ηφαιστειακούς κινδύνους.
Ειδικά το ηφαίστειο της Σαντορίνης
αποτελεί πόλο έλξης ξένων και Ελλήνων επιστημόνων, προκειμένου να
μελετήσουν την μεγαλύτερη ηφαιστειακή έκρηξη πριν από περίπου 3.600
χρόνια, καθώς και την πιο πρόσφατη ηφαιστειακή έκρηξη του υποθαλάσσιου
ηφαιστείου του Κολούμπου το 1650 μ.Χ.
Το ερευνητικό πρόγραμμα, που θα
διαρκέσει έως το τέλος Μαΐου, περιλαμβάνει τέσσερις ωκεανογραφικές
αποστολές για τη διερεύνηση με εξειδικευμένα μηχανήματα του υποθαλάσσιου
χώρου του ελληνικού ηφαιστειακού πεδίου. Οι τρεις αποστολές
επικεντρώνονται στην περιοχή μεταξύ Σαντορίνης-Αμοργού-Νισύρου, ενώ μια
τέταρτη, σε συνεργασία με το Γερμανικό πανεπιστήμιο του
Ερλάνγκεν-Νυρεμβέργης (Κέντρο Γεωεπιστημών GeoZentrum Nordbayern), θα
εστιασθεί στην υποθαλάσσια περιοχή του Σαρωνικού.
Η πρώτη αποστολή, στη διάρκεια του
Μαρτίου, αφορούσε την μελέτη των τεκτονικών ρηγμάτων στη λεκάνη της
Ανύδρου, καθώς επίσης την μελέτη της υδροθερμικής δραστηριότητας στην
καλδέρα του Κολούμπου βορειοανατολικά της Σαντορίνης. Συνολικά
‘σαρώθηκε’ και χαρτογραφήθηκε μια έκταση βυθού περίπου 100 τετραγωνικών
χιλιομέτρων με ένα αυτόνομο υποβρύχιο όχημα (AUV) με την ονομασία Abyss
(‘Αβυσσος). Στόχος της αποστολής αυτής ήταν να κατανοήσουν οι
επιστήμονες την ενεργή τεκτονική δομή της περιοχής και πώς αυτή
αλληλεπιδρά με τη δραστηριότητα των ενεργών ηφαιστείων, την υδροθερμία,
αλλά και τους σεισμούς.
Οι επιστήμονες πραγματοποίησαν
πυρηνοληψίες σε βάθος έως τριών μέτρων κάτω από το βυθό, προκειμένου να
ακολουθήσουν αργότερα οι γεωχημικές αναλύσεις στα πετρώματα που
ανασύρθηκαν. Ήδη, η θερμοκρασία δύο καυτών πυρήνων που ελήφθησαν από την
περιοχή του Κολούμπου, βρέθηκε να είναι τουλάχιστον 99 βαθμοί Κελσίου,
όταν μετρήθηκε πάνω στο πλοίο “Poseidon” και τα δείγματα ήταν τόσο
καυτά, που δεν μπορούσαν να τα αγγίξουν οι επιστήμονες.
Οι ερευνητές έκαναν επίσης μέτρηση της
θερμικής ροής, τόσο στο ηφαίστειο του Κολούμπου όσο και στη καλδέρα της
Σαντορίνης. Για πρώτη φορά εξάλλου ένα ενεργό υποθαλάσσιο ηφαίστειο του
Αιγαίου -ο Κολούμπος και η βόρεια πλευρά της καλδέρας της Σαντορίνης-
χαρτογραφήθηκε με τόσο υψηλή χωρική ανάλυση του ενός μέτρου από ένα
αυτόνομο υποβρύχιο όχημα (ΑUV). Μια τέτοια χαρτογράφηση γίνεται σε όλα
σχεδόν τα ενεργά υποθαλάσσια ηφαίστεια του κόσμου που βρίσκονται υπό
παρακολούθηση, αλλά έως τώρα δεν είχε γίνει στην Ελλάδα, επειδή δεν
υπάρχει τέτοιο μηχάνημα.
Επιστημονικός υπεύθυνος του προγράμματος
της πρώτης αποστολής είναι ο Καναδός καθηγητής Μαρκ Χάνινγκτον του
Κέντρου GEOMAR. Από ελληνικής πλευράς, υπεύθυνη είναι η Παρασκευή
Νομικού, επίκουρη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία μελετά τα
ηφαίστεια Σαντορίνης και Κολούμπου εντατικά από το 2010.
Θα γίνει επίσης λήψη δειγμάτων από το
ROV σε επιλεγμένες θέσεις του βυθού με στόχο την χρονολόγηση των
υποθαλάσσιων ηφαιστειακών πετρωμάτων, ενώ για πρώτη φορά θα παραχθεί ένα
υψηλής ανάλυσης «φωτο-μωσαϊκό» των ηφαιστείων γύρω από τη Σαντορίνη.
Επιστημονικός υπεύθυνος της δεύτερης αποστολής είναι ο δρ Γιεργκ
Γκελντμάχερ του GEOMAR.
Η τρίτη αποστολή, από τα τέλη Απριλίου
έως τις αρχές Μαΐου, στον δυτικό Σαρωνικό Κόλπο, θα πραγματοποιήσει
βυθομετρική αποτύπωση του βυθού και δειγματοληψία πετρωμάτων στο
υποθαλάσσιο ηφαίστειο του Παυσανία δυτικά από τα Μέθανα, χρησιμοποιώντας
το ίδιο υποβρύχιο όχημα ROV. Επιστημονικός υπεύθυνος θα είναι ο
καθηγητής Κάρστεν Χάασε του Πανεπιστημίου Ερλάνγκεν-Νυρεμβέργης.
Στην τελευταία αποστολή, έως το τέλος
Μαΐου, θα ερευνηθεί η υποθαλάσσια περιοχή νότια της Μήλου μέχρι και την
Νίσυρο, με στόχο να βρεθούν οι εναποθέσεις τέφρας από τις μεγάλες
εκρήξεις των ηφαιστείων στο ελληνικό ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου, οι
οποίες συνέβησαν κατά τα τελευταία 160.000 χρόνια. Θα πραγματοποιηθούν
πυρηνοληψίες από το βυθό σε βάθος έως 12 μέτρων με ειδικούς
πυρηνολήπτες, ενώ θα γίνει και δειγματοληψία επιφανειακών ιζημάτων.
Επιστημονικός υπεύθυνος θα είναι ο δρ Αρμίν Φρόϊντ του GEOMAR.