1. Εξοπλισμός
Το πιο φτηνό και εύκολο σε εξοπλισμό ψάρεμα είναι το ψάρεμα με απλό καλάμι, δηλαδή φυσικό καλάμι χωρίς μηχανάκι ή άλλο εξοπλισμό. Το ψάρεμα αυτό θεωρείται και είναι εισαγωγικό σε άλλα πιο πολύπλοκα και πιο ακριβά σε εξοπλισμό ψαρέματα, αλλά μπορεί να χαρίσει αρκετές συγκινήσεις σε φίλους που τώρα ξεκινάνε να ψαρεύουν. Επειδή το θέμα απευθύνεται σε αυτούς, η αρματωσιά που περιγράφω είναι η απλούστερη δυνατή (αυτή που χρησιμοποιούσα και εγώ στα πρώτα μου ψαρέματα). Ξέρω ότι οι πιο έμπειροι φίλοι θα ήθελαν να προσθέσουν κάποια επιπλέον "καλούδια" αλλά ας τα αφήσουμε για λίγο αργότερα.
Αν και με λίγα χρήματα μπορούμε να βρούμε στο εμπόριο ένα απλό καλάμι μπαμπού (σπαστό σε δύο ή τρία κομμάτια) έτοιμο με την αναγκαία αρματωσιά (πετονιά, φελλό, βαρίδι, αγκίστρι), θα πούμε δυό λόγια για εκείνους τους "μανιώδεις", που θέλουν να τα φτιάχνουν όλα μόνοι τους.
Για το καλάμι: Σίγουρα είναι εύκολο να βρούμε ένα (φυσικό) καλάμι. Κοντά σε ρυάκια, ποταμάκια, χειμάρρους κλπ, είναι άφθονες οι καλαμιές. Διαλέγουμε και κόβουμε κάποιο καλάμι γύρω στα τρία μέτρα (το μεγαλύτερο δεν ενοχλεί, αλλά δημιουργεί πρόβλημα μεταφοράς), κατά το δυνατόν ίσιο (συνήθως οι άκρες τους είναι ελαφρά καμπυλωμένες επειδή είναι λεπτές) και ξερό (να είναι κίτρινο, σκληρό αλλά ευλύγιστο, χωρίς φούντα στην άκρη του και με φύλλα ξερά κατά προτίμηση). Με ένα μαχαιράκι το καθαρίζουμε από τα ξερά φύλλα και τους κόμπους, ώστε να είναι λείο σε όλο του το μήκος. Προσοχή: Τα φύλλα κόβουν σαν ξυράφι και καρφώνονται σαν βελόνες. Η άκρη που θα δέσουμε την πετονιά (η λεπτή), πρέπει να είναι ευλύγιστη. Δοκιμάζουμε να την καμπυλώσουμε με τα χέρια μας και πιθανά αφαιρούμε κάποιο κομμάτι της, αν είναι πολύ λεπτό και μας φαίνεται επικίνδυνο να σπάσει.
Για την αρματωσιά: Χρειαζόμαστε πετονιά, φελλό, βαρίδι, αγκίστρι. Η πετονιά δένεται στην λεπτή άκρη του καλαμιού, ο φελλός πρέπει να μπορεί να μετακινείται κατά μήκος της πετονιάς, το αγκίστρι δένεται στην ελεύθερη άκρη της πετονιάς και το βαρίδι "μαγκώνεται" (πολύ μαλακά για να μην πληγωθεί η πετονιά) δεκαπέντε με είκοσι πόντους πάνω από το αγκίστρι. Για το συνολικό μήκος της αρματωσιάς πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι όταν ψαρεύουμε (όρθιοι ή καθιστοί) και κρατάμε το καλάμι όρθιο το αγκίστρι δεν πρέπει να σέρνεται κάτω ανεξέλεγκτα, αλλά πρέπει να είναι στον αέρα ώστε να μην υπάρχει φόβος να φύγει το δόλωμα, αλλά πολύ περισσότερο να μπορούμε να πιάσουμε γρήγορα και να ξαγκιστρώσουμε κάποιο ψάρι που πιάσαμε. Αν και καλύτερα είναι να δοκιμάσει ο καθένας μόνος του το μήκος που του φαίνεται βολικό, χοντρικά μπορούμε να πούμε ότι το μήκος της αρματωσιάς πρέπει να είναι όσο το μήκος του καλαμιού συν τριάντα με σαράντα πόντους.
Για την πετονιά: Η πετονιά πρέπει να είναι λεπτή ανθεκτική και ευλύγιστη, για να μπορεί να δεθεί στην άκρη του καλαμιού, να μπορούμε να δέσουμε πάνω της το αγκίστρι και το βασικότερο να μην τρομάζει τα ...ελαφρών βαρών ψάρια που είναι ο στόχος μας. Μιλώντας πιο τεχνικά πρέπει να είναι νούμερο είκοσι έως τριάντα. Το κακό είναι ότι στο εμπόριο οι πετονιές κυκλοφορούν σε καρούλια των εκατό μέτρων, που πέφτουν πολλά αν απλά και μόνο θέλουμε να αρματώσουμε ένα καλάμι. Η πιο εύκολη λύση είναι να ζητήσετε από κάποιον άλλο ερασιτέχνη φίλο ή άγνωστο από αυτούς που ψαρεύουν στις ακτές. Κανείς δεν πρόκειται να αρνηθεί να σας δώσει τέσσερα μέτρα λεπτή πετονιά για να αρματώσετε ένα καλάμι (εκτός και αν δεν έχει).
Το δέσιμο στην άκρη του καλαμιού: Ο σκοπός είναι να αποκλειστεί η περίπτωση να φύγει η αρματωσιά από το καλάμι. Ο καθένας μπορεί να κάνει όποιο δέσιμο νομίζει. Πάντως επειδή η μύτη είναι στρογγυλή και λεπτή και η πετονιά γλιστράει το δέσιμο δεν είναι όσο εύκολο φαίνεται. Γενικά αποφύγετε τους ...φιόγκους. Για να βοηθηθούν στο δέσιμο κάποιοι καρφώνουν πολύ λεπτά καρφάκια στην άκρη του καλαμιού. Προσωπικά νομίζω ότι ένα πολύ ελαφρύ σκίσιμο της άκρης (κατά την έννοια της διαμέτρου) και το πέρασμα της πετονιάς μέσα από το σχίσιμο βοηθάει πολύ για ένα "αξιοπρεπές" δέσιμο.
Για τον φελλό: Η ουσία είναι ότι ο φελλός πρέπει να μετακινείται κατά μήκος της πετονιάς, ώστε να μπορούμε να ρυθμίζουμε το βάθος που ψαρεύουμε και ότι δεν πρέπει να είναι ογκώδης για να μην τρομάζουν τα ψάρια από την σκιά του. Προσοχή: Ο φελλός πρέπει να περάσει στην αρματωσιά πριν από το βαρίδι και το αγκίστρι. Στο εμπόριο κυκλοφορούν άπειρα είδη φελλών. Συνήθως έχουν μία τρύπα από όπου περνάμε την πετονιά και ένα ξυλαράκι που εφαρμόζει στην τρύπα και "μαγκώνει" την πετονιά στην επιθυμητή θέση. Έχοντας στο μυαλό αυτή την ιδέα μπορούμε να φτιάξουμε μόνοι μας φελλούς για το καλάμι μας. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε φελλούς από μπουκάλια ή διάφορα "απομεινάρια" φελλών από δίκτυα που πάντα βρίσκουμε διάσπαρτα στις παραλίες και με ένα μαχαιράκι τους να τους φέρουμε στο επιθυμητό μέγεθος. Αν δεν είναι εύκολο να τους κάνουμε τρύπα μπορούμε να τους σκίσουμε με ένα μαχαιράκι κατά μήκος και να τους περάσουμε στην πετονιά. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να κάνουμε κάποια ψαρέματα, αλλά μετά λόγω αρμύρας, ήλιου κλπ, η σχισμή δεν μαγκώνει την πετονιά, οπότε τους πετάμε και κάνουμε καινούριους.
Για το βαρίδι: Το προφανές είναι ότι το βαρίδι βοηθάει το δόλωμα να κατέβει γρήγορα στο βάθος που ψαρεύουμε όμως η ουσία ξεκινά από τον ...φελλό. Ο φελλός πρέπει να είναι πολύ ευαίσθητος, πρέπει να μαρτυράει δηλαδή και το παραμικρό τσίμπημα και για να γίνει αυτό πρέπει να καταφέρουμε "μόλις και με τα βίας" να επιπλέει. Για να το καταφέρουμε αυτό πρέπει να βάλουμε τόσο βαρίδι (σαν έρμα) στην αρματωσιά όσο χρειάζεται ο συγκεκριμένος φελλός που χρησιμοποιούμε και το πετυχαίνουμε μόνο με δοκιμές. Τα βαρίδια για καλάμια, που βρίσκουμε στο εμπόριο, είναι συνήθως σφαιρικά σκισμένα από την μία πλευρά, οπότε περνάμε την πετονιά ανάμεσα στα δύο φύλλα και την μαγκώνουμε κλείνοντας τα φύλλα με το χέρι μαλακά για να μην την πληγώσουμε. Κυκλοφορούν και άλλου τύπου βαρίδια με τρύπα και αν έχουμε τέτοιο πρέπει να το μαγκώσουμε πιέζοντάς το ελαφρά με μια πένσα. Τα βαρίδια είναι φτιαγμένα από μολύβι (μόλυβδο), που υπάρχει στα μαγαζιά υδραυλικών ειδών σε αφθονία σε φύλλα ή σωλήνες. Μπορούμε επομένως να φτιάξουμε και μόνοι μας το κατάλληλο βαρίδι, αφού βρούμε μολυβένια αντικείμενα. Πάντα βάζουμε τόσα βαρίδια όσα χρειάζεται ο φελλός μας, αν και καλύτερα είναι να βάλουμε ένα (κατάλληλου βάρους) ώστε να μην τρομάζει τα ψάρια. Το βαρίδι μπαίνει περίπου δεκαπέντε με είκοσι πόντους πάνω από το αγκίστρι.
Για το αγκίστρι: Το αγκίστρι που χρειαζόμαστε είναι το μικρότερο αγκίστρι που μπορούμε να βρούμε. Είναι σημαντικό να είναι μικρό για να μην φοβίζει τα ψάρια (σκεφτείτε ότι θέλουμε να το βάλουν στο στόμα τους). Το καμπύλο κομμάτι του δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο από το μέγεθος μιας φακής. Κυκλοφορούν άπειροι τύποι αγκιστριών κατάλληλων για καλάμια και δεν μπορεί να πει κανείς πιο είναι καλύτερο. Μόνο δοκιμάζοντας μπορεί κανείς να αποφασίσει πιο "δουλεύει" καλύτερα κατά την γνώμη του. Σημαντικό πάντως είναι να μην είναι σκουριασμένο, να είναι μυτερό και το "αρπάδι" του (το γύρισμα που κάνει κάτω από την μύτη του) να είναι σε πολύ καλή κατάσταση.
Το δέσιμο του αγκιστριού: Το ζητούμενο είναι ένας κόμπος που να κρατά το αγκίστρι σφιχτά και να μην είναι ογκώδης. Δυστυχώς οι ...γαϊδουρόκομποι που χρησιμοποιούμε συνήθως στα άλλα δεσίματά μας, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εδώ. Πρέπει αναγκαστικά να χρησιμοποιήσουμε κάποιου τύπου ψαρόκομπο. Θα προσπαθήσω να περιγράψω τον πιο απλό αν και δεν είναι εύκολο: Όταν θέλουμε να κάνουμε ένα κόμπο σε ένα σπάγκο παίρνουμε την ελεύθερη άκρη του με το ένα χέρι, την γυρνάμε ώστε να δημιουργηθεί ένας κύκλος και περνάμε την άκρη μέσα από τον κύκλο. Τραβάμε από τις δύο μεριές και ο κόμπος είναι έτοιμος. Στον ψαρόκομπο περνάμε την άκρη δύο φορές μέσα από τον κύκλο. Αν τραβήξουμε και από τις δύο μεριές θα δούμε ότι δημιουργείται κάτι σαν οκτώ (8). Κρατάμε το αγκίστρι από το καμπύλο κομμάτι με την μύτη προς τα επάνω και το μακρύ οριζόντιο κομμάτι προς τα κάτω. Κρατάμε την πετονιά ώστε η ελεύθερη άκρη να δείχνει προς το καμπύλο κομμάτι του αγκιστριού και περνάμε το "κεφάλι" του αγκιστριού (το πλατύ μέρος στην μια άκρη) και από τους δύο κύκλους του οκτώ αβίαστα και χωρίς να πειράξουμε τον κόμπο. Αφήνουμε το αγκίστρι και πιάνουμε την πετονιά τραβώντας και από τις δύο μεριές. Αν όλα πήγαν καλά το αγκίστρι είναι δεμένο σφιχτά. Κόβουμε την άκρη που περισσεύει και είμαστε έτοιμοι. Αν δεν πετύχει με την πρώτη θα πετύχει η δεύτερη γιατί η διαδικασία είναι πολύ απλή. Το πλεονέκτημα του ψαρόκομπου είναι ότι όσο τραβιέται σφίγγει, δεν πληγώνει (πολύ) την πετονιά και δεν είναι ογκώδης.
2. Δόλωμα
Πάντα, όταν θέλουμε να διαλέξουμε δόλωμα, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας τα ψάρια που στοχεύουμε να πιάσουμε. Κάθε ψάρι έχει το δικό του διαιτολόγιο και επομένως το δόλωμα που θα προτιμήσει δεν μπορεί να ξεφεύγει από τις διατροφικές του συνήθειες. Τα ψάρια που στοχεύουμε ψαρεύοντας με απλό καλάμι από την ακτή είναι πολλά, με ποικιλία διατροφικών συνηθειών. Σαν νέοι ερασιτέχνες είναι καλό να διαλέξουμε ένα δόλωμα που να αρέσει και να απευθύνεται σε μεγάλη γκάμα ψαριών, για να αυξήσουμε τις πιθανότητές μας για μια καλή ψαριά. Επίσης, είναι σημαντικό για τον νέο ερασιτέχνη να διαλέξει ένα δόλωμα που να μπορεί εύκολα να βρεθεί ή να φτιαχτεί.Το πιο κλασσικό δόλωμα για ψάρεμα με καλάμι, που καλύπτει τα κριτήρια που βάλαμε παραπάνω, είναι η ζύμη ή καλύτερα οι ζύμες. Η ποικιλία στην παρασκευή των μιγμάτων των ζυμών δεν έχει όρια και βασίζεται πολύ στην εμπειρία και την φαντασία του ερασιτέχνη ψαρά. Η ζύμη χρησιμοποιείται σαν δόλωμα και από πολύ έμπειρους ερασιτέχνες, αλλά συνήθως οι 'συνταγές' που χρησιμοποιούν θέλουν αρκετή προετοιμασία (και είναι λίγο - πολύ απόρρητες:). Θα περιοριστούμε στην περιγραφή κάποιων εύκολων και γρήγορων ζυμών.
Ζύμη από ψωμί: Παίρνουμε δυό φέτες ψωμί φρέσκο ή παλιό δεν έχει σημασία. Αν είναι φρέσκο βγάζουμε την κόρα περιμετρικά, το βουτάμε σε νερό (ή θάλασσα) και το πλάθουμε με τα χέρια (σαν πλαστελίνη), υπομονετικά, και μέχρι να μην κολλάει στα χέρια μας. Αν είναι μπαγιάτικο (σκληρό) το βουτάμε στο νερό περισσότερη ώρα (μέχρι να μουλιάσει λίγο) και μετά το πλάθουμε, αφαιρώντας κάποια κομμάτια (κόρας) που είναι σκληρά και ...αντιστέκονται. Το πιο απλό δόλωμα που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε είναι έτοιμο.
Ζύμη από αλεύρι: Η παραδοσιακή συνταγή λέει αλεύρι, νερό και λάδι. Σε ένα πιάτο βάζουμε μια χούφτα αλεύρι (δυό κουταλιές της σούπας) και προσθέτουμε σιγά σιγά νερό ανακατεύοντας και πλάθοντας το μίγμα με το χέρι μας (ή άλλο ...κατάλληλο όργανο) μέχρι το μίγμα να μην κολλάει στο χέρι μας. Αν πέσει περισσότερο νερό προσθέτουμε λίγο αλεύρι κλπ. Στο τέλος βάζουμε και λίγο λάδι (ένα κουταλάκι του γλυκού περίπου). Αν μπούμε στην 'ταλαιπωρία' να φτιάξουμε ζύμη από αλεύρι μπορούμε να προσθέσουμε στο μίγμα χίλια δυό επί πλέον 'καλούδια' για να κάνουμε την ζύμη πιο ...ελκυστική για τα ψάρια. Το πρώτο που έρχεται στο μυαλό είναι τυρί (ξυσμένο ή σε κομματάκια), περισσέματα από λάδια κονσερβών ψαριών ή και λιωμένο ζωικό λίπος αντί για απλό λάδι, φιλετάκια ψαριών (φρέσκων ή από κονσέρβα, χωρίς κόκαλα) κλπ. κλπ. Δεν υπάρχει τέλος σε αυτή την λίστα και ο καθένας μπορεί να προσθέσει ό,τι θέλει και να δοκιμάσει... Σημαντικό είναι όμως η ζύμη να είναι ομογενής (να έχει παντού την ίδια σύσταση) μετά το πλάσιμο (το τελικό μίγμα), όχι εδώ τυρί, εκεί φιλετάκι, αλλού κάτι άλλο.
3. Μαλάγρωμα
Μαλάγρα λέμε τα διάφορα μίγματα που χρησιμοποιούμε για να τραβήξουμε τα ψάρια προς το μέρος που θα ψαρέψουμε. Με την μαλάγρα δεν θέλουμε να 'ταίσουμε' τα ψάρια, αλλά μόνο να τα μαζέψουμε στο σημείο που θα ψαρέψουμε.Για τον λόγο αυτό προτιμάμε υγρά μίγματα, που δεν μπορούν να φαγωθούν. Ζουμιά από άλμη (το υγρό που διατηρούν τα τυριά), περισσέματα λαδιών από κονσέρβες, αποφάγια φαγητών κλπ. είναι ιδανικά για μαλάγρωμα. Επειδή δεν μπορούμε να τα πετάξουμε στην θάλασσα εύκολα (εκεί που θέλουμε), τα μαζεύουμε συνήθως σε ένα δοχείο (μικρό κουβά, κομμένο πλαστικό μπουκάλι εμφιαλωμένου νερού, κομμένη κονσέρβα ή ό,τι) και προσθέτουμε άμμο ή ψιλό βοτσαλάκι. Ανακατεύουμε καλά με ένα κατάλληλο ξυλαράκι και μαλαγρώνουμε πετώντας το μίγμα με ένα κουτάλι (δικό μας, της μαμάς ή καλύτερα της ...γιαγιάς, για να αποφύγουμε την ...μουρμούρα), σε ένα νοητό ημικύκλιο με κέντρο το σημείο που θα ψαρέψουμε και ακτίνα γύρω στα έξι με επτά μέτρα.
Το μαλάγρωμα γίνεται λίγο πριν ψαρέψουμε (μισή με μία ώρα πριν, ας πούμε) για να μπορέσει η μαλάγρα να 'δουλέψει' και να μαζέψει τα ψάρια. Μπορούμε δηλαδή να μαλαγρώσουμε, να φύγουμε και να ξαναγυρίσουμε μετά για το ψάρεμά μας. Σε σημεία που ψαρεύουν πολλοί ερασιτέχνες υπάρχει ο κίνδυνος να μαλαγρώσουμε κάπου και μετά να πάμε για ψάρεμα και να βρούμε ...κάποιον άλλο να ψαρεύει εκεί που μαλαγρώσαμε. Για να αποφύγουμε τέτοιες ...εκπλήξεις καλό είναι να μαλαγρώσουμε μόλις φτάσουμε στο σημείο που θα ψαρέψουμε, μετά να καθυστερήσουμε λίγο ετοιμάζοντας τον εξοπλισμό, και μετά να αρχίσουμε το ψάρεμα. Επίσης, καλό είναι να μαλαγρώνουμε και κατά την διάρκεια του ψαρέματος, ειδικά όταν παρατηρούμε ότι τα τσιμπήματα των ψαριών λιγοστεύουν.
Η αξία της μαλάγρας και του μαλαγρώματος αν και είναι μεγάλη, δεν είναι φανερή σε κάποιον νέο ερασιτέχνη. Επειδή επίσης η (καλή) μαλάγρα έχει άσχημη μυρωδιά και μπορεί να ξεσηκώσει ...θύελλες διαμαρτυριών από τον οικογενειακό περίγυρο, μπορούμε να την παρακάμψουμε και να μην μαλαγρώσουμε καθόλου πριν ψαρέψουμε. Σε τέτοια περίπτωση καλό είναι να ρίξουμε μικρά κομματάκια από την ζύμη μας εκεί που θα ψαρέψουμε, για να δούμε και την 'κίνηση' του βυθού.
4. Τοποθεσία
Το καλό ψάρεμα αρχίζει πάντα στην προβλήτα των (επαγγελματιών) ψαράδων ή ακόμα καλύτερα στο ...καφενείο της παραλίας, χωρίς καλάμια, δολώματα και μαλάγρες. Πιείτε κανένα καφεδάκι το πρωί, κανένα ουζάκι το απόγευμα (κεράστε και κανένα, δεν ...βλάπτει) και πιάστε κουβέντα για θάλασσα, ψάρια και ψαρέματα. Μαζέψτε όσο περισσότερες πληροφορίες μπορείτε για τους ψαρότοπους της περιοχής και προφανώς επικεντρώστε σε ψάρεμα με καλάμι.Αν κάνετε υποβρύχιο ψάρεμα ή αν απλά σας αρέσει να κολυμπάτε με μάσκα, κάντε διερευνητικές κολυμβητικές βόλτες στην ακτή για να αποκτήσετε και δική σας άποψη. Αν τίποτα από τα προηγούμενα δεν αποδώσει παρακολουθήστε που ψαρεύουν άλλοι ερασιτέχνες και αν δεν υπάρχουν δοκιμάστε να ψαρέψετε οπουδήποτε σε καθαρά νερά, κατά προτίμηση μακρυά από κίνηση και φασαρία, σε βάθος νερών τουλάχιστον ενάμιση μέτρο. Αν δεν βρείτε ψάρια να τσιμπάνε αλλάξτε τόπο, αν και αυτό δεν είναι ό,τι καλύτερο ειδικά αν έχετε μαλαγρώσει.
Η τοποθεσία που ψαρεύουμε είναι πολύ σημαντική για το ψάρεμα, αλλά στο ψάρεμα με καλάμι στόχος μας είναι τα μικρού και μεσαίου μεγέθους ψάρια της παραλίας. Συνήθως τα ψάρια αυτά βρίσκονται παντού, εύκολα χωρίς πολύ ψάξιμο.
5. Ώρα
Τα ψάρια τρώνε με όρεξη συνήθως όταν ξυπνάνε το πρωί (με το πρώτο φως) και λίγο πριν κοιμηθούν το βράδυ. Τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας απλά τσιμπολογάνε, αν βρουν τίποτα ενδιαφέρον. Αυτό ισχύει περισσότερο για τα μεγαλύτερα ψάρια. Τα πιο μικρά έχουν μια ...διαβολεμένη όρεξη όλες τις ώρες της ημέρας. Οι καλύτερες ώρες για ψάρεμα είναι επομένως νωρίς το πρωί και αργά το απόγευμα.Πάντως μπορούμε να ψαρέψουμε με καλάμι οποιαδήποτε ώρα έχουμε όρεξη, αν δεν έχουμε μεγάλες απαιτήσεις για την ψαριά μας.
6. Τεχνική
Το ψάρεμα με το καλάμι βασίζεται στην εξής πολύ απλή λογική: Το ψάρι δαγκώνει το δόλωμα και πάει να φύγει βιαστικά (για να φάει κάπου κρυμμένο, με την ησυχία του). Τραβώντας το δόλωμα, τραβιέται η αρματωσιά και κατά συνέπεια ο φελλός βυθίζεται στο νερό, δίνοντας σήμα σε εμάς να σηκώσουμε το καλάμι σε μια προσπάθεια να καρφώσουμε το ψάρι.Παρόλο που η ιδέα και η τεχνική είναι απλούστατη, δίνοντας την ευκαιρία και στον πιο ατζαμή να πιάσει ψάρι(α), υπάρχουν μερικά 'πονηρά' σημεία, που αξίζει να επισημάνουμε στην προσπάθεια για καλύτερη ψαριά.
Οι σκιές: Τα ψάρια είναι πονηρά και τρομάζουν εύκολα, ειδικά τα μεγαλύτερα. Επίσης βλέπουν έξω από το νερό και αν ψαρεύουμε με ...χορευτικές κινήσεις είναι σίγουρο ότι στο τέλος θα μείνουν μόνο τα πιο απονήρευτα μικρά ψαράκια. Η σκιά μας επίσης, αν πέφτει στο νερό είναι και αυτή αιτία για να τρομάξουν και να φύγουν. Το καλάμι δεν δημιουργεί πρόβλημα μια και είναι λεπτό και τα ψάρια το συνηθίζουν γρήγορα. Έχοντας όλα αυτά στο μυαλό μας πρέπει να 'σχεδιάσουμε' το πως θα σταθούμε στον τόπο που επιλέξαμε να ψαρέψουμε και καμιά φορά ακόμα και να αλλάξουμε τόπο αν δούμε ότι τρομάζουμε τα ψάρια για κάποιον από τους προηγούμενους λόγους.
Ο αέρας: Αν φυσάει είναι λίγο δύσκολο να καταλάβουμε τα τσιμπήματα μια και ο φελλός 'άγεται και φέρεται' από το κύμα. Πάντως είναι παρατηρημένο ότι ένα ελαφρύ (τουλάχιστον) αεράκι, ευνοεί όλα τα ψαρέματα και το ψάρεμα με καλάμι. Ένα θέμα είναι αν θα ψαρέψουμε κόντρα στον αέρα ή το αντίθετο, αλλά για αυτό ο καθένας πρέπει να δοκιμάσει τι τον βολεύει περισσότερο. Πάντως να έχουμε στο μυαλό μας ότι κόντρα στον αέρα είναι ευκολότερο το σήκωμα και δυσκολότερο το ρίξιμο, ενώ μαζί με τον αέρα συμβαίνει το αντίθετο.
Το μέτρημα: Για να βρούμε το βάθος στο σημείο που θα ψαρέψουμε και να ρυθμίσουμε κατάλληλα τον φελλό, είναι απαραίτητο να κάνουμε το λεγόμενο μέτρημα. Περνάμε από το αγκίστρι ένα (βοηθητικό) βαρυδάκι που έχει κατάλληλο κρικάκι στο πάνω μέρος, ποντίζουμε στην θάλασσα και παρακολουθούμε τον φελλό, μετακινώντας τον κατά μήκος της αρματωσιάς. Όταν ο φελλός είναι τελείως κάθετος και μόλις επιπλέει, τότε το βαρίδι (αυτό το δεύτερο, το βοηθητικό) πατάει στον βυθό και άρα έχουμε το βάθος του σημείου που ψαρεύουμε. Βγάζουμε το επί πλέον βαρίδι και κατεβάζουμε τον φελλό καμιά δεκαριά πόντους ακόμα για να εξασφαλίσουμε ότι το δόλωμά μας δεν πατάει στον βυθό, αλλά ισορροπεί περίπου δέκα πόντους πάνω από αυτόν. Η διαδικασία του μετρήματος με λίγη πείρα μπορεί να γίνει χωρίς την χρήση του επί πλέον βαριδιού.
Αν ο φελλός βουλιάζει ακόμα και όταν τον τοποθετήσουμε κοντά στην μύτη του καλαμιού, τότε το βάθος είναι μεγαλύτερο από το μήκος της αρματωσιάς (τρία μέτρα περίπου στην διαδικασία που περιγράψαμε στην αρχή). Σε αυτήν την περίπτωση αφήνουμε τον φελλό περίπου είκοσι πόντους κάτω από την μύτη του καλαμιού και ψαρεύουμε κρεμαστά, μαλαγρώνοντας συχνά με την μαλάγρα (αν έχουμε) ή με κομματάκια ζύμη από το δόλωμά μας.
Το βάθος που ψαρεύουμε: Όταν ψαρεύουμε με καλάμι δεν ψαρεύουμε ποτέ πατωτά (το δόλωμα να ακουμπάει στον βυθό). Τα ψάρια δεν προτιμάνε (γενικά) να πάρουν το δόλωμα από τον βυθό.
Ξεκινάμε πάντα το ψάρεμα περίπου δέκα πόντους πάνω από τον βυθό, έχοντας στο μυαλό μας ότι τα μεγαλύτερα και πονηρότερα ψάρια τα βρίσκουμε πάντα κοντά στον βυθό. Αν τα τσιμπήματα κόψουν (ελαττωθούν) σε αυτό το βάθος, κατεβάζουμε τον φελλό λίγο ακόμα ώστε το δόλωμα να ισορροπεί ψηλότερα πάνω από τον βυθό δοκιμάζοντας να βρούμε το βάθος που τα ψάρια τσιμπάνε.
Ποτέ δεν ψαρεύουμε στον αφρό (το βαρίδι να ακουμπάει στον φελλό και επομένως το δόλωμα να ισορροπεί δέκα με είκοσι πόντους κάτω από την επιφάνεια) εκτός και αν η περιοχή έχει πολλά αφρόψαρα (κεφαλόπουλα συνήθως), που μαζεύονται και τσιμπάνε στον αφρό. Είναι σίγουρο πάντως ότι μεγαλύτερα κεφαλόπουλα δεν θα ανέβουν στον αφρό για να φάνε, αλλά θα προτιμήσουν την ζώνη κοντά στον βυθό.
Το δόλωμα: Η ποσότητα του δολώματος που βάζουμε είναι πολύ σημαντική σε όλα τα ψαρέματα. Η γενική ιδέα είναι ότι το αγκίστρι πρέπει να μένει κρυμμένο μέσα στο δόλωμα, για να μην βάζει υποψίες στα ψάρια.
Πλάθουμε ένα σφαιρίδιο από την ζύμη μας στο μέγεθος της φακής ή μικρότερο, ανάλογα με το αγκίστρι μας, και βυθίζουμε το αγκίστρι μέσα σε αυτό. Το μέγεθος είναι σωστό αν καλύπτεται όλο το αγκίστρι. Ξεκινάμε να ψαρεύουμε με αυτό το μέγεθος δολώματος και παρατηρούμε το αποτέλεσμα. Αν έχουμε συνέχεια τσιμπήματα αλλά δεν πιάνουμε ψάρια, τότε ελαττώνουμε την ποσότητα του δολώματος (το δόλωμα είναι πολύ, δεν χωράει στο στόμα των ψαριών που τσιμπάνε, το δαγκώνουν αλλά δεν πιάνονται). Δοκιμάζουμε περίπου στην μισή ποσότητα από πριν, που πρέπει να καλύπτει όλο το καμπύλο κομμάτι του αγκιστριού μέχρι το ύψος της μύτης. Αν και πάλι δεν έχουμε αποτέλεσμα, ελαττώνουμε και άλλο την ποσότητα του δολώματος μέχρι στο τέλος να βρούμε το σωστό μέγεθος των σφαιριδίων.
Η ελάχιστη ποσότητα που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε είναι αυτή που καλύπτει μόνο την μύτη του αγκιστριού και το αρπάδι από κάτω, αφήνοντας όλο το υπόλοιπο αγκίστρι ακάλυπτο, αλλά αυτή απευθύνεται μάλλον σε μικρά και απονήρευτα ψάρια. Δεν είναι άσχημη ιδέα να δοκιμάζουμε διάφορα μεγέθη δολωμάτων σε όλη την διάρκεια του ψαρέματος (κάποιο μεγάλο ψάρι μπορεί να έρθει αργότερα, παρατηρώντας το ...τσιμπούσι των μικρότερων).
Ο φελλός: Είναι απόλυτα αναγκαίο να μάθουμε καλά την συμπεριφορά του φελλού μας στα τσιμπήματα των ψαριών (σε αυτόν βασιζόμαστε στο ψάρεμα με καλάμι).
Αν ένα ψάρι καταπιεί το δόλωμα και πάει να φύγει τότε ο φελλός θα βουλιάξει τελείως και το ψάρι είναι σίγουρα πιασμένο (εκτός και αν αργήσουμε να σηκώσουμε και το ψάρι προλάβει να φτύσει τον ...μεζέ), αλλά αυτή είναι μονάχα η απλή περίπτωση.
Ανάλογα με το τσίμπημα και την πονηριά του ψαριού ο φελλός ...χορεύει σε διαφορετικό ρυθμό και είναι απόλυτα αναγκαίο να μπορούμε να αποκρυπτογραφούμε την συμπεριφορά του, για να αποφασίζουμε σωστά το πότε σηκώνουμε το καλάμι. Μερικά δευτερόλεπτα καθυστέρηση μπορεί να μας κάνουν να χάσουμε ένα ...πρόθυμο ψάρι και στο τέλος να χάσουμε και την όρεξη για ψάρεμα. Δυστυχώς κάθε φελλός έχει την δική του συμπεριφορά και δεν υπάρχουν γενικοί κανόνες για να ακολουθήσουμε, παρά μόνο ένας: Σε οποιαδήποτε ύποπτη κίνηση του φελλού πλην της πλήρους ...ακινησίας σηκώνουμε το καλάμι, τουλάχιστον για να ξαναδολώσουμε (η ζύμη είναι μαλακή και φεύγει συνήθως σε κάθε σήκωμα της αρματωσιάς).
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλα αυτά τα ζυμαράκια που μένουν (έστω και άσκοπα) στον βυθό λειτουργούν, χωρίς να το επιδιώκουμε άμεσα, σαν μαλάγρα για τα ψάρια. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που κάποιοι αποφεύγουν το μαλάγρωμα όταν ψαρεύουν με καλάμι (οι άλλοι είναι η μυρωδιά και η ...μουρμούρα).
Αν τα νερά είναι καθαρά και μπορούμε να δούμε το δόλωμα είναι καλό να παρακολουθούμε ταυτόχρονα φελλό και δόλωμα για να βοηθηθούμε να μάθουμε τον φελλό, αλλά και να αποφασίζουμε σωστότερα για την σωστή στιγμή σηκώματος του καλαμιού. Αν επίσης υπάρχουν πολλά ...ορεξάτα ψάρια μπορούμε να κατεβάσουμε τον φελλό στην αρματωσιά, ώστε να ψαρεύουμε κοντύτερα στην επιφάνεια και να μπορούμε να παρατηρούμε την κίνηση γύρω από το δόλωμα. Αυτό θα μας βοηθήσει να μάθουμε τον φελλό αλλά συστήνεται μόνο για τα ένα δυό πρώτα ψαρέματα, μια και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα μεγαλύτερα ψάρια προτιμούν πάντα την ζώνη λίγο πάνω από τον βυθό.
Οι κινήσεις: Δεν κάνουμε ποτέ άτσαλες και απότομες κινήσεις.
Στο πέταγμα κρατάμε την αρματωσιά στο ύψος του βαριδιού (όπου μας βολεύει καλύτερα) και γυρνάμε την μύτη του καλαμιού προς το νερό αφήνοντας ταυτόχρονα την αρματωσιά. Στόχος μας είναι να πέσει ο φελλός όσο μακρύτερα γίνεται κρατώντας το καλάμι σχεδόν παράλληλο με το νερό και αυτό δεν είναι καθόλου δύσκολο.
Στο σήκωμα (είτε λόγω τσιμπήματος είτε για να ξαναδολώσουμε) σηκώνουμε το καλάμι μαλακά μέχρι να βγει η αρματωσιά έξω από το νερό και μετά κρατάμε το καλάμι τελείως κατακόρυφα μέχρι να πιάσουμε την αρματωσιά. Αν έχουμε πιάσει ψάρι, το κρατάμε σφικτά με το ένα χέρι για να μην σπαρταράει και με το άλλο πιάνουμε το αγκίστρι και ξαγκιστρώνουμε. Έχουμε πάντα στο μυαλό μας ότι κρατώντας τελείως κατακόρυφα το καλάμι, η αρματωσιά θα έρθει οπωσδήποτε (...ο νόμος της βαρύτητας ισχύει και στο ψάρεμα) προς τα χέρια μας.
Η απόχη: Η απόχη είναι απαραίτητη σε όλα τα ψαρέματα. Στο ψάρεμα με καλάμι αν πιαστεί κάποιο μεγαλύτερο ψάρι είναι πιθανό να μας πέσει στο νερό και να φύγει από το αγκίστρι, αν δεν έχουμε απόχη. Αν έχουμε σέρνουμε το καλάμι προς τα πίσω και προσπαθούμε να πιάσουμε την άκρη της πετονιάς στην μύτη του καλαμιού. Τραβάμε την πετονιά μαλακά και όταν το ψάρι έρθει σε ακτίνα βολής το αποχιάζουμε (στην πράξη είναι λίγο ...δυσκολότερο από την περιγραφή, αλλά όλα είναι θέμα εμπειρίας και συνήθειας).
Μπορείτε να πάτε για ψάρεμα και χωρίς απόχη, αλλά να είστε προετοιμασμένοι ότι μπορεί να χάσετε κάποιο μεγαλύτερο ψάρι ειδικά αν ψαρεύετε από σημείο αρκετά ψηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας (προβλήτα ή βράχος). Αυτό που συμβαίνει είναι ότι σηκώνοντας ένα μεγαλύτερο (βαρύτερο) ψάρι έξω από το νερό είναι πολύ πιθανό να σκιστούν τα χείλια ή το στόμα του (ανάλογα που έχει καρφωθεί) και να πέσει πάλι στο νερό. Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει οποιοδήποτε πιασμένο ψάρι να έρχεται πολύ γρήγορα στα χέρια μας ή έστω πάνω από ...έδαφος.
Η υπομονή: Η υπομονή είναι το πιο μεγάλο προτέρημα του ψαρά. Αν δεν έχει κανείς ξαναψαρέψει, είναι απίθανο να πιάσει ψάρι με το πρώτο τσίμπημα. Καλύτερα μην πάτε καθόλου για ψάρεμα, αν είστε από φύση ανυπόμονοι. Η τύχη του πρωτάρη έχει βέβαια και στο ψάρεμα εφαρμογή, αλλά μην βασίζεστε σε αυτήν: είναι πολύ πιθανό να απογοητευτείτε.
7. Το πιάτο
Ο επίλογος κάθε ψαρέματος γράφεται πάντα στο ...τραπέζι, με κρασάκι, μπυρίτσα ή ουζάκι ανάλογα το γούστο, την ψαριά και την περίπτωση.Η ψαριά στο ψάρεμα με το καλάμι δεν θα έχει μεγάλα ψάρια και η εμπειρία λέει ότι θα καταλήξει στο ...τηγάνι. Η ποικιλία των ψαριών εξαρτάται πολύ από το ψαρότοπο και την εποχή του χρόνου, αλλά σχεδόν σίγουρα δεν θα πιάσετε μόνο ένα είδος ψάρια. Οι πιο συνηθισμένες ψαριές περιλαμβάνουν κεφαλόπουλα, σπάρους και γύλους όμως δεν αποκλείονται σάλπες, σαργοί, αυλιάδες, μελανούρια, χάνοι, πέρκες, λαπίνες, κοκωβιοί και καμιά σαλιάρα για τη ...γάτα.
Με ψάρεμα σε κρεμαστά νερά (κάβους και συναφή) μπορεί να πέσουμε πάνω σε κάποιο κοπαδάκι πιο ...εξωτικών ψαριών (γόπες, μένουλες, μαρίδες), αλλά αυτό είναι μια μάλλον σπάνια περίπτωση. Μια ικανοποιητική ψαριά (για νέο ερασιτέχνη) γεμίζει το τηγάνι, οτιδήποτε περισσότερο πρέπει να θεωρηθεί επιτυχία. Καθάρισμα από εντόσθια και λέπια, αλεύρωμα, αλάτισμα, τηγάνισμα, καλή παρέα και ...καλή όρεξη...
Πηγή :www.pathfinder.gr