Στη μακραίωνη πορεία του, η συνταγή παρασκευής του άλλαξε θεαματικά.
Έτσι από το αρχαίο φούμο φτάσαμε στα σημερινά συνθετικά μελάνια των εκτυπωτών.
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα πάκο από άχρηστες λευκές κόλλες χαρτιού και μία δεσμίδα χαρτονομισμάτων των 500 ευρώ;
Μα φυσικά, το μελάνι, αυτό το μαγικό υγρό που μπορεί να μετατρέψει ένα συνηθισμένο χαρτί σε χαρτονόμισμα, ερωτική επιστολή ή μυθιστόρημα.
Το χρησιμοποιούμε για να υπογράφουμε, για να σφραγίζουμε, για να θυμόμαστε, για να χρωματίζουμε, για να τονίζουμε κάτι, ακόμη και για να ταυτοποιούμε τα δακτυλικά μας αποτυπώματα.
Το μελάνι χρησιμοποιούν σήμερα περίπου πέντε δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο και αποτελεί το πιο σπουδαίο εργαλείο για την πρόοδο και την εξέλιξη του πολιτισμού.
Τα πιο αρχαία μείγματα που χρησιμοποιήθηκαν για τη γραφή ανάγονται στα 5.000 χρόνια πριν και αναπτύχθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα από τους Αιγύπτιους και τους Κινέζους. Οι πρώτοι χρησιμοποιούσαν για τους παπύρους δύο τύπους μελάνης: ένα σκούρο με βάση το φούμο, είδος καπνιάς που προερχόταν από την καύση οργανικών ουσιών, και ένα πορφυρό το οποίο παραγόταν από φυτικά εκχυλίσματα ή είχε ως βάση του το θειούχο αντιμόνιο, τον θειούχο υδράργυρο και το τριοξείδιο του σιδήρου. Αντίθετα, το κινεζικό μελάνι, από το οποίο προέρχεται η ονομασία σινική μελάνη, ήταν, σύμφωνα με τους ιστορικούς, μόνο μαύρο.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι χρησιμοποίησαν και αυτοί το μελάνι. Μάλιστα η πρώτη συνταγή για την παρασκευή του περιέχεται στο έργο Περί Αρχιτεκτονικής του Ρωμαίου συγγραφέα Βιτρούβιου, ο οποίος έζησε τον 1ο αιώνα π.Χ. Παρασκευαζόταν από φούμο πίσσας στο οποίο προσέθεταν κάποιο συνδετικό υλικό όπως αραβικό κόμμι ή ψαρόκολλα. Μεταξύ του 2ου και του 3ου αιώνα π.Χ. εμφανίστηκε ένα άλλο είδος μελανιού που παρασκευαζόταν από το γαλλικό οξύ, το οποίο με τη σειρά του παραγόταν από φλούδες φρούτων ή από τις κηκίδες των φύλλων της βελανιδιάς. Χαρακτηριστικό του γαλλικού μελανιού ήταν ότι διάβρωνε ελαφρώς την επιφάνεια του υλικού πάνω στο οποίο εφαρμοζόταν και έτσι η γραφή γινόταν σχεδόν ανεξίτηλη. Τα γαλλικά μελάνια σταδιακά τελειοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνταν επί μεγάλο χρονικό διάστημα μαζί με εκείνα από φούμο. Από τον 13ο αιώνα οι μέθοδοι παρασκευής μελανιού, οι οποίες μέχρι τότε αποτελούσαν επτασφράγιστο μυστικό των αντιγραφέων-μοναχών, διαδόθηκαν περισσότερο, δίνοντας νέα ώθηση στην επιστήμη και στη λογοτεχνία.
Τυπογραφία και βιομηχανία
Η ανακάλυψη της τυπογραφίας με κινητούς μεταλλικούς χαρακτήρες στα μέσα του 15ου αιώνα έθεσε τις βάσεις για την παραγωγή μελανιού σε βιομηχανικό επίπεδο. Μέχρι και τέλη του 18ου αιώνα, η σύνθεση του μελανιού παρέμενε αμετάβλητη. Η μόνη αλλαγή αφορούσε στις διαδικασίες και στην ποσότητα παραγωγής. Έτσι, το 1818 ο Πιερ Λοριγιέ, τυπογράφος στο Εθνικό Τυπογραφείο της Γαλλίας, εγκατέστησε το πρώτο εργοστάσιο μελανιών πουλώντας τα προϊόντα του σε τυπογραφεία όλης της Ευρώπης.
Τα μελάνια υποδιαιρούνται σήμερα σε δύο μεγάλες κατηγορίες: της γραφής και των εκτυπώσεων. Τα πρώτα χρησιμοποιούνται με πένες, πινέλα, στυλό ή σφραγίδες. Ανάλογα με τη χρήση και με την επιφάνεια της γραφής, υπάρχουν εκατοντάδες τύποι. Τα συστατικά τους είναι κυρίως συνθετικά. Τις τελευταίες δεκαετίες η έρευνα αύξησε τη στιλπνότητα και τη ρευστότητά τους, μειώνοντας ταυτόχρονα τους χρόνους στεγνώματος. Το μελάνι από φούμο το βρίσκουμε πλέον μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, αν και στην πραγματικότητα είναι πιο ανθεκτικό στο φως και στο νερό. Χρησιμοποιείται στις μεταλλικές σφραγίδες των συμβολαιογράφων και των ταχυδρομείων, καθώς αυτά τα αποτυπώματα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποχρωματίζονται. Αντίθετα, το μελάνι ενός στυλό διαρκείας αλλάζει χρώμα όταν εκτεθεί στον ήλιο. Μετά από μία εβδομάδα το μπλε γίνεται γαλάζιο και το μαύρο γίνεται μπεζ, ενώ ξεθωριάζει εντελώς μετά από μερικούς μήνες.
Σκόνη και μικροσταγονίδια
Μαζί με τα παραδοσιακά υπάρχουν και εκατοντάδες άλλα ειδικά μελάνια. Για παράδειγμα, τα μελάνια για τις υπαίθριες διαφημίσεις πρέπει να αντέχουν για εβδομάδες στον ήλιο, τη βροχή και την κόλλα που τις κρατά σταθεροποιημένες στους τοίχους. Επίσης μελάνια ασφαλείας για τα χαρτονομίσματα τα οποία πρέπει να είναι σχεδόν αθάνατα και να έχουν χαρακτηριστικά που να καθιστούν δύσκολη την αναπαραγωγή τους. Μπορούν να γίνονται φθορίζοντα κάτω από μια λάμπα υπεριωδών ακτίνων, να είναι ανάγλυφα ή να αλλάζουν χρώμα ανάλογα με την οπτική γωνία. Υπάρχουν επίσης τα συμπαθητικά μελάνια, τα οποία γίνονται ορατά μόνο όταν έρχονται σε επαφή με ένα χημικό αντιδραστήριο ή με μια πηγή θερμότητας.
Το πλέον σύγχρονο είναι το μελάνι τόνερ, μια πολύ λεπτή σκόνη που χρησιμοποιείται στις μηχανές φωτοαντιγράφων και στους εκτυπωτές, η οποία κολλάει πάνω στο χαρτί λόγω της θερμότητας. Η ιαπωνική εταιρεία Toshiba παρασκεύασε το 2003 ένα τόνερ που σβήνει επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο την επαναχρησιμοποίηση του χαρτιού. Τέλος, υπάρχει το μελάνι για εκτυπωτές ψεκασμού, τους ινκ τζετ, το οποίο εκτοξεύεται στο χαρτί με τη μορφή εκατοντάδων μικροσταγονιδίων αφού πρώτα θερμανθεί και εξαερωθεί.
Ας μην ξεχνάμε το μόνο απολύτως βιολογικό μελάνι που δεν είναι άλλο από το μαύρο υγρό το οποίο εκτινάσσουν πολλά κεφαλόποδα –σουπιές και καλαμάρια- για να θολώσουν το νερό και να κρυφτούν από τους διώκτες τους. Την εποχή της Αναγέννησης, η χρήση τους ήταν πολύ διαδεδομένη αλλά στέγνωνε πολύ αργά, γι’ αυτό πασπάλιζαν το γραπτό με στάχτη ελιάς προκειμένου να δημιουργήσουν μια στερεή κρούστα
πηγή
http://apolitistosteki.blogspot.com
http://www.istorikathemata.com