Γράφει η Θάλεια Καραμολέγκου
Πίσω από τις μεταξένιες κουρτίνες των ανακτόρων, πίσω από τα άγουρα βλέμματα του λαού, πίσω ακόμα και από την αυγή της άνοιξης πλέκουν μια ιστορία, εκείνοι που η κλεψύδρα της ιστορίας της γης τους έχρισε συγγραφείς της. Ακόμα μια ιστορία για να καθορίσουν ακόμα μία πρακτική, ακόμα ένα ανθρώπινο έθιμο. Οι δείκτες του χρόνου δείχνουν 6η Οικουμενική Σύνοδος και τα βλέφαρά ενός νεαρού άνδρα, που κοιτά τον
ουρανό, κλείνουν αργά για να μεταφερθούν ψυχικά σε εκείνη την αίθουσα, εκείνο τον χρόνο, 692 μ.Χ. Βίωμα ή όραμα;
Πίσω από μια μαρμάρινη κολόνα με σφιγμένο το σώμα τους παρακολουθούσε. Ήταν εκεί και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος και άλλοι περίπου 200 Επίσκοποι. Το ήξεραν, το γνώριζαν καλά πως βρίσκονταν αντιμέτωποι με ένα αρχαίο έθιμο, με μια συνήθεια, που είχε ενσωματωθεί στα πλαίσια της κοινωνικής δομής, ένα έθιμο όμως, που σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους, αναπαρήγαγε ειδωλολατρικά έθιμα και αποσυντόνιζε την ηρεμία της κοινωνίας, την Αποκριά. Ο νεαρός άνδρας πίσω από την κολόνα με το δεξί του χέρι ακουμπισμένο στον τοίχο τα όσα υποστήριζαν άκουγε, για τα όσα συγκρούονταν έπαιρνε μες στης σιγής την σκέψη του θέση.
Πίσω από τις μεταξένιες κουρτίνες των ανακτόρων, πίσω από τα άγουρα βλέμματα του λαού, πίσω ακόμα και από την αυγή της άνοιξης πλέκουν μια ιστορία, εκείνοι που η κλεψύδρα της ιστορίας της γης τους έχρισε συγγραφείς της. Ακόμα μια ιστορία για να καθορίσουν ακόμα μία πρακτική, ακόμα ένα ανθρώπινο έθιμο. Οι δείκτες του χρόνου δείχνουν 6η Οικουμενική Σύνοδος και τα βλέφαρά ενός νεαρού άνδρα, που κοιτά τον
ουρανό, κλείνουν αργά για να μεταφερθούν ψυχικά σε εκείνη την αίθουσα, εκείνο τον χρόνο, 692 μ.Χ. Βίωμα ή όραμα;
Πίσω από μια μαρμάρινη κολόνα με σφιγμένο το σώμα τους παρακολουθούσε. Ήταν εκεί και ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος και άλλοι περίπου 200 Επίσκοποι. Το ήξεραν, το γνώριζαν καλά πως βρίσκονταν αντιμέτωποι με ένα αρχαίο έθιμο, με μια συνήθεια, που είχε ενσωματωθεί στα πλαίσια της κοινωνικής δομής, ένα έθιμο όμως, που σύμφωνα με τις πεποιθήσεις τους, αναπαρήγαγε ειδωλολατρικά έθιμα και αποσυντόνιζε την ηρεμία της κοινωνίας, την Αποκριά. Ο νεαρός άνδρας πίσω από την κολόνα με το δεξί του χέρι ακουμπισμένο στον τοίχο τα όσα υποστήριζαν άκουγε, για τα όσα συγκρούονταν έπαιρνε μες στης σιγής την σκέψη του θέση.
Ώσπου μια φωνή βροντερή από το τραπέζι
ηχηρά είπε: “Δύο είναι οι λύσεις δια το αρχαιοδιονυσιακό έθιμο των
Αποκριών και τις 2 θα συζητήσουμε και από τις 2 τη μία μονάχα καθολικά
θα εφαρμόσουμε”. Τα βλέμματα όλων στράφηκαν επάνω του, καθώς αυτός έβαζε
δύναμη στα πόδια να σηκωθεί όρθιος, ώστε να γίνεται αντιληπτός από το
σύσσωμο πλήθος, ακόμα και από τον κρυμμένο νεαρό άνδρα. Πριν καν το
στόμα του εκφράσει τις σκέψεις του, οι συνομιλητές με βαβούρα τον
παρότρυναν να μιλήσει.
“Η πρώτη είναι”, ξεκίνησε, κινούμενος
αργά προς τον χώρο “να μείνουμε ουδέτεροι και άπραγοι, να αφήνουμε τον
όρο Αποκριά να εξελίσσεται και να υπάρχει στον χώρο δίχως να εκφράζουμε
άρνηση ή παρότρυνση, φυσικά αυτό που λέω είναι...”. Πριν καλά καλά
τελειώσει τον συλλογισμό του διακόπηκε από την έντονη στάση των
συνυπαρχόντων του στον χώρο, οι οποίοι καταδίκασαν δίχως δεύτερη γνώμη
την πρώτη πρόταση του. “Σε ένα τέτοιο ετήσιο δρώμενο της κοινωνίας η
εκκλησία δεν μπορεί επ' ουδενί να είναι απούσα σε γνώμη και συλλογισμό”
έλεγαν και ξανά έλεγαν ο ένας με τον άλλον.
Όταν ένα καμπανάκι ήχησε δυνατά για να επαναφέρει την ησυχία, εκείνος ήταν έτοιμος να παραθέσει τη δεύτερη λύση:
“Τότε”, είπε, “να καταδικάσουμε το
αποτρόπαιο τούτο έθιμο, που οι άνθρωποι υποδύονται άλλες μορφές και
επιδίδονται ακόμα και σε υβριστικές για την ανθρώπινη νόηση πράξεις,
όπως γυμνισμό, χυδαιολογία και σεξουαλικά όργια”. Η παύση του ήταν
σκόπιμη και ηθελημένη, τα μάτια του περιπλανήθηκαν στον χώρο και
συναντήθηκαν με μάτια άλλα, μα πριν σκιαγραφήσει τον ψυχισμό των
συνομιλητών τους τον διέκοψαν οι έντονοι επευφημισμοί ότι τούτο τάχα
είναι το ορθό, η απαγόρευση και καταγγελία τούτου του αιώνιου εθίμου. Τα
χέρια τους χτυπούσαν δυνατά παλαμάκια και έτοιμοι να γράψουν, καθώς
ήταν, τη σχετική απαγόρευση, άκουσαν μια φωνή από την άκρη του χώρου
“Αυτό που πάτε να εφαρμόσετε είναι ανεφάρμοστο και ο μόνος, που θα
ζημιωθεί είναι ο εκκλησιαστικός χώρος” Ο νεαρός άνδρας άφηνε πια να τον
λούζει το φως της ημέρας σκιαγραφώντας ακριβώς όλα τα χαρακτηριστικά του
και λεπτομερέστατα την αρχαία ενδυμασία του, βρισκόμενος εκτεθειμένος
μπροστά στους αποτελούντες την 6η Οικουμενική Σύνοδο.
“Πώς μπήκες εσύ εδώ; Βγάλτε τον έξω”
διέταξε ο αυτοκράτορας, αλλά η φρουρά δεν κουνήθηκε σα να μην άκουσε
ποτέ τη διαταγή. Ο νεαρός άνδρας ακούνητος και ανεπηρέαστος με σταθερή
χαμηλή φωνή κοίταξε έναν έναν στον χώρο και μίλησε: “Εσείς, σοφοί
άνδρες, εκπρόσωποι του Θεού στη γη θα απαγορεύσετε ένα έθιμο, που ο
Κύριος σας επέτρεπε επί αιώνες στη γη; Κατανοώ τις τεράστιες άσχημες
διαστάσεις που παίρνει ενίοτε αυτή η γιορτή, όταν άνθρωποι γιορτάζοντας
την τελευταία μέρα κρέατος (Από + κρέως) περνάνε τα όρια, ακόμα και με
σεξουαλικές ανήθικες πράξεις, μα αν το παντελώς απαγορεύσετε θα έρθετε
σε αντίθεση με την ίδια την κοινωνία που το ζει τόσους αιώνες και δε θα
ναι εύκολο να τιθασσεύσετε ένα ολόκληρο πλήθος σε αυτή τη διαταγή. Σαν
το παιδί που επί 18 χρόνια, ως την ενηλικίωση έπαιζε σβόλους και η μάνα
του απαγορεύει να παίζει εκείνο θα αντιδράσει και σίγουρα όχι εύκολα,
ενδέχεται και οριστικώς καθόλου να εφαρμόσει την επιταγή της μάνας του,
έτσι και ο λαός θα αντιδράσει στην επιτακτική απαγόρευσή σας”.
“Και τι προτείνεις εσύ ξένε;” διέκοψε τον νεαρό άνδρα ένας εκ των επισκόπων.
“Εγώ προτείνω τούτο” είπε και ύψωσε τα
χέρια του προς τον ουρανό “Μόνο με την όλο και περισσότερη καλλιέργεια
και πίστη, που θα τους εμπνεύσετε προς τον Κύριο, μόνο τότε υπόκρυφα θα
τους αποτρέπετε από αυτό το ειδωλολατρικό έθιμο του Διονύσου, όπως το
χαρακτηρίζετε. Με την παρότρυνση για πίστη στον Θεό, υπενθυμίζοντας
συνεχώς την παγανιστική του προέλευση. Μόνο έτσι ο λαός ίσως
αποκολληθεί. Μόνο έτσι. Και ας συνδέσει ο λαός την Αποκριά με την
τελευταία μέρα κρέατος πριν τη μεγάλη νηστεία της Μ. Τεσσαρακοστής. Μια
μεγάλη συνήθεια αποκολλάται μόνο με τη δημιουργία μιας καινούριας
μεγάλης αγάπης. Και αυτό να επιδιώξετε κι εσείς”.
Στην αίθουσα επικράτησε σιγή και το
τελευταίο πράγμα, που θυμάται ο νεαρός άνδρας ήταν η σύνταξη της ιδέας
του σε χαρτί και τη μετέπειτα υπογραφή της από όλους τους
παρευρισκομένους. Τα βλέφαρά του αποχαιρέτησαν τους άνδρες, καθώς
άνοιξαν πια αντικρίζοντας ξανά τον ουρανό, κοίταξε τον εαυτό του και
φορούσε την ίδια αρχαία ενδυμασία. Ένα μικρό παιδί τον πλησίασε, ο γιος
του και με μια εύθυμη παιδική φωνή, τον παρότρυνε να σηκωθεί “Pater,
vide me, Saturnalia sunt”. Ο νεαρός άνδρας του χαμογέλασε, ήξερε πια δε
θα χανόταν, μα παράλληλα ήξερε πια πως έπρεπε να βάζει κι εκείνος μέτρο
στις καταστάσεις, που έφευγαν από τα όρια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας
στο καρναβάλι, εκείνες ακριβώς τις έκρυθμες καταστάσεις. Και το έτος
τότε έγραφε 26 π.Χ..
{Πηγή εικόνας: www.romeacrosseurope.com}