Οι στρατιώτες που την φρουρούσαν όλες τις ημέρες από την 28η Οκτωβρίου του 1940 δεν υπάρχουν πια! Σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής δεν πρέπει να κυκλοφορούν, ούτε να υπάρχουν στρατιώτες. Έχει δοθεί ήδη διαταγή, όσοι στρατιώτες υπάρχουν να παρουσιασθούν στα φρουραρχεία ώστε να τους δώσουν απολυτήρια...
Στρατιώτες δεν υπάρχουν λοιπόν να φυλάττουν την Σημαία. Κι όμως ένας φρουρός είναι εκεί! Είναι η πρώτη του ημέρα που του ανέθεσαν αυτήν την δουλειά και είναι πολύ υπερήφανος. Είναι μόλις 17 χρονών και μέλος της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΟΝ). Μόλις χθες, η τοπική επιτροπή της Νεολαίας του Θησείου απεφάσισε όπως τα νεαρά της μέλη εκτελούν τα καθήκοντα του φρουρού της σημαίας, μέχρις ότου το κατοχικό κράτος θα απεφάσιζε -με την συνεργασία των κατοχικών δυνάμεων- το τι θα έμελλε να γίνει...
Σκέπτεται ότι η ευθύνη του είναι μεγάλη, να φυλάει την σημαία της χώρας του. Είχε φτιάξει από πολύ πρωί με προσοχή την στολή του -στολή βαθμοφόρου- και ανέβηκε μόνος στην Ακρόπολη, πλησίασε την σημαία, στάθηκε προσοχή και την χαιρέτησε. Μετά έκανε βήματα -ενστικτωδώς- δεξιά και αριστερά για να γνωρίσει τον χώρο και μετά την ξανακοίταξε και ένιωσε ικανοποιημένος. Από τα τείχη είδε κάτω στην πόλη, στρατιωτικά Γερμανικά αυτοκίνητα να πηγαινοέρχονται και σιγά-σιγά τους ανθρώπους να κυκλοφορούν. Άκουσε και τις καμπάνες των πολλών εκκλησιών και συνειδητοποίησε ότι ήταν Κυριακή.
Είχε μια αγωνία για τους Γερμανούς που είχαν μπει στην Αθήνα, μια στενοχώρια για τον αδελφό του, που δεν είχε γυρίσει ακόμη από το μέτωπο... Τον παίδευε το τι έμελλε να ξημερώσει τις επόμενες ημέρες για την οικογένειά του, τους φίλους του, την Πατρίδα του. Του ζέστανε την καρδιά όμως η σημαία που κυμάτιζε, η Ακρόπολη η αιώνια και ο Αττικός ήλιος. Μια μικρή αισιοδοξία άρχισε να νιώθει η παιδική του ψυχή η αθώα. Θα πέρναγαν όλα...
Την ίδια στιγμή που ο Κώστας -ο φρουρός της Σημαίας- σκεπτόταν όλα αυτά, το στρατιωτικό Γερμανικό άγημα έφθανε εμπρός από τα προπύλαια. Πρώτα οι μοτοσικλετιστές κατέβηκαν, μετά ο οδηγός, οι δύο αξιωματικοί από το Κίμπελ-βάγκεν και οι στρατιώτες από το φορτηγό. Παρετάχθησαν, αφού έφτιαξαν τις στολές τους. Οι αξιωματικοί του στρατού, ταγματάρχης Peter Jacoby και λοχαγός Georg Elsnits, τους επιθεώρησαν.
Ένας λοχίας κρατούσε μια σημαία διπλωμένη κατά τον στρατιωτικό τρόπο. Τα πρόσωπα όλων έλαμπαν. Γι’ αυτούς -το άγημα της Σημαίας- η στιγμή εκείνη ήταν το επιστέγασμα της νίκης τους. Όλοι είχαν επιλεγεί γι’ αυτήν την τιμή. Ανήκουν στους "ορεινούς" του στρατού, δηλαδή στην 6η ορεινή μεραρχία που είχε έμβλημα το εντελβάις των Άλπεων. Ξεκίνησαν σιγά-σιγά... Ακολούθησαν κι αυτοί τον δρόμο που ακολουθούσε η πομπή των Παναθηναίων. Πόσο όμως διαφορετική ήταν τούτη η πομπή!
Μια σοβαρότητα τους κατέλαβε. Ο τόπος τούτος ήταν διαφορετικός. Ήξεραν άραγε το νόημα της στιγμής, ένιωθαν τους αιώνες; Κανείς δεν ξέρει. Μόλις έφθασαν στον Παρθενώνα είδαν -με έκπληξή τους- ότι η Σημαία δεν ήταν μόνη. Κάποιος νεαρός με στολή -όχι στρατιωτική- ήταν εκεί! Συνέχισαν να προχωρούν...
Ο Κώστας τους είχε δει κι αυτός. Είχε χάσει την χαλαρότητά του και τέντωσε από ένστικτο το σώμα του. Δεν ήξερε ακόμη τι θα γινόταν αλλά ένιωθε… Την ώρα που οι στρατιώτες πλησίαζαν, ήλθε κοντά στον ιστό της Σημαίας και τον άγγιξε. Να τον προστατεύσει ή να πάρει δύναμη απ’ αυτόν; Σίγουρα και τα δύο. Ήταν εκείνη η μοναδική στιγμή που τα γεγονότα είναι τόσο δυνατά που το παιδί γίνεται άνδρας. Άπλωσε το αριστερό του χέρι και αγκάλιασε τον ιστό...
Οι στρατιώτες εν τω μεταξύ είχαν πλησιάσει και είχαν παραταχθεί σε μια σειρά εμπρός από τον ιστό, κοιτάζοντάς τον! Οι αξιωματικοί εμπρός τους, ο λοχίας με την σημαία ένα βήμα πιο πίσω. Ο Κώστας είδε την σημαία που κρατούσε ο λοχίας και κατάλαβε. Ήλθαν να υψώσουν την σημαία. Την σημαία τους!
Ο λοχίας με την σημαία τους προχώρησε και ο ταγματάρχης ένευσε με το κεφάλι του. Ο Κώστας άφησε τον ιστό που τον κρατούσε και τους γύρισε την πλάτη. Άρχισε με αργές κινήσεις να λύνει το σχοινί και να υποστέλλει την Σημαία του. Δάκρυα πολλά άρχισαν να κυλούν απ’ τα μάτια του. Δεν έβγαλε άχνα. Κατάπιε τους λυγμούς του. Η σημαία πλέον κατέβαινε αργά-αργά και εκείνος σκεφτόταν:
"Συγχώρα με, σε παρακαλώ! Δεν γίνεται διαφορετικά. Καλύτερα εγώ, παρά αυτοί... Μην στεναχωρείσαι δεν θα σε πάρουν αυτοί...!"
Παιδικά απλά λόγια ή λόγια Ελλήνων οπλιτών του Λεωνίδα; Ο βαθμοφόρος της Νεολαίας ή ο βετεράνος πολεμιστής της φρουράς των Αθανάτων του Αλέξανδρου; Μα μήπως δεν είναι το ίδιο; Παιδιά και πολεμιστές δεν έχουν την ίδια ψυχή αφού είναι Έλληνες; Ο Κώστας έχει τελειώσει. Αρχίζει το δίπλωμα της σημαίας. Την διπλώνει άψογα. Εξακολουθεί να έχει στραμμένη την πλάτη στους στρατιώτες.
Χωρίς ούτε καν να στρέψει το βλέμμα του προς αυτούς, προχωρά προς τις επάλξεις του τείχους και τυλίγεται με την σημαία! Οι στρατιώτες τον κοιτούν. Δεν ξέρουν... Άραγε νιώθoυν;
Συνειδητά... Ελληνικά... Υπέροχα...
Γι’ αυτόν, απλά κρατεί την υπόσχεσή του! Η σημαία δεν παραδίδεται... Ο Κώστας Κουκκίδης ανήκει στην Ιστορία πλέον...
Οι Γερμανοί τα χάνουν. Μερικοί από τους στρατιώτες ετοιμάζονται να ορμήσουν προς το τείχος. Ο ταγματάρχης κοφτά, τους επαναφέρει: "Εμπρός, την σημαία!" Ο λοχίας προχωρεί. Σε λίγο η στρατιωτική σημαία της Γερμανίας κυματίζει στον ιστό...
Ο ταγματάρχης Jacoby και ο λοχαγός Elsnits προχωρούν προς το σημείο, που χάθηκε ο Έλληνας φρουρός. Κοιτούν από ψηλά. Ο Κώστας είναι με την σημαία κάτω στο βάθος, επάνω στα βράχια... Γυρίζουν με σκυμμένο το κεφάλι.
Κι όμως μερικές φορές η θυσία ξεχνιέται απ’ αυτούς ακριβώς που δεν πρέπει να ξεχνούν! Θα μπορούσα να πω ότι η θυσία του Κώστα εξελίχθηκε στις κατοπινές από τότε δεκαετίες σ’ ένα από τα μυστικά της Ακρόπολης. Συμβαίνουν καμιά φορά περίεργα πράγματα. Κάποια στιγμή ο τόπος, σαν να είναι κάτι το ζωντανό, αποκτά άκαμπτους και άλυτους δεσμούς με τους ανθρώπους. Όταν βλέπει ότι ένα άγιο και ιερό γεγονός κινδυνεύει από άγνοια, από κακία, από ματαιοδοξία, προδοσία ή και προκατάληψη των ανθρώπων, τότε τους δεσμούς αυτούς ο τόπος τους αγκαλιάζει και τους κλείνει μέσα του για να τους προστατεύσει.
Ξέρει καλά ότι τέτοια γεγονότα και πράξεις είναι διαχρονικές, ζουν για πάντα γι’ αυτούς που ξέρουν και νιώθουν. Κάποιες άλλες φορές οι άνθρωποι δεν είναι άξιοι να ξέρουν ή και να θυμούνται γεγονότα ή πράξεις που γι’ αυτούς είναι ακατόρθωτες. Η μεγαλοσύνη, ο ηρωισμός, τα ιδανικά και οι πατρίδες, κάποτε -ντροπή μεγάλη- ωχριούν εμπρός από την πολιτική και τα συμφέροντα, τις διαπλοκές και το χρηματιστήριο.
Για πενήντα χρόνια η θυσία του Κώστα αμφισβητείται από συγγραφείς, αρθρογράφους ακόμη και από αρχαιολόγους! Κι όμως υπάρχουν οι μαρτυρίες των ανθρώπων που είδαν την θυσία του Κώστα!
Ο αντιστασιακός ερευνητής Κώστας Γ. Κωστόπουλος έγραψε:
«Ο Ήρωας Στρατιώτης, χτυπώντας πάνω στα βράχια, στην διαδρομή της πτώσεώς του στον γκρεμό από τον βράχο της Ακροπόλεως, όταν τελικά κατατρακυλώντας, έπεσε στην οδό Θρασύλλου στην Πλάκα, είχε πολτοποιηθεί και η στολή του ήταν καταξεσκισμένη. Όταν τον περιμάζεψαν δύο-τρεις κάτοικοι της Πλάκας, δεν βρήκαν τίποτε επάνω του εκτός από ένα τσαλακωμένο ταχυδρομικό δελτάριο στο οποίο έγραφε πολύ κακογραμμένα το όνομα του παραλήπτη: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΙΔΗΣ. Αυτά τα στοιχεία είχαν καταθέσει δύο γέροντες (επιζώντες ακόμη) σχετικά με το ανωτέρω περιστατικό».
Στις 12 Μαΐου 2006, η τοπική εφημερίδα «Βήμα της Αιγιαλείας» δημοσίευσε προσωπική έρευνα του αντιστασιακού Χαράλαμπου Ρούπα. Ας δούμε τι έγραψε ο Ρούπας:
«Εγώ και οι φίλοι μου, περίεργοι και αργόσχολοι συνταξιούχοι, αρχίσαμε να ψάχνουμε στην Πλάκα μέσα στα παραδοσιακά ταβερνάκια και καφενεία, μήπως βρούμε κάποιο γεροντάκι που να μας έλεγε κάτι το σχετικό. Όλοι γνώριζαν το περιστατικό, αλλά μας έλεγαν, "άκουσα… μου είπαν…", δηλαδή αυτά πού γνωρίζαμε κι εμείς. Τελικά, ψάχνοντας και κάνοντας με υπομονή την έρευνά μας, βρήκαμε μία γριούλα που μας είπε: "Πηγαίνετε κάτω στου Μακρυγιάννη (μας είπε περίπου την διεύθυνση), κι εκεί ζει ένας πρώην τσαγκάρης. Αυτός είναι ο γιος του παγοπώλη ο οποίος με το καροτσάκι του πήρε τον νεκρό στρατιώτη και τον επήγε στο Α’ Νεκροταφείο και τον έθαψε”.
Τελικά, συναντήσαμε τον γερο-τσαγκάρη. Δυσκολευθήκαμε όμως να του δώσουμε να καταλάβει το τι θέλαμε να μας πει, διότι ούτε άκουγε, κι ούτε έβλεπε καλά. Στο τέλος, συγκινημένος, μας είπε:
"Εκείνη την ημέρα είχαμε κλεισθεί στα σπίτια μας, όπως κι όλη η Αθήνα. Εγώ τότε ήμουν 16 χρονών. Ακούσαμε στον δρόμο μια γριά που στρίγκλιζε. Πεταχθήκαμε τότε στον δρόμο δύο-τρεις, για να δούμε το τι συμβαίνει και τότε είδαμε το τραγικό αυτό θέαμα: Ένα χιλιοστραπατσαρισμένο πτώμα ντυμένο στο χακί και μία σημαία γύρω του ματωμένη. Χαρτιά, πορτοφόλι κλπ. δεν βρέθηκαν επάνω του, εκτός από ένα δελτάριο που έγραφε το όνομά του. Τό δελτάριο το κράτησε ένας φίλος του πατέρα μου. Επειδή ο πατέρας μου κι εγώ μοιράζαμε κολώνες πάγου στα σπίτια, είχαμε ένα καρότσι. Το έβαλαν το παλληκάρι μέσα μαζί με την σημαία, το σκέπασαν με μία κουβέρτα και το πήγαν μαζί με τον φίλο του στο Α΄ Νεκροταφείου!
Εκεί βρήκαν έναν παπά και του είπαν τι είχε συμβεί. Αυτός τούς πήγε σε έναν ανοικτό τάφο, τύλιξαν το παλληκάρι με ό,τι είχε μείνει από την σημαία, είπε και δύο-τρία λόγια ο παπάς και το παράχωσαν. Εκείνο όμως που πρέπει να σας τονίσω, αυτό το τραγικό περιστατικό από στόμα σέ στόμα το είχε μάθει όλη η Αθήνα. Ο πατέρας μου φοβήθηκε και δεν με πήρε μαζί του. Εάν πήγαινα κι εγώ, τότε θα σας υπέδειχνα που ακριβώς είναι παραχωμένο το παλληκάρι. Τον πατέρα μου, τον έχασα τον Ιανουάριο τού 1942 στην μεγάλη πείνα".
Ο Κυριάκος Γιαννακόπουλος, παιδί ακόμη, πουλούσε τσιγάρα στην Πλάκα, γεννημένος πριν ένδεκα χρόνια στο Θησείο. Έτυχε την στιγμή της θυσίας να στρέψει το βλέμμα του προς την Ακρόπολη:
Και άλλος! Ο Στάθης Αρβανίτης, μικρό παιδί κι αυτός, θυμάται:
Αλλά έχω και μια άλλη μαρτυρία να καταθέσω. Εμείς παίζαμε στο θέατρο του Διονύσου όλη την Κατοχή και θυμάμαι ότι όλοι οι γείτονες το ξέρανε και αφήνανε εκεί στον βράχο κάτω απ‘ την σπηλιά ένα εικονισματάκι μ‘ ένα καντήλι και λέγανε:
Αυτό σημάδεψε την ζωή μου. Ήταν κάτι το συγκλονιστικό. Μπορώ να πω δηλαδή ότι η αρχή της έννοιας "Πατρίδα" δημιουργήθηκε μέσα μου σε πολύ μικρή ηλικία. Εξάλλου στο κατοχικό ποίημα που έγραψε ο Εύσκιος Πεύκης μας λέει:
Ο γνωστός Φοίβος Γρηγοριάδης -δεν με ενδιαφέρουν οι πολιτικές του ιδέες- το αμφισβητεί, γιατί λέει την ημέρα εκείνη που οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα και ανέβηκαν στην Ακρόπολη δεν υπήρχαν στρατιώτες…
Την δεκαετία του 1980, ο ιδιώτης Μ . Ναυπλιώτης -αξίζει επαίνους- ανακινεί το θέμα και ζητά από τον τότε υπουργό Εθνικής Αμύνης την επίσημη αναγνώριση της θυσίας του Κώστα Κουκκίδη. Το 1990 ζητήθηκε από το Γ.Ε.Σ. η συνδρομή του Υπουργείου Πολιτισμού και της Εφορείας της Ακροπόλεως στην συλλογή στοιχείων για το περιστατικό. Από τις σχετικές έρευνες δεν προκύπτουν στοιχεία.
Τον Οκτώβριο του 2000, ο αρχαιολόγος της Α Αρχαιολογικής Εφορείας Κλασσικών Αρχαιοτήτων Α.Μ. δημοσιεύει ένα περίεργο άρθρο στο περιοδικό ΑΝΘΕΜΙΟ, με τίτλο: "Κ. Κουκκίδης: Θρύλος ή πραγματικότητα;", που ενώ φαίνεται "αντικειμενικό", εν τούτοις "γέρνει" προς την αμφισβήτηση του όλου γεγονότος...
Εγώ θα ‘θελα κατ’ αρχήν να συμφωνήσω με τον Φοίβο Γρηγοριάδη, ότι δηλαδή δεν υπήρχαν την ημέρα εκείνη στρατιώτες στην Αθήνα -και πολύ περισσότερο επάνω στον Ιερό Βράχο να φρουρούν την Σημαία.
Ωστόσο η μη ύπαρξις στρατιωτών επάνω στην Ακρόπολη δεν συνηγορεί για την αμφισβήτηση του γεγονότος. Αφού δεν υπήρχαν στρατιώτες στην Αθήνα, πώς θα υπήρχαν επάνω στον Ιερό Βράχο; Θα ‘πρεπε όμως ο κύριος αυτός να εξετάσει και την πιθανότητα, ο φρουρός να μην ήταν στρατιώτης. Απλό δεν είναι; Εξάλλου οι δυο αυτόπτες μάρτυρες, που δεν φαίνεται οι αμφισβητούντες να τους δίνουν σημασία, ομιλούν για το "παιδί". Και στο κάτω-κάτω τι περισσότερα αποδεικτικά στοιχεία ήθελε ο αρχαιολόγος; Να έχουν κρατήσει σουβενίρ από το πτώμα ή να του έδειχναν τίποτε φωτογραφίες; Ένδεκα χρονών ήταν ο ένας από τους μάρτυρες και επτά ο άλλος. Και οι δυο είπαν ότι θα πεθάνουν με την εικόνα του νέου να πέφτει από την Ακρόπολη και να σκοτώνεται στα βράχια της. Αυτό τι είναι; Δεν είναι μαρτυρία;
Όσο για τις έρευνες στον στρατό (Γ.Ε.Σ.) και στην Προεδρική φρουρά (Εύζωνες), αλλά και του κου Φάκου που έψαχνε για κάποιον στρατιώτη με το όνομα Κ. Κουκκίδης, φυσικά και δεν έφεραν αποτελέσματα! Γιατί ούτε στρατιώτης ήταν ο Κώστας αλλά ούτε και Εύζωνας. Η πολιτική σκοπιμότητα και η προκατάληψις όλα αυτά τα χρόνια έστειλαν τον Κώστα κατ’ ευθείαν στην άγνοια και στην λησμονιά αφού δεν ήταν παρά ένα απλό μέλος της Μεταξικής ΕΟΝ. Δεν μπορούσαν βέβαια να αναγνωρίσουν τέτοιο ηρωισμό σε ένα… ΕΟΝάκι!
Πριν από ένα χρόνο, επιτέλους, ετοποθετήθη κάποια αναμνηστική πλάκα στους πρόποδες της Ακρόπολης κοντά στον Αγ. Γεώργιο της Πέτρας, που αναφέρει την θυσία του Κώστα. Εντύπωση μου κάνει το ότι αυτοί που έβαλαν την αναμνηστική πλάκα, βρήκαν το ακριβές σημείο της θυσίας του Κώστα! Για όλους τους γραφειοκράτες που αμφισβητούν, υπάρχουν στα αρχεία κάποιου νεκροταφείου των Αθηνών η ημερομηνία θανάτου του και η ηλικία του. Κάποτε θα πρέπει να πάνε και να υποβάλλουν ταπεινά τα σεβάσματά τους.
Για τους υπόλοιπους, εμάς όλους, μένει η σκηνή η έμμονη στην σκέψη μας και στην καρδιά μας, της πτώσης από τον Ιερό μας Βράχο και για εκείνους που δεν ήταν εκεί τότε, με τα μάτια της φαντασίας, η οπτασία ενός παιδιού, μόλις στα δεκαεπτά με το αριστερό του χέρι να σφίγγει τον ιστό της σημαίας του και το άλλο σφικτή γροθιά ανήμπορη και μάτια που έβγαζαν φλόγες νεανικές…
Η Ζωή είναι στ’ αλήθεια όμορφη. Σίγουρα παίρνει και αξία Ελληνική αν την δώσουμε για χάρη ενός ιδανικού, όπως την έδωσε ο Κώστας. Ας δανεισθούμε κάτι από την πράξη του και ας τολμήσουμε, δείχνοντας ότι τέτοιες θυσίες δεν τις ξεχνούν τα παιδιά της Αθήνας, ακόμη και σήμερα σ’ αυτήν την αισχίστη εποχή που ζούμε. Ναι, ας τολμήσουμε...!
(Αποσπάσματα από το βιβλίο του Ιωάννη Γιαννόπουλου "Μυστική Ακρόπολη").
mporv.blogspot.gr
http://peripatrhs.blogspot.gr