Τρίτη 8 Φεβρουαρίου 2011

Απολύμανση εδάφους, λιπάνσεις, ποτίσματα


H απολύμανση του εδάφους έχει ως σκοπό την καταστροφή των παθογόνων βακτηρίων, μυκήτων και εντόμων που ζουν στο έδαφος, καθώς και την καταστροφή των σπόρων των ζιζανίων που υπάρχουν στο έδαφος. Είναι γνωστό ότι η άνοδος της θερμοκρασίας στο έδαφος καταστρέφει τους οργανισμούς και τους σπόρους των διαφόρων ζιζανίων που υπάρχουν μέσα σ' αυτό.
Οι απαιτούμενες θερμοκρασίες εδάφους, για να καταστραφούν οι διάφοροι οργανισμοί και οι σπό­ροι των ζιζανίων που υπάρχουν μέσα σ' αυτό, φαίνονται στον παρακάτω πίνακα
Διακρίνουμε δύο ειδών απολυμάνσεις:
Απολύμανση εδάφους με ατμό.
Μ' έναν αλουμινένιο σωλήνα με διάμετρο 2 ίντσες, ο οποίος έχει και από τις δύο πλευρές ανά 30 cm τρύπες με διάμετρο 6 mm, διοχετεύεται ατμός. Δεξιά και αριστερά από το σωλήνα τοποθετείται το έδαφος, ανά 60 cm πλάτος και πάχος 5 -10 cm καθώς και τα διάφορα εργαλεία και πλαίσια Το μήκος του σωλή­να μπορεί να είναι 15 - 30 m ανάλογα με την πίεση των ατμών που διοχετεύεται με ειδικό μηχάνημα παραγωγής ατμού. Όλο το συγκρότημα σκεπάζεται με νάιλον για να μη διαφεύγει ο ατμός. Η θέρμανση του εδάφους μπορεί να φθάσει τους 82°C για 30' οπότε γίνεται και η απολύμανση. Μίγμα ατμοσφαιρικού αέρα και α­τμού κατεβάζει τη θερμοκρασία στους 60°C, αλλά η απολύμανση του εδάφους δεν είναι πλήρης. Αποφεύγονται όμως τα τοξικά φαινόμενα που παρουσιάζονται στις υψηλές θερμοκρασίες.
Θέρμανση του εδάφους σε 85°C και πάνω έχει ως αποτέλεσμα την αποσύνθεση διαφόρων χημικών ουσιών που υπάρχουν στο έδαφος και τη δημιουργία σε μεγάλες ποσότητες διαλυτών αλάτων Ν, Mg, Ρ και Κ. Ας σημειωθεί ακόμα ότι η ΝΗ3 (αμμωνία) κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων μετά την απολύμανση με ατμό, υπάρχει σε τέτοιες ποσότητες μέσα στο έδαφος που είναι τοξική για τα φυτά. Η συγκέντρωση υψηλών ποσοτήτων αμμωνίας στο έδαφος δημιουργείται από τη διάσπαση των οργανικών ουσιών που επιταχύνεται στις υψηλές θερμοκρασίες. Γι' αυτό πρέπει να περιμένομε 3-6 εβδομάδες για να χρησιμοποιήσουμε το έδαφος για φύτευση.
β) Απολύμανση του εδάφους με χημικές ουσίες.
Οι χημικές ουσίες καταστρέφουν τους οργανισμούς που βρίσκονται μέσα στο έδαφος, χωρίς να προκαλούν διάσπαση των φυσικών και των χημικών υλικών του. (π.χ. λιπασμάτων)
Για να έχομε με την εφαρμογή των χημικών ουσιών ικανοποιητικά αποτελέσματα, το έδαφος πρέπει να έχει υγρασία από 48% - 80% της υδατοϊκανότητας του και η θερμοκρασία του να είναι από 18 - 24°C. Χημικές ουσίες που χρησιμοποιούμε για την απολύμανση του εδάφους είναι:
1) Φορμαλδεΰδη.
Είναι καλό μυκητοκτόνο με μεγάλη διεισδυτική ικανότητα. Καταστρέφει πολλούς σπόρους ζιζανίων, αλλά δεν έχομε ικανοποιητικά αποτελέσματα όσον αφορά την καταστροφή των νηματωδών και των εντόμων. Για τα εμπορικά παρασκευάσματα ακολουθούμε κατά τη χρησιμοποίηση του τις οδηγίες του παρασκευαστή και περιμένομε 2 εβδομάδες, ώσπου να απομακρυνθεί όλη η φορμαλδεΰδη.
2) Χλωροπικρίνη.
Εισάγεται μέσα στο έδαφος μ' έναν εγχυτήρα σε βάθος 10 - 20 cm — υπολογίζεται ότι το 60% των παθογόνων μικροοργανισμών του εδάφους βρίσκονται και ζουν μέσα στο έδαφος μέχρι βάθους 20 cm — και σε θέσεις που να απέχουν μεταξύ τους 20 - 25 cm. Το έδαφος καλύπτεται με νάιλον για τρεις μέρες και μετά αφήνετε να αερισθεί για 10 ημέρες. Η Χλωροπικρίνη είναι αποτελεσματική για τους νηματώδεις, τα έντομα και για πολλούς σπόρους ζιζανίων, αλλά όχι και για τους μύκητες. Ακόμη είναι πολύ τοξική για τα φυτά.
3) Βρωμιούχο Μεθύλιο.
Αυτή η δύσοσμη και πτητική χημική ουσία είναι πολύ τοξική για τον άνθρωπο. Πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε ανοικτούς χώρους και από ενήλικα άτομα. Πολλοί νηματώδεις, έντομα, σπόροι ζιζανίων και μερικοί μύκητες καταστρέφονται από το βρωμιούχο μεθύλιο. Εφαρμόζεται με έγχυση μέσα στο έδαφος 2 kg σε κάθε 10 m2. Το έδαφος καλύπτεται με πλαστικό και γύρω-γύρω στις άκρες του πλαστικού ρίχνουμε επάνω χώμα για να μη διαφύγει το αέριο. Το πλαστικό πρέπει να. παραμείνει πάνω στο έδαφος 48 ώρες. Η διάχυση του αερίου βρωμιούχο μεθυλίου στους πόρους του εδάφους απολυμαίνει το έδαφος σε βάθος 30 cm. Η ίδια εργασία μπορεί να γίνει και στα μίγματα εδάφους που έχομε σε σωρούς. Και στις δύο περιπτώσεις αφήνετε το έδαφος η το μίγμα να αερισθεί για 2 - 3 "μέρες. Μπορεί να γίνει και συνδυασμός βρωμιούχο μεθυλίου και χλωροπικρίνης, αλλά τότε το έδαφος πρέπει να μείνει 12-14 ημέρες για να αερισθεί.
4) Βαπάμ (Vapam).
Είναι διαλυτό στο νερό και μπορεί να χρησιμοποιηθεί με πότισμα. Καταστρέφει σπόρους ζιζανίων, τους περισσότερους μύκητες του εδάφους, και κάτω από κατάλληλες συνθήκες τους νηματώδεις. Κατά την εφαρμογή του ακολουθούμε τις οδηγίες του κατασκευαστή. Για να φυτέψουμε φυτά στο έδαφος πρέπει να περάσουν βδομάδες. Η τοξικότητα του για τον άνθρωπο είναι χαμηλή। Εκτός από τα χημικά απολυμαντικά εδάφους που αναφέραμε, υπάρχουν και αλλά που κυκλοφορούν στο εμπόριο και πρέπει κατά την εφαρμογή τους να ακολουθούμε πάντοτε τις οδηγίες του κατασκευαστή.
Λιπάνσεις — Αρδεύσεις.
Τα φυτά για να αναπτυχθούν και να αποδώσουν ικανοποιητικά, χρησιμοποιούν τα θρεπτικά στοιχεία του εδάφους τα οποία παίρνουν με το εδαφικό υδατοδιάλυμα. Τα κύρια θρεπτικά στοιχεία είναι: το άζωτο, ο φώσφορος και το κάλιο τα οποία χρησιμοποιεί το φυτό σε μεγάλες ποσότητες. Τα δευτερεύοντα θρεπτικά στοιχειά
είναι: το ασβέστιο, το θείο και το μαγνήσιο από τα οποία τα φυτά χρησιμοποιούν μικρές ποσότητες. Τα ιχνοστοιχεία, από τα οποία τα φυτά χρησιμοποιούν ελάχιστες ποσότητες, είναι: ο σίδηρος, ο ψευδάργυρος, ο χαλκός, το βόριο, το μαγγάνιο, το μολυβδαίνιο και το χλώριο. Όλα τα παραπάνω θρεπτικά στοιχεία παίρνονται από τα φυτά με τη μορφή ιόντων που βρίσκονται διαλυμένα μέσα στο νερό του εδάφους.
Από τον ατμοσφαιρικό αέρα τα φυτά παίρνουν το διοξείδιο του άνθρακα και το οξυγόνο και από το έδαφος τα θρεπτικά στοιχεία που αναφέραμε, και το νερό. Πολλές φορές τα θρεπτικά στοιχεία που αναφέραμε, δε βρίσκονται στο έδαφος και επειδή είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη του φυτού, τα προσθέτουμε εμείς.
Λιπάνσεις.
Η προσθήκη των θρεπτικών ουσιών στο έδαφος ή η λίπανση, όπως λέγεται, του εδάφους, γίνεται με τα λιπάσματα. Λίπασμα καλείται κάθε ουσία που περιέχει ένα ή περισσότερα θρεπτικά στοιχεία τα οποία παίρνουν τα φυτά για την ανάπτυξη τους. Οι γενικές αρχές που διέπουν τις λιπάνσεις είναι:
α) Έχομε μέγιστη απόδοση των φυτών όταν όλοι οι συντελεστές παραγωγής (φυσικοχημική κατάσταση του εδάφους, εδαφικό νερό, φως, θερμοκρασία, σχετική υγρασία ατμοσφαιρικού αέρα κλπ.) βρίσκονται στις ευνοϊκότερες αναλογίες για το φυτό. Στην αντίθετη περίπτωση η απόδοση του φυτού εξαρτάται και συμβαδίζει με το συντελεστή που βρίσκεται σε μη ευνοϊκή αναλογία με αποτέλεσμα οι αποδώσεις των φυτών να μειώνονται.
β) Το είδος, η ποικιλία του φυτού και ο σκοπός της καλλιέργειας (άνθη, φύλλωμα, καρποί) διαμορφώνουν ανάλογα τη λίπανση. Γενικά, φυτά που καλλιεργούνται για το πλούσιο φύλλωμα τους έχουν ανάγκη από μεγαλύτερες ποσότητες αζώτου ενώ φυτά που καλλιεργούνται για άνθη χρειάζονται μεγαλύτερες ποσότητες φωσφόρου και καλίου.
γ) Τα «ελαφρά» εδάφη (αμμώδη) χρειάζονται περισσότερες ποσότητες λιπασμάτων από τα αργιλώδη. Τα λιπάσματα ρίχνονται περισσότερες από μια φορές στα αμμώδη εδάφη για να μην ξεπλένονται από τα νερά της βροχής ή των ποτισμάτων και χάνονται για το φυτό.
δ) Κατά την εκλογή των διαφόρων τύπων λιπασμάτων , πρέπει να έχομε υπόψη μας και την επίδραση τους στο εδαφοδιάλυμα (επηρεασμός του ρΗ).
ε) Όλα τα λιπάσματα μέσα στο έδαφος μετατρέπονται τελικά σε ενώσεις οι οποίες καθορίζονται από τον τύπο του εδάφους. Μια συνηθισμένη δόση λιπάσματος φθάνει τα 25-50 kg/στρέμμα. Το λίπασμα αυτό ενσωματώνεται μέσα στο έδαφος (με σκάψιμο, όργωμα ή φρεζάρισμα) σε βάθος 20 cm περίπου. Στρώμα εδάφους με το ίδιο πάχος ζυγίζει περίπου 230.000 kg. Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι το έδαφος, λόγω του μεγάλου βάρους του συγκριτικά με τη μικρή ποσότητα του λιπάσματος, επικρατεί και επιδρά στο λίπασμα, καθορίζοντας και τις ενώσεις οι οποίες θα σχηματισθούν. Έτσι το έδαφος έχει την ικανότητα να ρυθμίζει τις ποσότητες των θρεπτικών στοιχείων που θα συγκράτηση ή θα απελευθερώσει για τα φυτά.
στ) Οι λιπάνσεις πρέπει να συνοδεύονται και με τις ανάλογες αρδεύσεις. Όταν σε έδαφος με λίγη υγρασία προσθέσουμε ικανές ποσότητες λιπασμάτων, μπορεί να
δημιουργηθούν για τα φυτά τεχνικές συνθήκες μαράνσεως εξαιτίας της αυξήσεως της οσμωτικής πιέσεως του εδαφοδιαλύματος και κατά συνέπεια της ολικής δυνάμεως συγκρατήσεως της εδαφικής υγρασίας από το έδαφος. Αυτό πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα όταν λιπαίνουμε φυτά που βρίσκονται μέσα σε δοχεία (γλάστρες, ζαρντινιέρες, κλπ.) για να μην έχομε δυσμενή αποτελέσματα στην ανάπτυξη των φυτών ή και την ολοκληρωτική καταστροφή τους.
ζ) Η ανάλυση του εδάφους καθώς και η ανάλυση του φυτού δεν μπορεί να μας καθορίσει απόλυτα την ποιότητα και την ποσότητα του λιπάσματος που θα προσθέσομε στο έδαφος. Τέτοιες πληροφορίες όμως είναι πολύ χρήσιμες για την καλύτερη επιλογή και χρήση των λιπασμάτων. Αν οι σχετικές αναλύσεις συνοδεύονται και με συγκριτικά πειράματα για την απόδοση των. φυτών, τότε έχουμε σαφέστερη γνώση για την ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που μπορούν να αφομοιώσουν τα φυτά από το συγκεκριμένο έδαφος.
η) Τα συμπτώματα ελλείψεως (τροφοπενίες) των θρεπτικών στοιχείων που παρατηρούνται πάνω στα φυτά, αποτελούν μια γρήγορη και αξιόπιστη μέθοδο διάγνωσης των αναγκών των φυτών. Όμως τα συμπτώματα της ελλείψεως δεν γίνονται πάντοτε αντιληπτά και καθυστερεί, μερικές φορές ανεπανόρθωτα, η προσθήκη του στοιχείου που λείπει
θ) Το αμμωνιακής μορφής άζωτο χρησιμοποιείται για βασική λίπανση και ο εφοδιασμός του εδαφοδιαλύματος με ιόντα +ΝΗ4 είναι μακροχρόνιος και συνεχής. Τα νιτρικής μορφής λιπάσματα αποδίδουν άζωτο αμέσως αφομοιώσιμο και γι΄αυτό λιπαίνομε με τέτοια λιπάσματα πάντοτε κατά τη βλαστική περίοδο του φυτού.
ι) Ο φώσφορος δε μετακινείται μέσα στο έδαφος, γι΄αυτό και πρέπει, κατά το δυνατόν, η λίπανση να εφαρμόζεται κοντά στο ριζόστρωμα των φυτών. Πρέπει να ανακατεύεται πολύ καλά όταν προστίθεται στα μίγματα.
ια) Το κάλιο έχει μεγαλύτερη κινητικότητα από το φώσφορο, μικρότερη όμως από το άζωτο. Στα αμμώδη εδάφη ξεπλένεται εύκολα με τα νερά της βροχής η με τα συχνά ποτίσματα που επιβάλλονται άλλωστε σε τέτοια μηχανικής συστάσεως εδάφη.
ιβ) Μεγάλες ποσότητες αλάτων στο έδαφος ή κυρίως στα μίγματα εδάφους περιορίζουν την αύξηση των φυτών, προκαλούν «κάψιμο» στα φύλλα και τελικά οδηγούν το φυτό στο θάνατο. Υπερβολικές λιπάνσεις, κυρίως στα φυτά που αναπτύσσονται μέσα σε δοχεία οδηγούν γρήγορα στη συσσώρευση αλάτων στο έδαφος με όλα τα δυσμενή επακόλουθα.
Περιοδικά ξεπλύματα του εδάφους με νερό φυσικά χωρίς να έχει άλατα, μας βοηθούν στο να φύγουν τα άλατα από το έδαφος (τα ξεπλύματα μπορούν να γίνουν κάθε 3 ή 6 ή 12 εβδομάδες ανάλογα
Η Τεχνική της λιπάνσεως.
Ένα καλό πρόγραμμα λιπάνσεων των φυτών είναι αυτό που δίνει αργά και σταθερά τα θρεπτικά στοιχεία στα φυτά. Περιλαμβάνει προσθήκη λιπασμάτων στο έδαφος μια ή δυο φορές το χρόνο (κατά προτίμηση αργά το φθινόπωρο) και συμπληρώνεται με πρόσθετες λιπάνσεις ειδικά κατά την περίοδο της αναπτύξεως των φυτών.
Το άζωτο, ο φώσφορος και το κάλιο είναι στοιχεία που πρέπει πάντοτε να υπάρχουν στο έδαφος ή στα μίγματα εδάφους, γιατί αυτά κυρίως βοηθούν στην ανάπτυξη του φυτού। Τα ρίχνουμε στο έδαφος πριν από τη σπορά ή τη φύτευση των φυτών σε μορφή οργανικών λιπασμάτων (κοπριά κλπ.) ή με τα διάφορα χημικά λιπάσματα
Η βασική λίπανση για τις πολυετείς καλλιέργειες γίνεται στο τέλος κάθε βλαστικού κύκλου (π.χ. Νοέμβριο) και επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο. Για τις μονοετείς καλλιέργειες γίνεται πριν από τη σπορά ή τη μεταφύτευση στις μόνιμες θέσεις. Για μια καλή βασική λίπανση, για τα διάφορα μίγματα εδάφους που χρησιμοποιούμε, ανακατεύουμε 2 κουταλιές του τσαγιού (γεμιστές) κάθε 10 dm3 εδάφους από το μίγμα των παρακάτω λιπασμάτων:
5 kgr οστεάλευρα.
5 kgr απλό υπερφωσφορικό.
Τ kgr θειικό κάλιο.
* Η γλάστρα έχει μέγεθος 15 cm. Η διάλυση γίνεται σε 100 cm3 νερό. Σε κάθε γλάστρα ρίχνομε 10 cm3 διαλύματος.
Ως συμπληρωματική λίπανση δίνεται στην περίοδο της ταχείας αναπτύξεως των φυτών, υδρολίπανση κάθε 15 - 30 ημέρες ανάλογα και με την ανάπτυξη των φυτών. Γι' αυτό το σκοπό μέσα σε 4 λίτρα νερό διαλύουμε μία κουταλιά (του τσαγιού) νιτρικό κάλιο και μία νιτρική αμμωνία. Μπορούμε να κάνουμε και διάφορους συνδυασμούς λιπασμάτων υπολογίζοντας καλά τις ποσότητες που χρειάζονται και με τη συμβολή πάντοτε των Πινάκων
Για την επιχειρηματική ανθοκομία, όπου οι λιπάνσεις δίνονται μέσα από το σύστημα ποτίσματος των φυτών, μπορούμε να ακολουθήσουμε την παρακάτω μέθοδο:
Διαλύουμε μέσα σε νερό 100 It, νιτρική αμμωνία 1 5 kgr, φωσφορική αμμωνία 4,5 kgr, χλωρικό κάλιο 6 kgr.
Τα παραπάνω χημικά λιπάσματα πρέπει να διαλυθούν τελείως στο νερό. Πριν δοθεί στα φυτά, η διάλυση αραιώνεται (1 μέρος διαλύματος προς 200 μέρη νερού) για την περισσότερο ομοιόμορφη διανομή των λιπασμάτων.
Ειδικά για το μικτό λίπασμα XL 60 (15'- 30 - 15) μπορούμε να διαλύσομε 100 - 125 gr σε 100 It νερού και να ρίξουμε το διάλυμα στο έδαφος υπολογίζοντας περίπου 4 It για κάθε τετραγωνικό μέτρο εδάφους.
Τελικά για τη λίπανση των φυτών που καλλιεργούνται μέσα σε δοχεία, μπορούμε να στηριχθούμε στις παρακάτω βασικές αρχές:
α) Κατά τη σύνθεση των μιγμάτων εδάφους, ανακατεύουμε και τα χημικά λιπάσματα σαν βασική λίπανση, σε αναλογία 1-2 kgr (πλήρες λίπασμα η φωσφοριοκαλιούχον) ανά 100 kgr μίγματος εδάφους.
β) Για τις συμπληρωματικές λιπάνσεις, κατά την περίοδο αναπτύξεως των φυτών, χρησιμοποιούμε τις υδρολιπάνσεις σε μια αναλογία 1 - 2 gr λιπάσματος σε ένα λίτρο νερού και υδρολιπαίνομε .κάθε 15 - 30 ημέρες ανάλογα με το στάδιο αναπτύξεως των φυτών.
γ) Πάντοτε η υδρολίπανση σε δοχεία (γλάστρες, ζαρντινιέρες κλπ.) πρέπει να γίνεται όταν στο έδαφος υπάρχει υγρασία και ποτέ όταν το έδαφος είναι ξερό. Μάλιστα, φροντίζουμε να διατηρούμε την υγρασία του εδάφους μέσα στα δοχεία και τις επόμενες μέρες από την υδρολίπανση.
Οι τρόποι τώρα με τους οποίους εφαρμόζονται οι λιπάνσεις είναι οι παρακάτω:
α) Όταν υπάρχει σύστημα αρδεύσεως, μαζί με το νερό, εισάγονται και οι ποσότητες των υδατοδιαλυτών λιπασμάτων σε αναλογία ενός μέρους διαλύματος λιπασμάτων σε 100 η 200 μέρη νερού. Υπάρχουν σήμερα αρκετά συστήματα με τα οποία εισάγουμε αναλογικά μέσα στις γραμμές «αρδεύσεως τις ποσότητες του πυκνού διαλύματος των λιπασμάτων.
β) Όταν ποτίζαμε γλάστρες με λάστιχο (με τα χέρια), τότε με μια απλή σύνδεση ενός σωλήνα με μικρή διάμετρο που βρίσκεται το ένα άκρο του μέσα στο διάλυμα και το άλλο στη σύνδεση του λάστιχου με τη βρύση, γίνεται η αναρρόφηση του διαλύματος των λιπασμάτων। Το νερό που τρέχει μέσα στο λάστιχο του ποτίσματος παρασύρει και το διάλυμα και έτσι ποτίζουμε και λιπαίνουμε συγχρόνως
γ) Όταν λιπαίνουμε περιοχές στο ύπαιθρο, εφαρμόζουμε βασική λίπανση πριν από τη σπορά ενσωματώνοντας τα λιπάσματα μέσα στο έδαφος σκάψιμο, φρεζάρισμα ή και με μια τσουγκράνα όταν το έδαφος είναι καλλιεργημένο. Όταν τα φυτά μεγαλώσουν, ρίχνουμε σε δυο γραμμές το λίπασμα σε απόσταση 1 5 cm από τη γραμμή των φυτών
δ) Όταν έχουμε να λιπάνουμε μεγάλο φυτό, υδρολιπαίνομε σε κύκλο, ανάλογα με το μέγεθος του φυλλώματος των φυτών, και πάντοτε σε απόσταση από τον κορμό του φυτού. Ακολουθεί πάντοτε πότισμα, για να φθάσει το λίπασμα βαθιά στην περιοχή των ριζών
ε) Όταν έχομε μεγάλα δένδρα, εφαρμόζουμε λιπάνσεις σε κάθε δένδρο χωριστά. Έτσι μπορούμε να εφαρμόσουμε λιπάνσεις σε βάθος, υδρολιπάνσεις, επιφανειακή λίπανση και διαφυλλική λίπανση.
Η διαφυλλική λίπανση συνίσταται στον ψεκασμό των φύλλων με αραιές διαλύσεις λιπασμάτων και έχει αξία μόνο στις περιπτώσεις που παρουσιάζονται ελλείψεις θρεπτικών στοιχείων εξαιτίας της αδυναμίας των φυτών να παραλάβουν την τροφή τους από το έδαφος (π।χ. καταστροφή των ριζών, ασθένειες στα αγγεία των φυτών κλπ.).
Το νερό αποτελεί τα 80-90% του βάρους των αυξανομένων ιστών και 60-80% του βάρους του φυτού. Όλες σχεδόν τις θρεπτικές ουσίες τα φυτά τις παραλαμβάνουν από το έδαφος διαλυμένες στο νερό. Συνεπώς, για να αναπτυχθούν γρήγορα τα φυτά, πρέπει να υπάρχει ένα συνεχές «ρεύμα» νερού από τη ρίζα προς τα φύλλα όπου το νερό εξατμίζεται από τα στομάτια των φύλλων (διαπνοή). Τα κύτταρα των φυτών περιέχουν πάνω από 90% της συνολικής τους μάζας νερό και η χημεία του κυττάρου βασίζεται στην παρουσία του νερού ως διαλύτη. Το πρωτόπλασμα μόνο πάνω από ένα ορισμένο βαθμό διογκώσεως έχει την ικανότητα να κάνει τις διάφορες φυσιολογικές λειτουργίες. Αν το ποσό του νερού μέσα στο φυτό ελαττωθεί και πέσει κάτω από ένα ορισμένο όριο και κατά συνέπεια ελαττωθεί και ο βαθμός διογκώσεως του πρωτοπλάσματος, τότε παρατηρούμε περιορισμό των φυσιολογικών αντιδράσεων του φυτού και μετά από λίγο και τη μάρανση του φυτού. Ας σημειώσουμε ακόμα ότι κατά τη διαπνοή αποφεύγεται η υπερθέρμανση του φυτού.
Σημαντικές ποσότητες νερού φεύγουν (εξατμίζονται) και από την επιφάνεια του εδάφους. Οι ποσότητες αυτές συμπληρώνονται στο έδαφος με τις βροχές ή με τις αρδεύσεις.
Το άθροισμα της καταναλώσεως νερού με τη διαπνοή και με την εξάτμιση από την επιφάνεια του εδάφους ονομάζεται υδατοκατανάλωση ή εξατμισοδιαπνοή.
Παράγοντες που επηρεάζουν την υδατοκατανάλωση είναι:
Το είδος, η ποικιλία, το στάδιο αναπτύξεως και η πυκνότητα φυτεύσεως των
φυτών.
Η διάρκεια της περιόδου αναπτύξεως των φυτών.
Η θερμοκρασία, η υγρασία του ατμοσφαιρικού αέρα και η ταχύτητα των ανέμων.
Η εποχή του έτους καθώς και η ένταση και η διάρκεια της ηλιακής ακτινοβολίας.
Η μέθοδος αρδεύσεως (σύστημα αρδεύσεως).
Όλοι οι παραπάνω παράγοντες μπορούν να δρουν μαζί η χωριστά, ανάλογα με τις συνθήκες που υπάρχουν σ' ένα μέρος. Άνεμοι π.χ. θερμοί και ξεροί (όπως ο λίβας) είναι δυνατόν να καταστρέψουν τα φυτά, αν δεν προλάβουμε να συμπληρώσουμε το ποσό του νερού που χάθηκε από το έδαφος, με ποτίσματα.
Για να ποτίσουμε όμως με νερό πρέπει πρώτα να είμαστε βέβαιοι για την καταλληλότητα του νερού. Τα «σκληρά» νερά, όταν δηλαδή τα νερά έχουν διαλυμένα άλατα ασβεστίου και μαγνησίου είναι εντελώς ακατάλληλα για τα οξύφιλα φυτά (αζαλέα, γαρδένια, καμέλια, ορτανσία κλπ.). Την ποιότητα του νερού και την κατάταξη του θα την καθορίσει με ακρίβεια μόνο μια ανάλυση στα εδαφολογικά Ινστιτούτα. Για την επιχειρηματική ανθοκομία αυτό θεωρείται πολύ απαραίτητο και πρέπει να προηγείται πριν από τη χρησιμοποίηση του νερού για τα ποτίσματα.
Η τεχνική του ποτίσματος.
Ο τρόπος με τον οποίο θα εφοδιάζαμε τα φυτά με νερό, εξαρτάται από το είδος των φυτών, το χώρο στον οποίο αναπτύσσονται (γλάστρες, θερμοκήπια, ύπαιθρο κλπ.) και από το μέγεθος της καλλιέργειας:
Στα σπορεία το νερό πρέπει να πέφτει σε μορφή πολύ λεπτών σταγονιδίων. Μόλις εμφανισθούν τα νέα φυτά ποτίζουμε στη βάση τους αποφεύγοντας να ρίχνομε νερό στα φύλλα, (για να αποφύγουμε την ανάπτυξη ασθενειών).
Οι θάμνοι και τα δένδρα ποτίζονται πάντοτε στη βάση τους, προσέχοντας το νερό να μη έρχεται σε επαφή με τον κορμό τους.
Σ' ένα μικρό ανθόκηπο ποτίζουμε με εύκαμπτο πλαστικό σωλήνα (κ. λάστιχο) στην άκρη του οποίου μπορούμε να προσαρμόσουμε κατάλληλο εκτοξευτήρα (μπεκ).
Σ' ένα μεγάλο ανθόκηπο ή πάρκο τοποθετούμε υπόγειο σύστημα σωληνώσεων και σε ορισμένες θέσεις υπάρχουν υδροληψίες που εφαρμόζουν μπεκ ή άλλοι σωλήνες.
Η άρδευση των θερμοκηπίων γίνεται με αυλάκια, με καταιονισμό, με άρδευση με σταγόνες ή και με κατάκλιση, ανάλογα με τον τύπο του θερμοκηπίου και το σύστημα φυτεύσεως των φυτών. Σ' αυτά τα θερμοκήπια φροντίζουμε να υπάρχει και το ανάλογο σύστημα αποστραγγίσεως.
Για φυτά που αναπτύσσονται μέσα σε μεγάλα δοχεία ή τράπεζες και έχουν βάθος μίγματος εδάφους 10-20 cm, υπολογίζουμε περίπου 6-10 λίτρα νερού ανά τετραγωνικό μέτρο (lt/m2).
Για μεμονωμένες γλάστρες ή δοχεία ρίχνουμε ποσότητα νερού ίση περίπου με το 1/4 του όγκου τους। Για πολλές γλάστρες χρησιμοποιούμε μικρής διαμέτρου πλαστικούς («μακαρόνια») σωλήνες που ξεκινούν από τον κύριο αγωγό τροφοδοσίας και καταλήγουν ένας σε κάθε γλάστρα . Στην άκρη κάθε σωληνίσκου υπάρχει ένα βαρίδιο ή ένα άγκιστρο για να τον συγκρατεί μέσα στη γλάστρα.
Όταν στα θερμοκήπια έχομε φυτά που αναπτύσσονται μέσα σε τράπεζες (ή τραπέζια ή πάγκους), τότε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και την άρδευση από κάτω. Διοχετεύουμε το νερό από το κάτω μέρος του πάγκου και ελέγχουμε την παροχή του μ' έναν πλωτήρα αυτόματα. Έτσι το νερό ανεβαίνει ακριβώς στο ύψος που εμείς θέλομε να ανέβει (είναι το ύψος του ριζοστρώματος των φυτών). Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να ποτίσουμε και τις γλάστρες, αν βέβαια είναι τοποθετημένες κατάλληλα σε ειδικές τράπεζες. Δεν προτιμάται από τους καλλιεργητές.
Στο ερώτημα «κάθε πότε πρέπει να επαναλαμβάνεται το πότισμα», η απάντηση είναι απλή: «Θα ποτίζουμε όταν τα φυτά αρχίζουν να δυσκολεύονται να πάρουν νερό από το έδαφος». Αυτό σημαίνει ότι με την υδατοκατανάλωση το έδαφος χάνει συνέχεια νερό το οποίο, όπως έχομε πει, πρέπει να συμπληρώνεται. Η δυσκολία βρίσκεται στο να μπορούμε να γνωρίζομε κάθε φορά το ποσό της εδαφικής υγρασίας. Γι' αυτό το σκοπό υπάρχουν όργανα με τα οποία μπορούμε να γνωρίζομε την υγρασία του εδάφους (π.χ. τενσιόμετρο) και φυσικά και το χρόνο που θα επαναλάβομε το επόμενο πότισμα. Μία πρακτική λύση είναι να πάρουμε στα χέρια μας μια ποσότητα χώματος και να την σφίξουμε στη χούφτα μας. Το έδαφος θα πάρει ένα ορισμένο σχήμα. Αν το σχήμα, όταν ξανανοίξουμε το χέρι μας παραμείνει το ίδιο, τότε το έδαφος είναι υγρό. Αν το έδαφος θρυμματισθεί, τότε είναι ξερό και θέλει πότισμα. Για φυτά που αναπτύσσονται σε δοχεία, είναι εύκολο να πάρουμε χώμα που βρίσκεται κοντά στις ρίζες. Για μεγαλύτερα φυτά που αναπτύσσονται έξω στο φυσικό έδαφος χρησιμοποιούμε τα εδαφοτρύπανα . Την έλλειψη νερού μπορούμε να τη διαπιστώσουμε και από τη γενική εικόνα του φυτού και ειδικά από το χρώμα των φύλλων (γίνεται βαθύ σκούρο πράσινο). Αυτό όμως απαιτεί σχετική πείρα.

Έλεγχος της υγρασίας του εδάφους με εδαφοτρύπανο.
Είναι λογικό βέβαια ότι δεν πρέπει τα φυτά μας να φθάσουν στο σημείο μαράνσεως και τότε να τα ποτίσουμε. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να το συγχέουμε με την προσωρινή μάρανση που παρατηρείται τις ώρες του μεσημεριού το καλοκαίρι. Σ' αυτές τις περιπτώσεις τα φυτά αμέσως επανέρχονται στη φυσιολογική τους κατάσταση τις πρώτες απογευματινές ώρες. Γενικά όσο πιο μικρός είναι ο όγκος του εδάφους που έχουν στη διάθεση τους τα φυτά τόσο πιο τακτικά ποτίσματα χρειάζονται.
Η θερμοκρασία που πρέπει να έχει το νερό κατά τη διάρκεια του ποτίσματος είναι αυτή που έχει και το έδαφος που πρόκειται να ποτίσουμε. Όταν το νερό είναι κρύο έχει ως αποτέλεσμα να χαμηλώνει τη θερμοκρασία του εδάφους και να καθυστερεί την ανάπτυξη των φυτών. Για να αυξήσουμε τη θερμοκρασία του νερού, το ανακατεύουμε με άλλο θερμότερο. Αν ποτίζουμε μέσα σε θερμοκήπια, τότε μπορούμε τον κεντρικό σωλήνα διανομής του νερού να τον περάσουμε κατά μήκος του θερμοκηπίου και να επιστρέψει στην τελική στρόφιγγα (βάνα) διανομής του νερού. Με αυτόν τον τρόπο η θερμοκρασία του ατμοσφαιρικού αέρα μέσα στο θερμοκήπιο θα θερμαίνει το σωλήνα και φυσικά το νερό που κυκλοφορεί μέσα σ' αυτόν.
Καλύτερος χρόνος ποτίσματος στη διάρκεια της ημέρας θεωρείται από τις 6 το πρωί μέχρι τις 10 π.μ. Αργότερα και κατά το μεσημέρι η εξάτμιση και φυσικά ή απώλειες του νερού αυξάνονται σημαντικά ειδικά όταν ποτίζουμε στο ύπαιθρο. Μέσα στα θερμοκήπια αποφεύγουμε το πότισμα τις απογευματινές ώρες (6 μ.μ. και αργότερα) γιατί τη νύχτα αυξάνεται η σχετική υγρασία του ατμοσφαιρικού αέρα η οποία γίνεται ευνοϊκή νια την ανάπτυξη μικροοργανισμών που προκαλούν φυτοπαθολογικές ασθένειες.

http://tolinionews.blogspot.com/2009/01/blog-post_31.html

Τα λάθη....

Τα λάθη είναι πολλά όπου η αγάπη είναι λίγη. Εκεί που η αγάπη περισσεύει τα λάθη εξαφανίζονται!

Ανακοίνωση των διαχειριστών της ιστοσελίδας μας

Οι απόψεις που δημοσιεύονται δεν απηχούν κατ' ανάγκη και τις απόψεις των διαχειριστών.
Οι φωτογραφίες προέρχονται από τα site και blog που μνημονεύονται ή από google search ή από άλλες πηγές και ανήκουν αποκλειστικά στους δημιουργούς τους.
Τα αποσπάσματα video που δημοσιεύονται προέρχονται από άλλα site τα οποία και αναφέρονται (σαν Πηγή) ή περιέχουν το λογότυπο τους.
Εάν παρόλα αυτά κάποιος/α θεωρεί ότι θίγεται από ανάρτηση του Blog, καλείται να επικοινωνήσει στο atladidas@gmail.com προς αποκατάσταση του θέματος.

Δεν φέρουμε καμία απολύτως ευθύνη για την εγκυρότητα του θέματος. Τα θέματα ειναι συλλογή ειδήσεων με σκοπό την ενημέρωση και την ψυχαγωγία του επισκέπτη.

Επίσης οι πληροφορίες που περιέχονται έχουν καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα και δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την γνωμάτευση του ιατρού σας ή την επίσκεψη σε άλλον ειδικό της υγείας. Αν αποφασίσετε να ακολουθήσετε κάποια διατροφή ρωτήστε τον προσωπικό ιατρό σας. Δεν είμαστε οι ειδικοί ώστε να κάνουμε την πιστοποίηση της ορθότητας των σχετικών άρθρων.