τα λουλούδια τους. Πρέπει, λοιπόν, το νερό να μην είναι πολύ κρύο, αλλά να έχει ανάλογη θερμοκρασία προς εκείνη του εδάφους, ουδέποτε όμως χαμηλότερη. Γενικώς, όταν η θερμοκρασία του είναι κάτω των 8—9 βαθμών, δεν εξεγείρει την βλάστηση, η οποία δεν αναπτύσσεται, όταν δε υπερβεί τούς 30 βαθμούς, τότε τη βλάπτει.
Το νερό την μεγαλύτερη επίδραση παρουσιάζει σε θερμοκρασία 25—30 βαθμούς, εάν και η γη, εννοείται, έχει την ίδια θερμοκρασία περίπου.
Σε όλες τις περιπτώσεις, το νερό, πριν χρησιμοποιηθεί για ποτίσματα, πρέπει να είναι καλά αερισμένο, για να αποκτά αρκετό οξυγόνο απαραίτητο στη χημική διάλυση των τροφών.
Για τον λόγο αυτόν στα λαχανόκηπο πρέπει να υπάρχει δεξαμενή, όταν μάλιστα το νερό προέρχεται από πηγάδια, αρτεσιανά ή είναι πολύ ασβεστούχο. Στη δεξαμενή, όπου μένει εκτεθειμένο στον ήλιο αποκτά την θερμοκρασία που πρέπει, αερίζεται και παίρνει το ανάλογο οξυγόνο που είναι χρήσιμο, και εάν έχει πολλή ασβέστη, η περίσσεια κατακάθεται και το νερό γίνεται καταλληλότερο για ποτίσματα.
Όπως έγινε λόγος προηγουμένως, το μέγεθος μιας δεξαμενής κανονίζεται από το διαθέσιμο ή αναγκαίο νερό και από την έκταση του λαχανόκηπου που πρόκειται να εξυπηρετήσει. Κατά μέσον όρο, για έκταση 5 στρεμ., η δεξαμενή πρέπει να χωρεί 50—60 κυβ. μ. νερό τουλάχιστον.
Τρόποι ποτισμάτων
Τα ποτίσματα γίνονται κατά διαφόρους τρόπους, σύμφωνα με την επιφάνεια της γης, τα είδη των καλλιεργούμενων λαχανικών και τις τοπικές συνήθειες. Οι συνηθέστεροι όμως τρόποι είναι με πλημμύρισμα, με κατάβρεγμα και με αυλάκια.
1) Το πότισμα με πλημμύρισμα γίνεται μόνο σε ισοπεδωμένες βραγιές είτε σε σποριές, όπου το νερό κατακλύζει ολόκληρη την επιφάνεια και έρχεται σ' επαφή με τα φυτά, απ’ ευθείας. Κάθε αυλάκι που οδηγεί στο νερό πρέπει να γίνεται κοινό για κάθε δύο σποριές ώστε να ποτίζονται αμφότερες .
Το πότισμα αυτό συνηθίζεται για λαχανικά που αρέσκονται στο πολύ νερό και δεν βλάπτονται από την επαφή του.
2) Στο πότισμα με κατάβρεγμα, το νερό σκορπίζεται με ποτιστήρια του χεριού ή με εκτοξευτικούς σωλήνες, είτε ακόμη και με ειδική εγκατάσταση, δηλ. τεχνητή βροχή. Κατά τη τελευταία περίπτωση, το πότισμα γίνεται αυτομάτως.
Γενικώς, το πότισμα με κατάβρεγμα είναι κατάλληλο μάλλον για επιπολαιόρριζα λαχανικά και για μικρές εκτάσεις. Τούτο πρέπει, να γίνεται κατά τις βραδινές ώρες, ουδέποτε δε με καυτερό ήλιο, επειδή οι σταγόνες που μένουν στα φύλλα ενεργούν σαν φακοί και τα καίνε.
3) Το πότισμα με αυλάκια εφαρμόζεται για λαχανικά που φυτεύονται σε γραμμές ή τριβάδια.
Στο σύστημα αυτό γίνεται μεγάλη οικονομία νερού και τα φυτά το δέχονται με απορρόφηση, χωρίς καθόλου να τα αγγίζει. Όπου υπάρχει έλλειψης νερού, το πότισμα με αυλάκια πρέπει να θεωρείται προτιμότερο από όλους τούς παραπάνω τρόπους.
Ο αριθμός των ποτισμάτων είναι αδύνατον να οριστεί γιατί εξαρτάται από το έδαφος, από την εποχή, από τα λαχανικά και από τον τρόπο που καλλιεργούνται. Κατά κανόνα, όσο το έδαφος είναι ελαφρό, είτε η εποχή είναι ξηρά και ζεστή, τα ποτίσματα πρέπει να είναι συχνότερα και αφθονότερα. Αντιθέτως δε, όσο τα χώματα είναι πιο σφικτά και δροσερά, είτε η εποχή είναι βροχερή ή τα λαχανικά λιγότερο υδροχαρή, τόσο και τα ποτίσματα πρέπει να περιορίζονται και να γίνονται αναλόγως ελαφρότερα.
Οπωσδήποτε, τα ποτίσματα πρέπει να γίνονται σε κατάλληλη στιγμή και πάντοτε πριν τα φυτά διψάσουν, αλλιώς χάνουν τη βλαστική τους διάθεση και το χειρότερο δεν επανέρχονται γρήγορα στη πρώτη τους κατάσταση. Στη κάθε φορά, το νερό τους πρέπει να είναι αρκετό για να φτάνει στις ρίζες των λαχανικών, χωρίς όμως και να σκεπάζει μέρος ή όλο το φύλλωμά τους.
Κατά γενικό όρο, τα πλατύφυλλα λαχανικά έχουν ανάγκη από πολύ και άφθονο νερό, για να μπορέσουν να κάμουν μεγάλα και τρυφερά φύλλα. Όταν δεν ποτίζονται επαρκώς ζαρώνουν, ανθίζουν παράκαιρα και η παραγωγή των είναι ελάχιστη και κατωτέρας ποιότητος.
Τα λαχανικά πού προορίζονται για καρπούς ή σπόρους, απεναντίας δεν θέλουν πολύ νερό, μάλιστα δε, κατά την άνθηση δεν πρέπει να ποτίζονται παρά μετά το δέσιμο και χωρίς να γίνεται κατάχρηση. Εξ αυτών, πολλά ποτίσματα απαιτούν ορισμένα είδη, κυρίως, τα κολοκυνθώδη. Τέλος τα κονδυλόρριζα και τα βολβώδη αρέσκονται και δίνουν καλλίτερα αποτελέσματα με τη χρήση μετρίων ποτισμάτων.
Οι καλύτερες ώρες για την εκτέλεση των ποτισμάτων είναι:
Για την εαρινή, φθινοπωρινή ή χειμερινή περίοδο, οι πρωινές ώρες
Για την καλοκαιρινή περίοδο, οι βραδινές
Με καυτερό ήλιο τα ποτίσματα, γενικώς, πρέπει να αποφεύγονται.
Πηγή: Ο πρακτικός οδηγός του λαχανόκηπου-Λάμπρου Οικονομίδου-Αθήναι 1940