
Θρεπτική αξία
Τα φραγκοστάφυλα έχουν τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα βιταμίνης C από όλα τα φρούτα
των εύκρατων ζωνών, με 177-187mg βιταμίνης C ανά 100 γρ. καρπών), ενώ εξίσου μεγάλη
είναι και η θρεπτική αξία του χυμού (138 ως 186 mg/100 γρ). Αν λάβουμε υπόψη το ότι
για να χαρακτηριστεί ένα προϊόν σαν «φυσική πηγή βιταμίνης C», πρέπει να περιέχει
τουλάχιστον 10 γρμ ανά 100 γραμμάρια καρπού (10% των συστατικών), τότε είναι εμφανής
η υπεροχή του φραγκοστάφυλου (βλ. σχετικό πίνακα κάτω αριστερά).

Εκτός από τα παραπάνω, τα φραγκοστάφυλα είναι πλούσια σε βιταμίνη Ε, προβιταμίνη
Α και πολυφαινόλες, φυτικές ουσίες γνωστές για την αντιοξειδωτική τους δράση, καθώς
έχουν την ιδιότητα να συλλαμβάνουν τις ελεύθερες ρίζες που βλάπτουν τους ιστούς του
σώματος.
Γεύση και ευελιξία στη χρήση

Το φραγκοστάφυλο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές μαγειρικές και ζαχαροπλαστικές
δημιουργίες (καρπός), να πολτοποιηθεί σαν μαρμελάδα ή γλυκό, να εμπλουτίσει με το
χυμό του κοκτέιλς, σε σορμπέ παγωτού, αλλά και να φαγωθεί σκέτο ή με δημητριακά το
πρωί.
Η γεύση του δίνει ιδιαίτερο χαρακτήρα σε πολλές συνταγές και γλυκά, με εντυπωσιακά
αποτελέσματα, ενώ το χρώμα του αποτελεί στολίδι για κάθε πιάτο.
Στην κάβα ή το μπαρ, η ανάμιξη του χυμού του με λευκό κρασί, δίνει το γνωστό κοκτέιλ
Kir (ή Kir Royal, όταν αναμιγνύεται με σαμπάνια), ενώ στη Βρετανία είθισται η προσθήκη
χυμού φραγκοστάφυλου σε ποτήρι μαύρης μπίρας (stout, όπως η Guinness) για μια διαφορετική
εκδοχή.
Αγορά και Παραγωγή
Το φραγκοστάφυλο καλλιεργείται κυρίως στη Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη, με τη Βρετανία,
τη Γαλλία και την Πολωνία στις πρώτες θέσεις, ενώ επιλεγμένες καλλιέργειες υπάρχουν
και στην Ασία (σε περιοχές με κλίμα παρόμοιο με τη Β. Ευρώπη).
Οι χώρες αυτές, βλέπουν τις εξαγωγές τους να αυξάνονται αλματωδώς τα τελευταία χρόνια,
καθώς όλο και περισσότερες έρευνες επιβεβαιώνουν την υψηλή διατροφική αξία του καρπού,
ενώ πλέον η χρήση του έχει επεκταθεί και σε άλλους κλάδους, όπως η βιομηχανία καλλυντικών
(αιθέρια έλαια, κρέμες περιποίησης), η φαρμακοβιομηχανία κλπ.
Η Βρετανία είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή στην Ευρώπη. Η συστηματική καλλιέργεια
φραγκοστάφυλου στη Βρετανία, ξεκίνησε κατά τη διάρκεια του δεύτερου Παγκοσμίου, όταν
οι πηγές βιταμίνης C άρχισαν να σπανίζουν και οι κάτοικοι αναζητούσαν τροφές πλούσιες
σε θρεπτικά συστατικά.
Στην Πολωνία, οι καλλιέργειες φραγκοστάφυλου υπερτετραπλασιάστηκαν μέσα σε 20 χρόνια,
από 4.700 εκτάρια το 1961 σε 18.000 εκτάρια το 1982, ανεβάζοντας την παραγωγή από
20.000 τόνους σε 59.600 αντίστοιχα. Έκτοτε, το υψηλό κόστος των εργατικών αποτέλεσε
τον κύριο λόγο για τον οποίο μέρος των καλλιεργειών εγκαταλείφθηκε, ωστόσο παραμένει
ακόμα και σήμερα η δεύτερη ευρωπαϊκή χώρα σε παραγωγή.
