και την ψήφο του που εμπιστεύεται μόνο στους ικανότερους κάθε φορά στις εκλογές.
Συνολικά η Σαντορίνη έχει πέντε κάστρα και τέσσερις γουλάδες, τα πρώτα δημιουργήθηκαν κυρίως για τον έλεγχο των επιδρομών από τους πειρατές την περίοδο της Βενετοκρατίας (1207 με 1580) στο Αιγαίο.
Κατά την διάρκεια της Βυζαντινής εποχής και πιο μετά κατά την Φραγκοκρατία στην Ελλάδα το φαινόμενο των πειρατών ήταν πολύ συχνό στην περιοχή της. Στα Βυζαντινά χρόνια, είχαν ανεγερθεί Βίγλες (=σκοπιές) οι οποίες είχαν ως σκοπό τους την έγκυρη προειδοποίηση των κατοίκων του νησιού για επικείμενες επιδρομές πειρατών κ. α. Έτσι οι κάτοικοι και της Σαντορίνης όπως και σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας, όπου φυσικά ήταν δυνατό αυτό, αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε πιο δύσβατες περιοχές και να τις οχυρώσουν για την προστασία τους. Τότε κατασκευάστηκαν πύργοι και παρατηρητήρια με καμπάνες ως άμεσο σύστημα προειδοποίησης. Αυτά ονομάζονταν γουλάδες (=αμυντικοί πύργοι) και ουσιαστικά ήταν το πιο ψηλό κτίριο κάθε κάστρου, έχοντας πολλούς ορόφους με ορθογώνιο σχήμα. Άλλη χρήση τους ήταν και ως η τελευταία ελπίδα των «καστελιανών» όταν πια είχε μπει ο εχθρός μέσα στο κάστρο. Δηλαδή ήταν και ένα σημείο τελευταίας άμυνας πριν την παράδοση, αν τελικά αυτό συνέβαινε. Όλα μαζί τα καστέλια έχουν μια προστάτιδα, η οποία είναι η Αγία Θεοδοσία, έτσι κάθε καστέλι στην είσοδό του ή κάπου γύρω έχει μια εκκλησία στην χάρη της.
Το 1207 με την προσάρτηση του νησιού στους Βενετούς, έγινε η ενσωμάτωσή του στο Δουκάτο του Αρχιπελάγους και είχε ως πρωτεύουσα του την Νάξο η οποία ήταν στην κυριαρχία του Βενετού Μάρκου Σανούδου (κυβέρνηση μέχρι και 1227). Αυτός έδωσε και το όνομα το σημερινό στο νησί. Το φεουδαρχικό σύστημα εγκαθιδρύθηκε και εδώ.
Η διοίκηση της Σαντορίνης δόθηκε στον Μάρκο Σανούδο και στον Ιάκωβο Βαρότσι οι οποίοι έκτισαν αυτά τα κάστρα ώστε οι Βενετοί άποικοι να έχουν κάποιο αξιοπρεπές οίκημα να μείνουν και να έχουν τις γεωργικές αποθήκες τους για τις σοδειές που μάζευαν. Η Ρωμαιοκαθολική θρησκεία ήρθε μαζί με αυτούς τους ανθρώπους στο νησί και μαζί οι δύο θρησκείες συνυπήρξαν με αρμονία. Αποδεικτικό στοιχεία για αυτό το γεγονός αντλούμε από κάποιες εκκλησίες χτισμένες την περίοδο αυτή, που διαθέτουν διπλό βωμό ως κύριο χαρακτηριστικό τους και ο ένας είναι για τους ορθόδοξους και ο άλλος για τους καθολικό.
Ονόματα και αντίστοιχα τοποθεσίες αυτών είναι του Σκάρου, του Αγ. Νικολάου, του Πύργου, του Εμπορείου και του Ακρωτηρίου. Αν κάνετε βόλτα στα στενά δρομάκια θα δείτε τοίχους γεμάτους διάφορα χρώματα, σπίτια με λιτή αρχιτεκτονική και όλα έχουν πάντα την πρόσοψή τους στραμμένη στην θάλασσα.
Κάστρο του Αγ. Νικολάου
Σημείωση: Αν θέλετε μοναχικότητα γενικά, καλό θα ήταν να αποφύγετε την επίσκεψή σας εδώ κατά την διάρκεια του ηλιοβασιλέματος. Οι άλλες ώρες, θα είναι απλά ήρεμες.
Φρούριο του Σκάρου
Θα το βρείτε σε ένα απροσπέλαστο ακρωτήριο, στο Ημεροβίγλι. ΟΙάκωβος Βαρότσης, ο ιδιοκτήτης του νησιού στην περίοδο της Βενετοκρατίας (1207), κατασκεύασε τον πύργο αυτόν ως σπίτι του, για την οικογένειά του και τους ευγενείς. Οι κατοικίες μέσα στο κάστρο αλλά και γύρω από αυτό, ήταν περίπου 200 στον αριθμό και οι "καστρινοί" κατοικούσαν εδώ.Είναι από τα παλαιότερα κάστρα της Σαντορίνης. Ήταν χτισμένο εξολοκλήρου από πέτρακαι είχεστην είσοδό του μιακινούμενη γέφυρα φτιαγμένη από ξύλο, μεταξύ 1205 με 1230 και της οποίας η βάση παραμένει μέχρι και σήμερα σε ερείπια βεβαίως. Ποτέ δεν κατάφερε κάποιος να το κατακτήσει, μέχρι όπου και εγκαταλείφθηκε σταδιακά (μέσα του 17ου αιώνα). Γι’ αυτό το λόγο ήταν και η πρωτεύουσα των πέντε γουλάδων του νησιού. Η έκρηξη το 1650 του ηφαιστείου του Κολούμπο, όπως και η έκρηξη του 1817 αλλά και η ανακύκλωση υλικών από το κάστρο για κτίση άλλων χρειαζούμενων εκάστοτε εποχής οικημάτων, έφεραν ως φυσικό επακόλουθο την –σχεδόν- ολική καταστροφή του. Μόνος μάρτυρας της παλιάς του αίγλης είναι ένα σχέδιο με μολύβι από την συλλογή του Thomas Hope, στο μουσείο Μπενάκη με σχεδιασμό από τον L.S. Fauvel.
Είτε θαυμάζεται την θέα από την κορυφή του Σκάρου, είτε από κάποιο σημείο της Καλντέρας, είναι δύσκολο να σχηματίσεις την εικόνα πως κάποτε σε όλη αυτή την έκταση βρισκόταν μια ολόκληρη καστροπολιτεία με τεράστια καλντερίμια, εκκλησίες και σπίτια.
Εδώ υπάρχει χωρίς να είναι κατεστραμμένη η εκκλησία Παναγία Θεαοσκέπαστη.
Σημείωση: περπατάτε για να φτάσετε γύρω στα είκοσι λεπτά από το Ημεροβίγλι. Ιδανικό για θέαση όλη την ημέρα αι την νύχτα.
Πύργος του Εμπορείου ( =Νημπορίου)
Το σημείο στο οποίο βρίσκουμε τον σημερινό οικισμό του Εμπορείου, ήταν το εμπορικό κέντρο της περιοχής εκείνη την εποχή, λόγο ότι λειτουργούσε αγορά όλου του νησιού. Το κάστρο, λοιπόν, εγγυόταν την ασφάλεια των συναλλαγών. Μέσα και έξω από αυτό, υπήρχαν γύρω στα 80 σπίτια.
Μια βόλτα εδώ θα σας κάνει να μείνετε θαυμάζοντας τα σπιτάκια που είναι κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο και τα μικροσκοπικά του παράθυρα και πόρτες που είναι βαμμένα με απαλά και ήρεμα χρώματα. Οι φωτογραφίες και η αρχιτεκτονική εδώ σίγουρα είναι άξιες και επιστημονικής και καλλιτεχνικής προσέγγισης.
Εκτός από αποθήκη σοδειών και φρούριο υπήρξε και μετόχι της Μονής της Πάτμου, όπου και κατοικούσαν και μοναχοί εδώ.
Σημείωση: Εδώ βρίσκονται κοντά οι παραλίες της Βλυχάδας, του Περίβολου και της Περίσσας.
Κάστρο στον Πύργο
Ο σεισμός όπως και σε ολόκληρο το νησί και στα κάστρα του, άφησε κι εδώ τα σημάδια του, αλλά η ατμόσφαιρα του δέους κλπ που νιώθει κάποιος όταν παρατηρεί ένα τέτοιο οίκημα, είναι απερίγραπτη ακόμη και τώρα. Είχε μόνο μια είσοδο. Κάτω από όλο τον οικισμό υπήρχε μια σειρά υπόγειων δρόμων με χρήση καταφύγιου σε περίπτωση επιδρομής. Εφόσον εγκαταλείφτηκε το κάστρο του Σκάρου, πρωτεύουσα του νησιού γίνεται ο Πύργος.
Με όλη αυτή την ιστορία δεν είναι περίεργο που αρκετοί των επισκεπτών κάνοντας την βόλτα τους ανάμεσα στα δρομάκια του, την θέα και τις εκκλησίες του, μπορεί να φανταστούν πως κάπου εκεί έξω υπάρχουν πλοία πειρατικά, έτοιμα για εχθρική περιήγηση…
Σημείωση: Οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας και αν επιλέξετε να τον επισκεφτείτε, θα σας συνεπάρει σίγουρα όλο το μεγαλείο που κρύβεται εκεί γύρω στην ατμόσφαιρά του.
Κάστρο και πύργος στο Ακρωτήρι ή Πούντας
Χτισμένο γύρω στο 1335. Ονομαζόταν καστέλι Πούντα ή La Ponta (μεσαιωνικά ιταλικά = κορυφή). Υπήρχε δίπλα και δεύτερος γουλάς εκτός αυτού, λίγο μακρύτερα από τον πυρήνα της πολιτείας.Δόθηκε στην οικογένεια Γκοζαντίνι από τον ιδιοκτήτη του Νικόλαο Σανούδο. Αυτοί το κράτησαν μέχρι και το 1617, ενώ οι Τούρκοι είχαν πια καταλάβει όλο το υπόλοιπο νησί.
Από την εγκατάλειψη του κάστρου αυτού με τα 200 σπίτια του και με το πέρασμα των χρόνων λόγω κυρίως της χρήσης των υλικών του για την δημιουργία νέων κατοικιών, σήμερα σώζονται μόνο μερικά ερείπια.
Στις δικές μας μέρες αυτό το καστέλι ξαναζεί την παλιά του δόξα μιας και στον γουλά της κορυφής του καστελιού υπάρχουν εργαστήριο και μουσείο παραδοσειακών οργάνων. Επίσης διοργανώνονται και μουσικές βραδιές από όλο τον κόσμο μια γύρα, ημέρες Τρίτη και Παρασκευή. Ξεκίνησε η λειτουργία του δύο χρόνια πριν, το 2012.
Σημείωση: Ανεβείτε όταν έχει τις μουσικές βραδιές του, όπως επίσης και όταν είναι απόγευμα προς βράδυ και για το ηλιοβασίλεμα, αλλά και για το γενικότερο θέαμα που θα αντικρίσουν τα μάτια σας.
Πωλείται το κάστρο του Σκάρου Σαντορίνης