«Αν θέλεις να καλλιεργήσεις φάβα και
να έχεις επιτυχία, πρέπει να γίνεις ο ίδιος φάβα!»
Αυτή τη μάλλον σουρεαλιστική συμβουλή τού έδωσε ο πατέρας του, ο Τζώρτζης, αγρότης από κούνια, όταν έμαθε την επιθυμία του να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη γη. «Με τα χρόνια, κατάλαβα τι εννοούσε: πως αν δεν νιώσεις σε απόλυτο βαθμό πώς λειτουργεί το φυτό και τι έχει ανάγκη για να αποδώσει τα μέγιστα, δεν θα καταφέρεις τίποτα» λέει ο Γιάννης Νομικός.
«Η συγκομιδή, για παράδειγμα, πρέπει να γίνει πολύ πριν βγει ο ήλιος. Γιατί έτσι το “σακουλάκι” που περιέχει τους καρπούς, με την υγρασία της νύχτας θα διατηρεί την ελαστικότητά του και δεν θα κινδυνεύει να σπάσει. Αυτό, αν δεν το πάθεις, δεν θα το μάθεις...» «Πάθει μάθος», όπως έγραψε ο Αισχύλος. Και ο Σαντορινιός παραγωγός από τα μικράτα του, μέσα από κάθε λογής παθήματα και κακοτοπιές, έμαθε πολλά, και για τη γη, και για τη ζωή.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Εξω Γωνιά, ένα από τα πιο όμορφα κεφαλοχώρια του νησιού. Η οικογένειά του ήταν φτωχή, από τα χωράφια προσπαθούσαν να ζήσουν. «Κάθε καλοκαίρι, για παράδειγμα, λιάζαμε τοματάκια και φτιάχναμε πελτέ. Θυμάμαι τεράστιες ποσότητες σε σκαφίδια στην αυλή μας. Οσος κι αν ήταν όμως αυτός ο υπέροχος “πελτές του ήλιου”, δεν αρκούσε για να μας θρέψει. Πιτσιρικάς, έβγαινα κάθε μέρα στη γειτονιά, να πουλήσω στους χωριανούς ό,τι περίσσευε, πότε γάλα από τις κατσίκες μας, πότε φασολάκια και κολοκυθάκια από το μποστάνι μας».
Ξέροντας πόσο δύσκολη θα ήταν η ζωή του γιου της αν επέλεγε τον δρόμο της αγροτιάς, η Αρτεμία Νομικού τον παρότρυνε να σπουδάσει. Για να συνεισφέρει, μάλιστα, περισσότερο στο πενιχρό οικογενειακό εισόδημα, έπιασε δουλειά ως μαγείρισσα στο πτωχοκομείο της Εξω Γωνιάς. «Προτιμούσε να στερηθεί εκείνη τα πάντα ώστε να μπορώ απερίσπαστος να διαβάζω τα μαθήματά μου. Για να πάω στο λύκειο στα Φηρά, έπρεπε κάθε μέρα να μου δίνει 5 δραχμές: 4 για τα εισιτήρια του λεωφορείου και μία για να αγοράσω κάτι να φάω. Αν δεν είχε, δανειζόταν για να μην λείψω ούτε μία μέρα από το σχολείο. Ε, αυτήν τη μία δραχμή εγώ δεν την ξόδευα. Γιατί θα ντρεπόμουν αν αναγκαζόταν να ξαναδανειστεί για χάρη μου...»
Το γονίδιο του αγρότη
Ο Γιάννης πέρασε στη Βιομηχανική Πειραιά και το όνειρο της μητέρας του έγινε πραγματικότητα. Τα χρόνια των σπουδών πέρασαν με τον ίδιο να έχει πάντα στο μυαλό του τη Σαντορίνη. Με το πτυχίο στις αποσκευές του επέστρεψε και κατόπιν ωρίμου σκέψεως αποφάσισε να γίνει... αγρότης! «Τελικά, παρά τις δυσκολίες, φαίνεται πως είχα μπολιαστεί με την αγάπη των γονιών μου για τη γη» εξηγεί. Λίγο μετά το 2000 άρχισε να ασχολείται με τη φάβα. «Πίστεψα στη μοναδικότητά της. Είχα την πεποίθηση πως αν η παραδοσιακή καλλιέργεια αυτής της εκλεκτής ποικιλίας, η οποία “μεγαλουργεί” στο δύσκολο, άνυδρο έδαφος του τόπου μου, παντρευτεί με τις σύγχρονες μεθόδους, μόνο καλά αποτελέσματα θα προκύψουν».
Σήμερα καλλιεργεί 70 στρέμματα με τον τρόπο των παλιών Σαντορινιών, όπως τονίζει. «Σπέρνουμε στα τέλη Νοέμβρη με αρχές Δεκέμβρη, ιδανικά του Αγίου Νικολάου, όπως με συμβούλευε ο πατέρας μου. Ξεκινάμε από τα χωράφια που βρίσκονται κοντά στη θάλασσα γιατί εκεί το κλίμα είναι πιο ήπιο και πρωιμίζει η παραγωγή, έπειτα η σπορά συνεχίζεται στα ορεινά. Τον Μάιο μαζεύεται ο καρπός, τον Ιούνιο αλωνίζεται, μπαίνει σε βαρέλια στις αποθήκες και αφήνεται τουλάχιστον για ένα εξάμηνο να ωριμάσει, να έρθει στη σωστή υγρασία. Η φυσική ωρίμανση, χωρίς... τερτίπια, είναι η καλύτερη, να έχεις την υπομονή να περιμένεις ώστε η φάβα να αποκτήσει το χαρακτηριστικό χρυσοκίτρινο χρώμα και τη μεστή γεύση της, όχι να τη βάλεις στο ξηραντήριο, όπως είναι η εύκολη λύση. Με το που μπαίνει ο Γενάρης, αρχίζουμε να αλέθουμε».
Μια καλή χρονιά η σοδειά του μπορεί να φτάσει τους 12 - 15 τόνους. Μέχρι την τελευταία στιγμή όμως υπάρχει η ανασφάλεια. «Οταν ξεκίνησα, ήμουν αφελής. “Πάμε καλά!” έλεγα. “Το σόδεψες; Το έπιασες στα χέρια σου; Μην μιλάς λοιπόν” με μάλωναν οι παλιοί. Είχαν δίκιο. Μπορεί να έρθει ένας ξαφνικός καύσωνας ή ένας δυνατός αέρας και να σου καταστρέψει την παραγωγή...»
Η σαντορινιά φάβα και... οι άλλες
Το 2006 ολοκληρώθηκε και η βιοτεχνία του Γιάννη Νομικού, μια μικρή, υποδειγματικά οργανωμένη κάθετη μονάδα. «Εχουμε την ευθύνη της παραγωγής, της επεξεργασίας, της συσκευασίας και της διανομής ώστε να διασφαλίζουμε την άριστη ποιότητα του προϊόντος που θα φτάσει στον καταναλωτή». Μόνο δύο τυποποιημένες φάβες παράγονται στο νησί: του τοπικού συνεταιρισμού (SantoWines) και του ίδιου. Η βιοτεχνία του συσκευάζει επίσης φιστίκια Αιγίνης δικής του παραγωγής και λιαστά ντοματάκια. Στα σχέδιά του είναι και μια μονάδα παρασκευής γλυκών κουταλιού και μαρμελάδων. «Θα ξεκινήσουμε από μαρμελάδα φραγκόσυκο» με ενημερώνει με ενθουσιασμό.
Από το 2011 η θηραϊκή φάβα είναι ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης). Στη δική του συσκευασία αναγράφεται: «Αγρόκτημα Γιάννη Νομικού, γνήσια φάβα Σαντορίνης». «Υπάρχει και μη γνήσια;» τον ρωτώ κι εκείνος παίρνει φωτιά! «Πρόσφατα, ο ΕΦΕΤ έκανε γενετικό έλεγχο σε εννέα φάβες που κυκλοφορούσαν στο εμπόριο ως σαντορινιές. Οι τέσσερις ήταν κτηνοτροφικά μπιζέλια Αγγλίας. Αλλες τέσσερις ήταν αλεσμένα κουκιά ή φάβα χαμηλής ποιότητας. Μόνο μία ήταν αυθεντική. Το ανακοίνωσε και ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Τσαυτάρης, σε συνέδριο που έγινε το καλοκαίρι εδώ, με αφορμή το Ετος Γαστρονομίας. Καλά όλα αυτά. Τι έγινε όμως στη συνέχεια, θα μάθουμε; Τιμωρήθηκαν παραδειγματικά οι παραβάτες; Ή δεκάδες τέτοια προϊόντα κυκλοφορούν ακόμα από τις λαϊκές έως τα καλύτερα εστιατόρια;»
Ο Γιάννης έχει μια επτάχρονη κόρη, την Τζωρτζίνα. «Δεν ξέρω τι θα επιλέξει στη ζωή της, αλλά θα προσπαθήσω να της διδάξω όσα έμαθα στη δική μου διαδρομή. Αγρότης δεν είναι απλώς να καλλιεργείς κάτι και να έχεις σοδειά, είναι φιλοσοφία. Εγώ, όταν είμαι στο χωράφι, νιώθω πιο ελεύθερος. Κι επειδή εξαρτώμαι από τη φύση, βλέπω καθημερινά τη δύναμή της, γίνομαι πιο ταπεινός». Ονειρό του είναι να επεκτείνει κάποτε την επιχείρηση, φτιάχνοντας μια αγροτουριστική μονάδα. «Να βλέπουν οι επισκέπτες της Σαντορίνης πώς παράγεται η φάβα, το λάδι, οι ξηροί καρποί. Δεν με αφορά ο τουρισμός πολυτελείας, με τη λογική της πισίνας και του σπα. Η φύση και τα προϊόντα, αυτή είναι η ταυτότητά μας...»
info:
Αγρόκτημα Γιάννη Νομικού, Βόθωνας Σαντορίνης, τηλ. 22860-31.016
Φωτογραφίες: Μάρω Κουρή.
Αυτή τη μάλλον σουρεαλιστική συμβουλή τού έδωσε ο πατέρας του, ο Τζώρτζης, αγρότης από κούνια, όταν έμαθε την επιθυμία του να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη γη. «Με τα χρόνια, κατάλαβα τι εννοούσε: πως αν δεν νιώσεις σε απόλυτο βαθμό πώς λειτουργεί το φυτό και τι έχει ανάγκη για να αποδώσει τα μέγιστα, δεν θα καταφέρεις τίποτα» λέει ο Γιάννης Νομικός.
«Η συγκομιδή, για παράδειγμα, πρέπει να γίνει πολύ πριν βγει ο ήλιος. Γιατί έτσι το “σακουλάκι” που περιέχει τους καρπούς, με την υγρασία της νύχτας θα διατηρεί την ελαστικότητά του και δεν θα κινδυνεύει να σπάσει. Αυτό, αν δεν το πάθεις, δεν θα το μάθεις...» «Πάθει μάθος», όπως έγραψε ο Αισχύλος. Και ο Σαντορινιός παραγωγός από τα μικράτα του, μέσα από κάθε λογής παθήματα και κακοτοπιές, έμαθε πολλά, και για τη γη, και για τη ζωή.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Εξω Γωνιά, ένα από τα πιο όμορφα κεφαλοχώρια του νησιού. Η οικογένειά του ήταν φτωχή, από τα χωράφια προσπαθούσαν να ζήσουν. «Κάθε καλοκαίρι, για παράδειγμα, λιάζαμε τοματάκια και φτιάχναμε πελτέ. Θυμάμαι τεράστιες ποσότητες σε σκαφίδια στην αυλή μας. Οσος κι αν ήταν όμως αυτός ο υπέροχος “πελτές του ήλιου”, δεν αρκούσε για να μας θρέψει. Πιτσιρικάς, έβγαινα κάθε μέρα στη γειτονιά, να πουλήσω στους χωριανούς ό,τι περίσσευε, πότε γάλα από τις κατσίκες μας, πότε φασολάκια και κολοκυθάκια από το μποστάνι μας».
Ξέροντας πόσο δύσκολη θα ήταν η ζωή του γιου της αν επέλεγε τον δρόμο της αγροτιάς, η Αρτεμία Νομικού τον παρότρυνε να σπουδάσει. Για να συνεισφέρει, μάλιστα, περισσότερο στο πενιχρό οικογενειακό εισόδημα, έπιασε δουλειά ως μαγείρισσα στο πτωχοκομείο της Εξω Γωνιάς. «Προτιμούσε να στερηθεί εκείνη τα πάντα ώστε να μπορώ απερίσπαστος να διαβάζω τα μαθήματά μου. Για να πάω στο λύκειο στα Φηρά, έπρεπε κάθε μέρα να μου δίνει 5 δραχμές: 4 για τα εισιτήρια του λεωφορείου και μία για να αγοράσω κάτι να φάω. Αν δεν είχε, δανειζόταν για να μην λείψω ούτε μία μέρα από το σχολείο. Ε, αυτήν τη μία δραχμή εγώ δεν την ξόδευα. Γιατί θα ντρεπόμουν αν αναγκαζόταν να ξαναδανειστεί για χάρη μου...»
Το γονίδιο του αγρότη
Ο Γιάννης πέρασε στη Βιομηχανική Πειραιά και το όνειρο της μητέρας του έγινε πραγματικότητα. Τα χρόνια των σπουδών πέρασαν με τον ίδιο να έχει πάντα στο μυαλό του τη Σαντορίνη. Με το πτυχίο στις αποσκευές του επέστρεψε και κατόπιν ωρίμου σκέψεως αποφάσισε να γίνει... αγρότης! «Τελικά, παρά τις δυσκολίες, φαίνεται πως είχα μπολιαστεί με την αγάπη των γονιών μου για τη γη» εξηγεί. Λίγο μετά το 2000 άρχισε να ασχολείται με τη φάβα. «Πίστεψα στη μοναδικότητά της. Είχα την πεποίθηση πως αν η παραδοσιακή καλλιέργεια αυτής της εκλεκτής ποικιλίας, η οποία “μεγαλουργεί” στο δύσκολο, άνυδρο έδαφος του τόπου μου, παντρευτεί με τις σύγχρονες μεθόδους, μόνο καλά αποτελέσματα θα προκύψουν».
Σήμερα καλλιεργεί 70 στρέμματα με τον τρόπο των παλιών Σαντορινιών, όπως τονίζει. «Σπέρνουμε στα τέλη Νοέμβρη με αρχές Δεκέμβρη, ιδανικά του Αγίου Νικολάου, όπως με συμβούλευε ο πατέρας μου. Ξεκινάμε από τα χωράφια που βρίσκονται κοντά στη θάλασσα γιατί εκεί το κλίμα είναι πιο ήπιο και πρωιμίζει η παραγωγή, έπειτα η σπορά συνεχίζεται στα ορεινά. Τον Μάιο μαζεύεται ο καρπός, τον Ιούνιο αλωνίζεται, μπαίνει σε βαρέλια στις αποθήκες και αφήνεται τουλάχιστον για ένα εξάμηνο να ωριμάσει, να έρθει στη σωστή υγρασία. Η φυσική ωρίμανση, χωρίς... τερτίπια, είναι η καλύτερη, να έχεις την υπομονή να περιμένεις ώστε η φάβα να αποκτήσει το χαρακτηριστικό χρυσοκίτρινο χρώμα και τη μεστή γεύση της, όχι να τη βάλεις στο ξηραντήριο, όπως είναι η εύκολη λύση. Με το που μπαίνει ο Γενάρης, αρχίζουμε να αλέθουμε».
Μια καλή χρονιά η σοδειά του μπορεί να φτάσει τους 12 - 15 τόνους. Μέχρι την τελευταία στιγμή όμως υπάρχει η ανασφάλεια. «Οταν ξεκίνησα, ήμουν αφελής. “Πάμε καλά!” έλεγα. “Το σόδεψες; Το έπιασες στα χέρια σου; Μην μιλάς λοιπόν” με μάλωναν οι παλιοί. Είχαν δίκιο. Μπορεί να έρθει ένας ξαφνικός καύσωνας ή ένας δυνατός αέρας και να σου καταστρέψει την παραγωγή...»
Η σαντορινιά φάβα και... οι άλλες
Το 2006 ολοκληρώθηκε και η βιοτεχνία του Γιάννη Νομικού, μια μικρή, υποδειγματικά οργανωμένη κάθετη μονάδα. «Εχουμε την ευθύνη της παραγωγής, της επεξεργασίας, της συσκευασίας και της διανομής ώστε να διασφαλίζουμε την άριστη ποιότητα του προϊόντος που θα φτάσει στον καταναλωτή». Μόνο δύο τυποποιημένες φάβες παράγονται στο νησί: του τοπικού συνεταιρισμού (SantoWines) και του ίδιου. Η βιοτεχνία του συσκευάζει επίσης φιστίκια Αιγίνης δικής του παραγωγής και λιαστά ντοματάκια. Στα σχέδιά του είναι και μια μονάδα παρασκευής γλυκών κουταλιού και μαρμελάδων. «Θα ξεκινήσουμε από μαρμελάδα φραγκόσυκο» με ενημερώνει με ενθουσιασμό.
Από το 2011 η θηραϊκή φάβα είναι ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης). Στη δική του συσκευασία αναγράφεται: «Αγρόκτημα Γιάννη Νομικού, γνήσια φάβα Σαντορίνης». «Υπάρχει και μη γνήσια;» τον ρωτώ κι εκείνος παίρνει φωτιά! «Πρόσφατα, ο ΕΦΕΤ έκανε γενετικό έλεγχο σε εννέα φάβες που κυκλοφορούσαν στο εμπόριο ως σαντορινιές. Οι τέσσερις ήταν κτηνοτροφικά μπιζέλια Αγγλίας. Αλλες τέσσερις ήταν αλεσμένα κουκιά ή φάβα χαμηλής ποιότητας. Μόνο μία ήταν αυθεντική. Το ανακοίνωσε και ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Τσαυτάρης, σε συνέδριο που έγινε το καλοκαίρι εδώ, με αφορμή το Ετος Γαστρονομίας. Καλά όλα αυτά. Τι έγινε όμως στη συνέχεια, θα μάθουμε; Τιμωρήθηκαν παραδειγματικά οι παραβάτες; Ή δεκάδες τέτοια προϊόντα κυκλοφορούν ακόμα από τις λαϊκές έως τα καλύτερα εστιατόρια;»
Ο Γιάννης έχει μια επτάχρονη κόρη, την Τζωρτζίνα. «Δεν ξέρω τι θα επιλέξει στη ζωή της, αλλά θα προσπαθήσω να της διδάξω όσα έμαθα στη δική μου διαδρομή. Αγρότης δεν είναι απλώς να καλλιεργείς κάτι και να έχεις σοδειά, είναι φιλοσοφία. Εγώ, όταν είμαι στο χωράφι, νιώθω πιο ελεύθερος. Κι επειδή εξαρτώμαι από τη φύση, βλέπω καθημερινά τη δύναμή της, γίνομαι πιο ταπεινός». Ονειρό του είναι να επεκτείνει κάποτε την επιχείρηση, φτιάχνοντας μια αγροτουριστική μονάδα. «Να βλέπουν οι επισκέπτες της Σαντορίνης πώς παράγεται η φάβα, το λάδι, οι ξηροί καρποί. Δεν με αφορά ο τουρισμός πολυτελείας, με τη λογική της πισίνας και του σπα. Η φύση και τα προϊόντα, αυτή είναι η ταυτότητά μας...»
info:
Αγρόκτημα Γιάννη Νομικού, Βόθωνας Σαντορίνης, τηλ. 22860-31.016
Φωτογραφίες: Μάρω Κουρή.